Πέμπτη 29 Μαΐου 2014

"Στο παραλίγο" κεφάλαιο δέκατο όγδοο

Είναι φορές που χρόνος κυλάει σαν νερό και άλλες που είναι λες και παγώνει....Πάντα το είχα απορία γιατί τα ευχάριστα να φαίνεται πως κρατάνε τόσο λίγο και τα δυσάρεστα να νιώθεις πως κρατούν αιώνια... Λες και κάποιος κακόβουλα πατάει την παύση όταν δεν είμαστε καλά και το fast forward όταν είμαστε ευτυχισμένοι. Η αλήθεια είναι όμως πως ο χρόνος σταθερά περνάει ...απλά όταν περνάς καλά είσαι τόσο χαρούμενος που δεν τον καταλαβαίνεις σε αντίθεση με όταν περνάς άσχημα που και το κάθε δευτερόλεπτο το νιώθεις να κάθεται μέσα σου σαν την άμμο της κλεψύδρας... 

Τρεις βδομάδες μετά από εκείνο το βράδυ και όλα φαινόντουσαν να μπαίνουν στους παλιούς τους ρυθμούς. Ο Γιάννης έκατσε κάποιες μέρες, είδε πως δεν θα έπαιρνε άλλες πληροφορίες και απογοητευμένος γύρισε στην Θεσσαλονίκη με την υπόσχεση πως μέχρι το καλοκαίρι που θα βρισκόμασταν στο νησί θα είχα ξαναβρεί το κέφι μου. Το κινητό και ο υπολογιστής βουβά... Στην αρχή τσέκαρα μήπως βρω κάποιο μήνυμα ή κάποια κλήση άπειρες φορές την μέρα...σιγά σιγά το αραίωσα μέχρι να το κόψω εντελώς. Είχε τελειώσει και όλα αυτό έδειχναν...και φυσικά εγώ με στραπατσαρισμένη πλέον οριστικά και την ελάχιστη αυτοπεποίθηση που είχα νοιώσει δεν τολμούσα να τον αναζητήσω όσο και αν το ήθελα κάποιες στιγμές....

Και ο χειμώνας να φεύγει...η άνοιξη να έρχεται και εγώ να αναρωτιέμαι πόσο ανάποδο ήταν όλο αυτό που έζησα μιας και άνθισε μέσα στο κρύο και έλιωσε με τις πρώτες ζέστες σαν κερί... Πολλές φορές τα γύρισα στο κεφάλι μου όλα όσα είχα συμβεί και άλλες φορές θύμωνα μαζί του που δεν μπορούσε να είναι διαφορετικός, άλλες τον λυπόμουν και άλλες μου έλειπε τόσο πολύ που δεν μπορούσα να αναπνεύσω... Πόσα βράδια ξαγρύπνησα να αναρωτιέμαι που να βρίσκεται και τι να κάνει και πόσα ακόμα να αναπλάθω στιγμές από εκείνες που ζήσαμε....Λάθος των ερωτευμένων ανθρώπων να τα ζουν ξανά και ξανά μέσα στο μυαλό τους κάνοντας το μαρτύριο πιο επώδυνο... Και ενώ λένε πως ο χρόνος γιατρεύει τα πάντα εγώ να αναρωτιέμαι πότε θα κατάφερνε να ξεθωριάσει τα χάδια του και τα φιλιά του για να καταλήξω πως εγώ εφταιγα που δεν τον άφηνα να κάνει τη δουλειά του... 

Όταν λοιπόν ένα κυριακάτικο πρωινό και ενώ έπινα καφέ με εκείνη τη φίλη που μαζί της είχα πάει στην έκθεση έπεσε στα χέρια μου μια εφημερίδα πολιτιστικού περιεχομένου και είδα το όνομα του στους συμμετέχοντες μιας έκθεσης στην Ιταλία  πλέον ήξερα πως εκείνος προχωρούσε μπροστά και πως επιτέλους είχε έρθει η ώρα να κάνω και εγώ το ίδιο...Χωρίς πίκρα και εγωισμό θωράκισα τον εαυτό μου από κάθε σκέψη που τον αφορούσε και προσπάθησα να γυρίσω στις παλιές γνώριμες συνήθειες μου.

Και το είχα καταφέρει σε μεγάλο βαθμό. Μπορεί όλα να φαίνονταν πλέον πιο ανιαρά από ότι πριν γνωρίσω τον Παύλο αλλά ήταν τα δικά μου ανιαρά που και ήξερα και με ήξεραν. Πάνω λοιπόν που άρχισα να πιστεύω πως η ιστορία είχε κάνει τον κύκλο της η τύχη ήρθε για ακόμα μια φορά να μου παίξει περίεργα παιχνίδια. Στους διαδρόμους ενός σούπερ μάρκετ ανάμεσα σε ντομάτες και κρεμμύδια άκουσα το όνομα μου και όταν γύρισα και είδα την κυρία Μαργαρίτα δεν πίστευα στα μάτια μου. Στις ελάχιστες συζητήσεις μας δεν είχα προλάβει να μάθω πως μένει τόσο κοντά μου και αφού περάσαμε στο γρήγορο τα τυπικά η συζήτηση άρχισε να παίρνει άλλη τροπή...

"Άννα με όλο το θάρρος να σε ρωτήσω κάτι??? Αν είχα το τηλέφωνο σου θα σε είχα πάρει από καιρό...Γιατί χωρίσατε με τον Παύλο???"
"Κυρία Μαργαρίτα σας πειράζει πολύ που δεν θέλω να το συζητήσω??"
"Άννα το ξέρω πως δεν με ξέρεις καλά...αν με ήξερες θα καταλάβαινες πως δεν είμαι μια γριά κουτσομπόλα...αλλά τον Παύλο τον νοιάζομαι γιαυτό σε ρωτάω.."
"Το ξέρω πως δεν είστε κουτσομπόλα κυρία Μαργαρίτα αλλά γιατί δεν ρωτάτε καλύτερα εκείνον?"
"Δεν τον βλέπω πια Άννα παιδί μου...λίγες μέρες αφού χωρίσατε άδειασε το σπίτι , το έβαψε , το νοίκιασε σε κάποιον άλλο μου, έδωσε μια καλή αποζημίωση και έφυγε....τι έγινε Άννα μεταξύ σας??? Ο Παύλος το αγαπούσε πολύ αυτό το σπίτι..."
" Ας πούμε πως δεν προχώρησε η όλη ιστορία πως δεν ταιριάζαμε..."
"Και άλλους χωρισμούς του έχω ζήσει τόσα χρόνια...ποτέ όμως δεν αντέδρασε έτσι.. Συνήθως τους ξεπερνούσε ζωγραφίζοντας καπνίζοντας και πίνοντας ποτέ όμως φεύγοντας...."
"Λυπάμαι κυρία Μαργαρίτα αν έφταιξα εγώ που χάσατε τη δουλειά σας ειλικρινά λυπάμαι..."
"Μα γιαυτό νομίζεις πως σε ρωτάω... Τα τελευταία χρόνια δούλευα για εκείνον  όχι από ανάγκη αλλά από αγάπη... Το ξέρω πως είναι δύσκολος άνθρωπος έχει περάσει όμως πολλά... Δεν ξέρω τι σου έχει πει αλλά επειδή ήξερα και τους γονείς του είναι ένα πολύ πληγωμένο πλάσμα....Δεν είναι και λίγο πράγμα να βρίσκεις το άψυχο κορμί της μάνας σου και ο πατέρας σου να μην πατάει καν στην κηδεία...Έχει κάνει πολλά λάθη αυτό το παιδί....Μετά το χαμό της μαμάς του κρεμάστηκε πάνω από μια κοπέλα για να βρει παρηγοριά και όταν εκείνη έμεινε έγκυος εκείνος φρίκαρε εντελώς... Δεν ήταν έτοιμος να γίνει γονιός...φοβόταν πως θα έκανε τα ίδια λάθη με τον πατέρα του και ο φόβος αυτός τον οδήγησε στο να τα κάνει... Η κοπέλα με το αγοράκι σχεδόν ασαράντιστο έφυγε και εκείνος από τότε άλλαξε....Έπαψε να πιστεύει στους ανθρώπους...Έγινε αλαζόνας και υπερόπτης...Δεν είναι κακός άνθρωπος ο Παύλος...ένας άνθρωπος που το ξερό του το κεφάλι και ο εγωισμός και ο θυμός του δεν τον αφήνουν να δει καθαρά είναι..."
"Κυρία Μαργαρίτα...ο Παύλος χρειάζεται βοήθεια και εγώ δεν είμαι το κατάλληλο άτομο να του την προσφέρει...για να μπορέσεις να βοηθήσεις τον άλλο πρέπει να έχεις λύσει ο ίδιος τα θέματα με τον εαυτό σου και εγώ μόνο αυτό δεν έχω κάνει..."
"Κι όμως βρε Άννα  ίσως να μπορούσατε να βοηθήσετε ο ένας τον άλλο....κρίμα πολύ κρίμα...τέλοσπάντων ας μην σε ζαλίζω άλλο...συγνώμη αν σε έφερα σε δύσκολη θέση..."
"Δεν πειράζει κυρία Μαργαρίτα..."
"Να περνάς καλά Άννα μου α και κάτι τελευταίο...αν και ξέρω πως δεν σε ενδιαφέρει προχτές έμαθα που είναι ο Παύλος πέτυχα αυτόν τον φίλο του τον Αντώνη και με ενημέρωσε πως έχει νοικιάσει ένα σπίτι σε κάποιο νησί των Κυκλάδων...κάτσε να δεις πως μου το πε....Αμοργός νομίζω....Αντίο Άννα" είπε και έφυγε αφήνοντας με να την κοιτάζω έκπληκτη....


....................................................................................................................

"Μα καλά πόσο μαλάκας είσαι????"
"Αντώνη κόφτο!"
"Αποφάσισες να έρθεις να θαφτείς σ αυτό το ξερονήσι μες την μέση του Αιγαίου και δεν σου πα τίποτα....τρεις μέρες στην  Ιταλία ήσουν μέσα στη μαυρίλα και πάλι δεν σου είπα τίποτα....αλλά τώρα μα το Θεό θα σε ξεχέσω να το ξέρεις!"
" Δεν έχω όρεξη κάνε σε παρακαλώ αυτό που σου είπα...."
"Με έφερες άρον άρον εδώ και θες να κάνω αυτό που μου λες χωρίς αντίρρηση??"
"Πρώτον δεν σε έφερα, μόνο σου λύσσαξες να έρθεις...και δεύτερον ναι απαιτώ να κάνεις αυτό που σου ζητάω...ορίστε πάρε και την εξουσιοδότηση"
"Λύσσαξα να έρθω γιατί δεν πίστευα στα αυτιά μου όταν μου το είπες στο τηλέφωνο ήθελα να το ακούσω από κοντά! Και μην σου πω τι θα την κάνω την εξουσιοδότηση σου...."
"Ρε Αντώνη μια φορά να κάνεις αυτός που σου ζητάω χωρίς να με σταυρώνεις..... εσύ δεν επέμενες να τον πουλήσουμε? Ε ορίστε αφού ο αγοραστής ενδιαφέρεται ακόμα πούλα τον!"
"Ναι να τον πουλήσουμε ήθελα και να βάλουμε κάνα φράγκο στην τσέπη!!!"
"Μα εσύ θα πάρεις κανονικά το ποσοστό σου γιατί με ζαλίζεις...."
"Ρε πας καλά???? Το ποσοστό μου είναι 10% και τα λεφτά είναι πολλά τι σκατά σε έπιασε με τις φιλανθρωπίες ξαφνικά???"
"Θέλω να τον πουλήσω αλλά δεν θέλω να πάρω λεφτά από αυτόν, τόσο δύσκολο είναι να το καταλάβεις...? Πούλα τον, κράτα το ποσοστό σου και βρες ένα ίδρυμα με παιδιά και δώσε τα υπόλοιπα χωρίς να φαίνεται πουθενά το όνομα μου...ανώνυμη δωρεά κάνε τα. Πάρε την εξουσιοδότηση, σταμάτα να προσπαθείς να μου αλλάξεις γνώμη και πάμε να σε κεράσω ένα ούζο να σου δείξω και το νησί απλά πράγματα..."
"Μα το Θεό ρε Παύλο δεν θα σε καταλάβω ποτέ!" είπε ο Αντώνης παραδομένος στην ξεροκεφαλιά του φίλου του.

Εντάξει ο Παύλος πάντα ιδιόρρυθμος ήταν και το ήξερε....Συναναστρεφόταν συνέχεια πυροβολημένους καλλιτέχνες και είχε συνηθίσει τις παραξενιές τους αυτός όμως ξεπερνούσε κάθε φαντασία. Όταν ο Παύλος του είχε πει πως θα έρθει μαζί του στην Ιταλία πίστεψε πως είχε επιτέλους γίνει άνθρωπος. Από το αεροδρόμιο όμως κατάλαβε πως μαύρες μέρες θα περνούσε...Ζήτημα ήταν αν αντάλλαξαν δέκα κουβέντες σε αυτό το ταξίδι και αφού είδε και αποείδε σταμάτησε να προσπαθεί να του φτιάξει τη διάθεση και ασχολήθηκε με την κοκκινομάλλα Ιταλίδα συνάδελφο. Όταν γύρισαν Ελλάδα και του ανακοίνωσε πως αδειάζει το σπίτι του για να πάει να μείνει σε ένα νησί που πρώτη φορά άκουγε, πάλι δεν του είπε τίποτα... Του βρήκε ενοικιαστή για το σπίτι στο Λυκαβηττό και τον βοήθησε να κάνει τις συνεννοήσεις με την μεταφορική για τα πράγματα του. Φίλος του ήταν ο Παύλος και από όλους τους τρελούς του σιναφιού ήταν ο μόνος που τον δεχόταν και ας ήταν ένας επαρχιώτης που έβλεπε την τέχνη με λογιστικούς αριθμούς... πως μπορούσε λοιπόν να του αρνηθεί τη βοήθεια του έστω σε αυτή την εντελώς παράλογη απόφαση του να πάει να μείνει μόνιμα σε ένα μικρό νησί. Ακόμα και όταν πριν τρεις μέρες τον πήρε τηλέφωνο για να τον ρωτήσει αν ο αγοραστής ενδιαφέρεται ακόμα για τον πρώτο εκείνο πίνακα πίστεψε πως είχε οικονομικά προβλήματα και αμέσως επικοινώνησε με τον υποψήφιο αγοραστή τρίβοντας χαρούμενος τα χέρια του όταν εκείνος του είπε πως ακόμα ενδιαφέρεται. Μέχρι εκεί ο Αντώνης μπορούσε να διαχειριστεί τα πράγματα... Όταν τον άκουσε όμως να του λέει πως τα λεφτά του πίνακα ήθελε να τα δωρίσει το ποτήρι ξεχείλισε. Έβγαλε εισιτήριο με το πρώτο πλοίο και σε λίγες ώρες ήταν στο νησί.

Τσάμπα όμως το είχε κάνει αυτό το ταξίδι...τσάμπα τσαλάκωσε το κουστούμι του στις άβολες θέσεις του πλοίου..τσάμπα και βερεσέ σκέφτηκε ενώ έπινε το τρίτο ούζο του. 

"Δεν κάθεσαι μερικές μέρες?"
"Τι να κάτσω ρε να κάνω εδώ??? Να γίνω σαν εσένα ναυαγός??? Γιατί δεν ξέρω αν κοιτάζεις τα μούτρα σου στο καθρέφτη αλλά σαν ναυαγός έχεις γίνει με αυτά τα μούσια!"
"Άσε μας ρε Αντωνάκη ...."
"Τουλάχιστον ζωγραφίζεις τίποτα ή το έχεις ρίξει στο παραγάδι???"
"Ζωγραφίζω....και όταν θα τελειώσω θα κανονίσουμε να κάνουμε μια ατομική έκθεση"
"Αλληλούια! Τόσα χρόνια σε παρακαλάω επιτέλους να και μια λογική κουβέντα από το στόμα σου! και για πότε υπολογίζεις????"
"Για τον Νοέμβρη λέω..."
"Α καλά κρασιά ποιος ζει ποιος πεθαίνει μέχρι τότε..."
"Είσαι σίγουρος πως θες να φύγεις καλά καλά δεν έφτασες...με το πρωινό πλοίο ήρθες με το μεσημεριανό φεύγεις..."
"Ναι θα την κάνω δεν με σηκώνουν εμένα τον βουνίσιο τα νησιά...ένα κουτί ντραμαμίνες ήπια για να ανέβω στο κωλοσαπιοκάραβο. Άσε που πρέπει να κανονίσω την πώληση πριν αλλάξει γνώμη ο αγοραστής Θα ξαναρθω το καλοκαίρι που πιστεύω θα κυκλοφορούν τίποτα τουρίστριες να κάνω και κάνα μπάνιο, γιατί από ζωή μπορεί να ναι μάπα το καρπούζι το νησάκι αλλά από παραλίες τα σπάει!"
"Χα χα ναι τα σπάει..."
"Αν αλλάξεις γνώμη πάρε με μέχρι το τέλος της βδομάδας μετά θα ναι αργά...."
"Δεν θα αλλάξω γνώμη..."
"Πρόσεχε ρε μαλάκα τον εαυτό σου"
"Και εγώ σε συμπαθώ Αντώνη μου καλό ταξίδι..." του είπε και καβάλησε την μηχανή και έφυγε από το λιμάνι...

Μόλις έφτασε στο σπίτι του κάθισε στη σκεπαστή βεράντα και έβαλε ακόμα ένα ούζο...Με το χέρι του έτριψε τα γένια του. "Δίκιο έχει ο Αντώνης θέλω ξύρισμα" σκέφτηκε και χάζεψε την λεπτή λωρίδα στεριάς που σαν γλώσσα έμπαινε μέσα στη θάλασσα. Μπα το ξύρισμα θα αναβαλλόταν και για σήμερα αποφάσισε και σηκώθηκε. Λίγα λεπτά αργότερα το καβαλέτο, τα χρώματα και τα πινέλα είχαν όλα βγει στο μπαλκόνι και με το φως του ανοιξιάτικου ήλιου και ένα δροσερό θαλασσινό αεράκι να ρίχνει ριπές και να παρασέρνει τις στάχτες από το τασάκι ξεκίνησε να ζωγραφίζει.....

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σχόλιαστε: