"I want to see you... Do you want to see me? Tomorrow morning Ι am flying back home. Say yes and i 'll be there. Just give me an address.
Hilmar"
έγραφε το μήνυμα στο Gmail και προς στιγμή πίστεψα πως η Λίτσα ίσως μου έκανε φάρσα.
Η διεύθυνση του αποστολέα δεν ήταν όμως της Λίτσας. Ήταν μια άγνωστη διεύθυνση. Ο Βίκινγκ είχε στείλει μήνυμα και μάλιστα ήταν απολύτως ξεκάθαρος στο τι ήθελε. Αύριο έφευγε και μάλλον ήθελε να δοκιμάσει μια πλήρη ελληνική εμπειρία πριν φύγει. Ανακάθισα στο κρεβάτι και κοίταξα την ώρα. Κόντευε δέκα και μισή. Θα πήγαινα; Φυσικά και θα πήγαινα, δεν είχε νόημα να το κουράζω. Ο χρόνος περνούσε και εκείνος αύριο θα έφευγε. Γιατί θα πήγαινα; Όχι, αυτό θα το σκεφτόμουν αύριο. Τώρα έπρεπε να απαντήσω πριν τον πάρει εκείνον ο ύπνος. Που; Που θα τον συναντούσα; Σπίτι μου δεν έπαιζε με την καμία, ακόμα και αν το παιδί δεν ήταν εκεί. Σε αμάξι επίσης δεν έπαιζε. Στα 45 το σεξ σε αμάξι μπορεί να αποτελούσε αιτία να ξημερωθούν σε τίποτα επείγοντα. Έλα Μαργαρίτα στρόφαρε, πίεσα τον εαυτό μου. Που;;;Σε ξενοδοχείο προφανώς, αλλά σε ποιο; Ένα ξενοδοχείο ήξερα για τέτοιες περιστάσεις όλο κι όλο και αυτό ήταν στο Φάληρο. Και αν κόλλαγα Covid ή κανένα αφροδίσιο; Ο Χριστός και η Παναγία, Μαργαρίτα συγκεντρώσου, μάλωσα τον εαυτό μου και άρχισα να πληκτρολογώ την απάντηση μου.
"Ι need one hour. Meet me in front of this hotel. I am sending you the address." έγραψα και έβαλα το link από το ξενοδοχείο μαζί με τη διεύθυνση. Η απάντηση του ήρθε σε κλάσματα δευτερολέπτου.
"Ι'll be there."
Βιαστικά σηκώθηκα από το κρεβάτι και έτρεξα στο μπάνιο. Μέσα στην επόμενη μισή ώρα είχα κάνει μπάνιο, είχα ξυριστεί, είχα πλύνει δόντια, είχα στεγνώσει μαλλιά και είχα βαφτεί ελαφριά. Τώρα έμενε να διαλέξω εσώρουχα και ρούχα. Φόρεμα αποφάσισα αμέσως και με μια κίνηση έβγαλα από την κρεμάστρα ένα καλοκαιρινό bohemian μακρύ φόρεμα που είχα πάρει από τα ZARA στις αρχές του καλοκαιριού σε ένα μουσταρδί χρώμα που κολάκευε τα σκούρα καστανά μαλλιά μου. Εντάξει ετοιμαζόμουν να κάνω μαλακία, ας μην έμοιαζα κιόλας σαν γυναίκα που τα συνήθιζε κάτι τέτοια. Εσώρουχα; Με μανία άνοιξα το συρτάρι με τα εσώρουχα και έχωσα το χέρι μου πίσω πίσω που φυλούσα κάτι ακριβά απομεινάρια από τις καλές εποχές. Κοντοστάθηκα ελάχιστα ανάμεσα σε ένα σετ victoria secret σε μαύρο χρώμα και ένα σετ lejaby στο χρώμα του δέρματος. Το victoria secret απορρίφθηκε με συνοπτικές διαδικασίες. Θα φέγγιζε κάτω από το φόρεμα και ας ήταν νύχτα. Το lejaby σετ άλλωστε ήταν μια χαρά, αρκεί να μου έκανε ακόμα. Έκπληκτη φορώντας τα διαπίστωσα πως το κάτω μέρος του εσώρουχου ήταν πιο παρτό από όσο θυμόμουν και η δαντέλα στο πάνω ήταν εντελώς διάφανη, αλλά και τα δύο μου έκαναν παραδόξως ακόμα. Ικανοποιημένη που ακόμα έμπαινα σε κάτι που είχα αγοράσει πριν 12 χρόνια, έσκυψα στο κάτω μέρος της ντουλάπας να διαλέξω παπούτσια. Το χέρι μου αρχικά έπιασε ένα ζευγάρι ψηλοτάκουνα πέδιλα σε ταμπά χρώμα που θα πήγαιναν εξαιρετικά με το φόρεμα, αλλά τα πόδια μου με πονούσαν και μόνο που τα έβλεπα! Αν τα φορούσα, στην καλύτερη των περιπτώσεων θα έφτανα κουτσαίνοντας και κάτι τέτοιο δεν θα ήταν καθόλου σαγηνευτική εικόνα. Μπορούσα να πουλήσω άμμο σε βεδουίνο; Ε, θα μπορούσα να "πουλήσω" και τον εαυτό μου με sneakers, αποφάσισα και άφησα τα ψηλοτάκουνα πιάνοντας τα χαμηλά λευκά sneakers που θα μου εξασφάλιζαν την άνεση που είχα ανάγκη. Το ρολόι στο κομοδίνο έλεγε ήδη 23:15, θα αργούσα! Πανικόβλητη έτρεξα στο σαλόνι να πάρω το άρωμα μέσα από την τσάντα και έπεσα πάνω στον Χρήστο που πήγαινε από το δωμάτιο του στην τουαλέτα.
-Πας κάπου;
-Ναι, θα βγω.
-Που;
-Με μια συνάδελφο για μια μπύρα.
-Οκ, είπε αδιάφορα και έκλεισε την πόρτα της τουαλέτας.
Τρείς ψεκασμοί και έπιασα το κινητό να καλέσω ταξί.
"Room 612" έγραφε ένα νέο μήνυμα από τον Χίλμαρ, πράγμα που σήμαινε πως όχι απλά είχε φτάσει, αλλά βρισκόταν ήδη μέσα!
Σκατά! σιχτίρισα ψιθυριστά για να μην με ακούσει ο Χρήστος και έτρεξα προς την εξώπορτα, ενώ μέσω της εφαρμογής καλούσα ένα ταξί.
"Φεύγω!" φώναξα και έκλεισα την πόρτα πίσω μου χωρίς να περιμένω απάντηση χαρούμενη που ο Χρήστος ίσως να συνειδητοποιούσε πόσο ενοχλητικό ήταν να σε χαιρετά ο άλλος χωρίς να περιμένει να του απαντήσεις.
Καθημερινή και οι δρόμοι ήταν άδειοι. Σε λιγότερο από δέκα λεπτά το ταξί με άφηνε έξω από το ξενοδοχείο, την ίδια στιγμή που ένα ζευγαράκι γύρω στα είκοσι κάτι έμπαινε μέσα. Τα χέρια του νεαρού ήταν κολλημένα πάνω στην πιτσιρίκα που χαχάνιζε πονηρά. Για μερικά δευτερόλεπτα δίστασα. Τι δουλεία είχα εκεί που σε λίγα χρόνια θα μπαινόβγαινε λογικά ο Χρήστος; Και ύστερα είδα το είδωλο μου στην τζαμένια είσοδο του ξενοδοχείου. Απέναντι από το φιμέ τζάμι δεν με κοιτούσε η μάνα ενός εφήβου, αλλά μια γυναίκα. Μια γυναίκα που ακόμα δεν ήταν διατεθειμένη να παραιτηθεί προφανώς. Σε αυτή τη γυναίκα χρωστούσα να μπω εκεί μέσα, ότι και αν μου έλεγε η συνείδηση μου. Ας ήταν αυτή η τελευταία μεγαλοπρεπής μαλακία που θα έκανα στη ζωή μου, κατέληξα και προχώρησα.
Στη ρεσεψιόν, μια διακριτική υπάλληλος μου χαμογελούσε.
"Με περιμένουν. Δωμάτιο 612", είπα και η κοπέλα μου έδειξε ευγενικά τον ανελκυστήρα.
Την ώρα όμως που η πόρτα του ανελκυστήρα έκλεινε άκουσα μια άλλη γυναίκα με ψηλοτάκουνα και κοντό φόρεμα να επαναλαμβάνει την ίδια ατάκα με εμένα στη ρεσεψιονίστ, με μόνη διαφορά τον αριθμό του δωματίου και κάτι μέσα μου πάγωσε. Και αυτή η φοβία με τα ασανσέρ καθόλου δεν βοηθούσε. Μουδιασμένη έφτασα στον έκτο. Ξαφνικά ένιωθα φτηνή. Πιο φτηνή και από το άρωμα που φορούσα. Όλη μου η αυτοπεποίθηση, όλο το συναίσθημα, σαν φούσκα είχε χαθεί. Ήταν όμως υπερβολικά αργά να κάνω πίσω. Στάθηκα μπροστά στην πόρτα με το νούμερο 612, πήρα μια βαθιά ανάσα και χτύπησα διστακτικά.
Μόλις η πόρτα άνοιξε και τον αντίκρυσα, εξατμίστηκε και η τελευταία σταγόνα θάρρους που μου είχε απομείνει. Με το σώμα του μπλόκαρε σχεδόν όλο το άνοιγμα της πόρτας και εγώ ένιωθα σαν μυρμήγκι έτοιμο να το ποδοπατήσουν.
"Ηi" είπε χαμογελώντας και έκανε στην άκρη να περάσω.
"Hi" του απάντησα και μπήκα στο δωμάτιο, που για τα δεδομένα του συγκεκριμένου ξενοδοχείου, έμοιαζε τεράστιο. Μια πληθωρική τζαμαρία που κάλυπτε τον έναν τοίχο ήταν εκείνη που μου είχε τραβήξει πρώτη την προσοχή και αυτό γιατί στο βάθος φαινόταν σκοτεινός ο Αργοσαρωνικός. Το δωμάτιο ήταν ιδιαίτερα καλαίσθητο και δεν θύμιζε σε τίποτα δωμάτιο ξενοδοχείου ημιδιαμονής, με μόνη εξαίρεση ίσως τον τεράστιο καθρέφτη με τον κρυφό φωτισμό περιμετρικά, που δέσποζε το ταβάνι. Μοντέρνα μινιμαλιστικά έπιπλα, ξύλινα πατώματα, λευκά σεντόνια και μια μυρωδιά φρεσκάδας δημιουργούσαν ένα περιβάλλον προσεγμένο που με βοηθούσε να ανασυγκροτηθώ. Χωρίς να τον κοιτάζω αναζήτησα το μπάνιο για να πλύνω τα χέρια μου και μόνο τη στιγμή που έκλεινα τη βρύση συνειδητοποίησα πόσο γελοία πρέπει να του είχα φανεί. Θηλυκό Κατακουζηνό με είχε κάνει αυτή η πανδημία!
"Would you like something to drink?" τον άκουσα να με ρωτάει και με αυτά τα λόγια επανήλθε και η επίγνωση πως με τον συγκεκριμένο άνθρωπο δεν μιλούσαμε καν την ίδια γλώσσα.
Βγήκα από το μπάνιο και τον αναζήτησα με τη ματιά μου. Τον βρήκα να κάθεται με ένα ποτήρι στο χέρι στη μια από τις δύο πολυθρόνες που υπήρχαν αντικριστά στη μια γωνία του δωματίου με ένα μικρό τραπεζάκι ανάμεσα τους.
"What are you drinking?", τον ρώτησα ενώ έπαιρνα τη θέση απέναντι του λες και θα παίζαμε μια παρτίδα σκάκι.
"Whiskey" απάντησε αυτός δείχνοντας το μπουκάλι πάνω στο τραπέζι. Το σιχαινόμουν το ουίσκι. Δεν είχα καταφέρει να το πιώ ποτέ μου. Με μια αψυχολόγητη κίνηση άρπαξα το ποτήρι του και ήπια μια μεγάλη γουλιά. Βήχας με έπιασε και εκείνος έβαλε τα γέλια.
"You don't have to drink what i am drinking" μου είπε και έσπρωξε προς το μέρος μου τον κατάλογο του room service.
"I am fine" απάντησα και τον έσπρωξε πάλι πίσω. Για τα επόμενα λεπτά εκείνος κοιτούσε εμένα και εγώ κοιτούσα εκείνον χωρίς να μιλάμε. Τα μάτια του αυτή τη φορά έμοιαζαν πιο σκούρα. Γκρι μεν, πιο σκούρα γκρι όμως. Καθιστός ήταν λιγότερο... λιγότερο θεόρατος και εγώ ένιωθα λιγότερο μυρμήγκι. Φορούσε ένα λευκό T-shirt και ένα τζιν, όχι κουστούμι αυτή τη φορά και η αλήθεια ήταν πως με αυτά τα ρούχα έμοιαζε πολύ νεότερος. Τα μαλλιά του ήταν κοντά και χωρίς τον ήλιο να παίζει πάνω τους πλέον διέκρινα κάποιες λευκές τρίχες ανάμεσα στις καστανόξανθες. Ξυρισμένος ανέδιδε μια αρρενωπότητα χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια.
"You are a beautiful woman Rita", τον άκουσα να μου λέει και έβαλα τα γέλια.
"Why are you laughing?" με ρώτησε με ενδιαφέρον.
"Ι can not explain you. We have a greek word for what you are doing now and i don't know the english word" του είπα και συνέχισα να γελάω.
"What's the greek word?"
"Ψηστήρι."
"Try to explain me what it means."
"Barbeque. How you grill meat? The same thing with a woman. Try to grill her"
"Do i need to grill you?" με ρώτησε κοιτώντας με έντονα και το γέλιο μου κόπηκε μαχαίρι.
"Νο, you don't" παραδέχτηκα με ειλικρίνεια και μια έκφραση ικανοποίησης απλώθηκε στο πρόσωπο του μαλακώνοντας τις γωνίες του.
"I want to be honest with you Rita. I can offer you money. I can offer you gifts. I can offer you travels, and i can offer you sex. That's all i can offer, are you ok with that?" είπε γέρνοντας προς το μέρος μου. Αποσβολωμένη με την ωμή του ειλικρίνεια και μην έχοντας ανακτήσει πλήρως ακόμα το χαμένο στο ασανσέρ θάρρος μου, σηκώθηκα και ψελλίζοντας ένα "this is a very bad idea" άρχισα να κινούμαι προς την έξοδο του δωματίου.
Στην πόρτα με πρόλαβε και με το ένα του χέρι την κράτησε κλειστή ενώ την ίδια στιγμή έσκυβε στο αυτί μου και με ρωτούσε "Why this is a bad idea? Tell me Rita." Και ήταν τέτοια η χροιά της φωνής του που έκλεισα τα μάτια και το σώμα μου αντί να τραβηχτεί μπροστά, κινήθηκε ενστικτωδώς προς τα πίσω κολλώντας πάνω στο δικό του. Το ελεύθερο χέρι του με μια κίνηση τυλίχτηκε γύρω μου τραβώντας με ακόμα πιο κοντά στο σώμα του. Η ανάσα του ακανόνιστη ύγραινε το αυτί μου και παραδομένη άφησα το πόμολό της εξώπορτας που τόση ώρα έσφιγγα φέρνοντας το χέρι μου προς τα πίσω σε μια προσπάθεια να πιάσω το κεφάλι του που πλέον είχε χωθεί στον λαιμό μου.
"Νο" ψέλλισα τη στιγμή που το χέρι του έφευγε από την κοιλιά μου και άρχιζε να ανεβάζει το φόρεμα μου.
"Υou want me to stop?" με ρώτησε σφίγγοντας το ύφασμα ενώ με έσπρωχνε με τον κορμό του πάνω στην πόρτα εγκλωβίζοντας με.
"Νο money, no gifts, no travels. Only sex this one time. Promise!" απαίτησα και τον έσπρωξα γυρνώντας το σώμα μου έτσι που πλέον μπορούσα να δω το πρόσωπο του.
"If that is what you want.." ξεκίνησε εκείνος να λέει και κρεμώντας τα χέρια μου στο λαιμό του άρχισα να τον φιλάω. Και ήταν η γεύση του δροσερή με ένα ίχνος αλκοόλ και τσιγάρου. Μια γεύση διαφορετική, που δεν είχε καμία σχέση με τη γεύση του Στέλιου. Ήταν ένα φιλί ολοκαίνουργιο στις αισθήσεις μου, ένα φιλί που η δική μου γλώσσα ήταν εκείνη που διεκδικούσε και η δική του απλά την καλωσόριζε μέσα στο στόμα του χωρίς να βιάζεται. Απορροφημένη από το φιλί δεν αντιλήφθηκα αμέσως πως τα χέρια του με είχαν πιάσει σφιχτά από πίσω και πως με είχαν σηκώσει στον αέρα. Τρομαγμένη μόλις το κατάλαβα πέρασα τα πόδια μου γύρω από τη μέση του και εκείνος άρχισε να μας μετακινεί προς το κρεβάτι χωρίς να απομακρύνει το στόμα του από το δικό μου δευτερόλεπτο. Πλέον εκείνος ήταν καθιστός στο κρεβάτι και εγώ τυλιγμένη γύρω του σαν το χταπόδι. "Promise!" ξανά απαίτησα ξεκολλώντας το στόμα μου ξέπνοη κρατώντας το κεφάλι του σφιχτά με τα χέρια μου ώστε να μπορώ να τον κοιτάζω κατάματα. Και εκείνος αναστενάζοντας έκανε ένα καταφατικό νεύμα πριν κολλήσει ξανά τα χείλι του στα δικά μου πιο βίαια αυτή τη φορά, ενώ τα χέρια του έσφιγγαν τον πισινό μου που βρισκόταν καθισμένος πάνω στους μηρούς του. "Όχι μικρέ Βίκινγκ, εγώ παίζω μπάλα απόψε" είπα και σηκώθηκα απότομα από πάνω του αιφνιδιάζοντας τον. Κοιτώντας τον πονηρά έβγαλα πρώτα το ένα παπούτσι και ύστερα το δεύτερο. Με ένα λαστιχάκι μάζεψα τα μαλλιά μου ψηλά στο κεφάλι και πριν προλάβει εκείνος να κινηθεί πάλι προς το μέρος μου, γονάτισα ανάμεσα στα πόδια του σπρώχνοντας τα με τα χέρια μου ώστε να ανοίξουν αρκετά για να χωρέσω ανάμεσα τους. Διατηρώντας αδιάσπαστη τη βλεμματική επαφή μεταξύ μας, με σταθερά χέρια ξεκίνησα να ξεκουμπώνω το παντελόνι του και όταν έφτασα στο τελευταίο κουμπί χαμογέλασα ικανοποιημένη που πριν ακόμα ξεκινήσω αυτό που σκόπευα να κάνω, το σώμα του πρόδιδε ότι ήταν πανέτοιμο. Δεν χρειάστηκε να του το ζητήσω με λόγια, μόλις έπιασα το παντελόνι μαζί με το μποξεράκι εκείνος ανασηκώθηκε όσο χρειαζόταν ώστε να μπορέσω να το κατεβάσω. Τα χέρια του δεξιά και αριστερά του κορμού του έσφιξαν το σεντόνι τη στιγμή που τον έκλεινα μέσα στο ένα μου χέρι πιέζοντας τον ελαφρά, λες και δοκίμαζα πόσο σκληρός ήταν και καθώς το χέρι μου άρχιζε να ανεβοκατεβαίνει αργά, παρατήρησα πως οι φουσκωμένες φλέβες που διέτρεχαν όλο το μήκους του, ζωγράφιζαν ένα ανάγλυφο τοπίο που δεν άφηνε καμία αμφιβολία πως το χάδι μου ήταν κάτι παραπάνω από ευπρόσδεκτο. Σκύβοντας ακούμπησα τη γλώσσα μου ανεπαίσθητα στην άκρη, γλείφοντας μια σταγόνα αλμυρό σπέρμα που γυάλιζε. Πλέον δεν τον κοιτούσα στα μάτια, η προσοχή μου ήταν όλη στραμμένη σε αυτό που κρατούσα και που παλλόταν σαν να έχει δική του υπόσταση βασανισμένο από τις δοκιμές μου. Ένας αναστεναγμός και κάτι σε μια άγνωστη γλώσσα έφτασε στο αυτιά μου τη στιγμή που τον βύθιζα στο στόμα μου, ενώ με τα δάχτυλα μου χάιδευα με κυκλικές κινήσεις τους όρχεις του. Κι άλλος αναστεναγμός, αν και αυτός έμοιαζε περισσότερο με γρύλλισμα. Πόσο μου είχε λείψει η δύναμη αυτή. Η δύναμη να έχεις μπροστά σου έρμαιο ακόμα και το πιο δυνατό αρσενικό, απλά γλείφοντας το. Τα χέρια του πλέον έσφιγγαν το κεφάλι μου στο ύψος των αυτιών μου. Κλασσική αντρική αντίδραση που θέλει να επιβάλλει τον ρυθμό, σκέφτηκα και έσφιξα λίγο περισσότερο το στόμα μου προειδοποιητικά. Εγώ θα όριζα τον ρυθμό απόψε. Τα χέρια του χαλάρωσαν τη λαβή τους στο κεφάλι μου και χάιδεψαν τα αυτιά μου. Ευχαριστημένη τον αντάμειψα ξεκινώντας να τον μπαινοβγάζω μέσα στο στόμα μου, βάζοντας τον κάθε φορά και λίγο πιο βαθιά. Τα μάτια του τα ένιωθα καρφωμένα πάνω μου και σηκώνοντας το βλέμμα μου το επιβεβαίωσα. Ο πόθος είχε αλλοιώσει λίγο τα χαρακτηριστικά του. Το είχα σκεφτεί πολλές φορές στο παρελθόν πως ο πόθος και πόνος έχουν μόνο ένα γράμμα διαφορά γιατί μπορούν και τα δύο να σε γονατίσουν με την ίδια ευκολία. Και ήταν αυτή η έκφραση του που με έκανε ακόμα πιο τολμηρή ανεβάζοντας τον ρυθμό μου σε μια προσπάθεια να τον συγχρονίσω με τις κοφτές του ανάσες. Και θα συνέχιζα μέχρι να τον φέρω στα όρια του αν εκείνος δεν με σταματούσε τραβώντας με απότομα προς τα πάνω κολλώντας το στόμα του στο δικό μου, κάνοντας με να χάσω λίγο την ισορροπία μου τη στιγμή που συνειδητοποιούσα πως τα γόνατα μου είχαν μουδιάσει. Το φιλί εκείνο ήταν ένα απεγνωσμένο φιλί, ένα φιλί που έλεγε τώρα, σε θέλω τώρα! Τα χέρια του πλέον πάλευαν με το ύφασμα του φορέματος μου. Έψαχναν να βρουν κάποιο άνοιγμα στα τυφλά, αλλά ασταθή όπως ήταν δυσκολεύονταν. "Condom!" του φώναξα και μόνη μου σήκωσα το φουστάνι μου και κατέβασα το όμορφο lejaby εσώρουχο που τσάμπα το είχα φορέσει, όσο εκείνος πάλευε να βγάλει κάτι από τη τσέπη του παντελονιού του. Με χέρια ακόμα ασταθή έσκισε το περιτύλιγμα του προφυλακτικού και εγώ του το άρπαξα από τα χέρια. Με μαεστρία βρήκα την σωστή πλευρά, την εφάρμοσα στο πρησμένο κεφαλάκι και άρχισα να το κατεβάζω όσο εκείνος με τα χέρια του πάλευε και πάλι με το ύφασμα από το φουστάνι αυτή τη φορά με περισσότερη επιτυχία. Μόλις το προφυλακτικό ακούμπησε στη βάση ένα δάχτυλο έμπαινε μέσα μου κόβοντας μου την ανάσα. Δεν ήταν ώρα για προκαταρκτικά, δεν χρειαζόντουσαν άλλωστε. Δεν πρόλαβε να με αγγίξει περισσότερο, μόνη μου τράβηξα το χέρι του και χωρίς δισταγμό πέρασα ακόμα μια φορά τα πόδια μου δεξιά και αριστερά του καβαλώντας τον και κρατώντας τον με το χέρι μου σταθερά, τον οδήγησα στο σωστό σημείο. Τον κοίταξα στα μάτια και χωρίς κανένα ενδοιασμό άφησα το βάρος μου ελεύθερο βυθίζοντας τον μέσα μου την ίδια στιγμή που το κεφάλι μου έγερνε προς το στήθος του και τα μάτια μου έκλειναν. "Open your eyes", τον άκουσα να με διατάζει ενώ με τα χέρια του με έπιανε σφιχτά από πίσω και με ανασήκωνε λες και δεν είχα καθόλου βάρος. Μου ήταν αδύνατο όμως να τα ανοίξω, το γέμισμα που είχα νιώσει ήταν τόσο ολοκληρωτικό και σαρώτικο που όλες οι νευρικές απολήξεις μου είχαν στραφεί σε αυτό και δεν συνεργαζόντουσαν σε απλές εντολές. "Οpen them!" ξαναείπε εμποδίζοντας με να ξαναχαμηλώσω το σώμα μου και τα άνοιξα για να συναντήσω τα δικά του που πλέον γυάλιζαν πιο σκούρα από ποτέ. Ικανοποιημένος με ξανακατέβασε πάνω σε όλο του το μήκος και αναστέναξα. Και όσο τα σώματα μας κούμπωναν με κάθε ανεβοκατέβασμα όλο και καλύτερα, η ανάσα μου άρχισε να γίνεται πιο κοφτή. Έξοδος εισπνοή, είσοδος εκπνοή και όλο το κορμί μου να το διατρέχει ιδρώτας και ανατριχίλα. Έξοδος και άδειασμα, είσοδος και γέμισμα και να μην μπορώ να διακρίνω πλέον αν αυτό που ένιωθα ήταν αποτέλεσμα της τριβής ή κάτι που ξεκινούσε να κορυφώνεται από κάπου βαθύτερα. Έξοδος θάνατος, είσοδος ζωή και τα χέρια μου να σφίγγουν τους ώμους του με δύναμη χωρίς να λογαριάζω αν θα του άφηνα σημάδια. Και το τρέμουλο να γίνεται όλο και πιο έντονο, τις συσπάσεις εκεί κάτω να τις νιώθω να χτυπάνε στα μηλίγγια μου, να χτυπάνε στην καρδία μου, να αντανακλούν στις άναρθρες κραυγές που έβγαιναν από το στόμα μου. Πλέον δεν με ανεβοκατέβαζε εκείνος. Βάζοντας δύναμη στα γόνατα και στα χέρια μου που πίεζαν τους ώμους του διεκδικούσα μόνη μου αυτό που τόσο ανάγκη είχα ωθώντας το σώμα μου στα άκρα, νιώθοντας πλέον καθαρά τον προδιαγεγραμμένο οργασμό μου να έρχεται σαν παλιρροϊκό κύμα κατά πάνω μου. Καθόλου δεν σκέφτηκα αν θα μας άκουγαν τη στιγμή που το κύμα έσκασε πάνω μου και μια κραυγή λύτρωσης βγήκε από τον λαιμό μου. Το σώμα μου πλέον δεν είχε καθόλου βούληση, σαν άμορφη μάζα είχε διαλυθεί πάνω του σε χιλιάδες κομμάτια. ενώ το ιδρωμένο μέτωπο μου ακουμπούσε στο δικό του μέτωπο. Μέσα σε δευτερόλεπτα τα χέρια του αναλάμβαναν και πάλι δράση. Με ανασήκωναν και με κατέβαζαν ξανά και ξανά σε ένα φρενήρη ρυθμό παρατείνοντας τον απόηχο του οργασμού μου μέχρι που ήρθε και η δική του λύτρωση ελάχιστα μετά τη δική μου. Οι ανάσες μας ακανόνιστες, λαχανιασμένες πάλευαν να ηρεμήσουν και πλέον είχαμε και οι δυο τα μάτια μας κλειστά. Μόλις η καρδία μου ηρέμησε και η ανάσα μου βρήκε τον κανονικό της ρυθμό, έκανα να σηκωθώ από πάνω του, αλλά εκείνος με έσφιξε και με ακινητοποίησε στη θέση μου. "Ηilmar i have to stand up, my knees..." του ψιθύρισα και εκείνος με ελευθέρωσε κρατώντας τη βάση του προφυλακτικού με το χέρι του ώστε να μπορέσω να σηκωθώ. Μόλις το βάρος μου έπεσε στα πόδια μου τα γόνατα μου λύγισαν και εκείνος με έπιασε με τα χέρια του και με κάθισε δίπλα του. Χωρίς να με κοιτάζει έβγαλε το προφυλακτικό και σηκώθηκε όρθιος. Ανέβασε λίγο το παντελόνι του και άρχισε να προχωράει προς το μπάνιο. Όσο η βρύση ακουγόταν από μέσα να τρέχει, τα πόδια μου είχαν ξεμουδιάσει και πλέον μπορούσα να σταθώ και εγώ όρθια. Βιαστικά έβαλα τα παπούτσια μου, μάζεψα το σλιπάκι μου και αναζήτησα την τσάντα μου. Πεταμένη μπροστά στην έξοδο ήταν. Σε κάποια φάση θα είχε γλιστρήσει από τον ώμο μου...
"Stay..." τον άκουσα να μου λέει τη στιγμή που έσκυβα να τη μαζέψω από το πάτωμα.
"Ι have to go."
"Tell me your name."
"You know my name."
"Your full name!"
"No."
"Stay.."
"I need to sleep, you need to sleep. It's late"
"I have a few more hours..."
"No, Hilmar. Οnly this one time!" του θύμισα και εκείνος πήρε από το τραπέζι το κινητό του και κάτι κλειδιά και κινήθηκε προς το μέρος μου.
"Where are you going?"
"I am taking you home"
"No, Hilmar! Ι take a taxi."
"No, Rita you are not taking a taxi this hour. I am taking you home!" είπε επιτακτικά και ήμουν πολύ κουρασμένη για να λογομαχήσω μαζί του. Σε ποια γλώσσα άλλωστε να λογομαχήσω;
Μέσα στο στενό ασανσέρ και καθώς κατεβαίναμε τους ορόφους χωρίς να πει τίποτα μου έλυσε τα μαλλιά και με φίλησε πάνω στο κεφάλι. Ο ανελκυστήρας δεν σταμάτησε όμως στο ισόγειο, αλλά στο υπόγειο όπου υπήρχε ένα γκαράζ.
"We have to pay" είπα και εκείνος μου χαμογέλασε, ενώ ένα μπιπ ακουγόταν και τα φώτα ενός μαύρου τζιπ αναβόσβηναν.
"Don't worry about that" με καθησύχασε ανοίγοντας μου την πόρτα του συνοδηγού.
Μέχρι να βάλω τη ζώνη μου, εκείνος είχε καθίσει ήδη στη θέση του οδηγού και είχε βάλει μπροστά.
"Write here your address", με παρακάλεσε δείχνοντας την οθόνη αφής του gps και εγώ την έγραψα, γιατί αν και το σπίτι μου ήταν κοντά και ήξερα τον δρόμο, μου φαινόταν αδιανόητο να του εξηγήσω τη διαδρομή στα αγγλικά όταν μπέρδευα το δεξιά και αριστερά στα ελληνικά.
Μέσα σε μερικά λεπτά το αμάξι βρισκόταν έξω στον δρόμο και το μόνο που ακουγόταν πλέον ήταν ο ήχος από τα φλάς.
"Not bad for old people" μου είπε στο φανάρι της Πειραιώς και ένιωσα ευγνωμοσύνη που επιτέλους είχε σπάσει αυτή την αμήχανη σιωπή.
"Ask me tomorrow, I don't think i can walk tomorrow" σχολίασα και βάλαμε και οι δύο τα γέλια.
"Are all Greek women so loud?" με ρώτησε ρίχνοντας μου μια ματιά με νόημα.
"Ι don't know. Never had sex with a greek woman!" του απάντησα και εκείνος άρχισε και πάλι να γελάει.
"I run a company. CEO"
"Πόσο κλισέ Θεέ μου! Good for you!"
"Do you have children?"
"A son"
"I have a son and a daughter"
"Nα σου ζήσουν!"
"What?"
"Hilmar my english suck, να σου ζήσουν is a greek wish for someone's children."
"Thank you then."
"Here, stop here. I'll walk from here" είπα βγάζοντας τη ζώνη και εκείνος υπάκουσε σταματώντας το αμάξι δεξιά, σβήνοντας τη μηχανή.
"Well thank you Hilmar for the ride and the interesting night. I wish you all the best and i hope you enjoyed your stay in Greece" είπα δίνοντας του το χέρι λες και δεν είχαν συμβεί όλα όσα είχαν συμβεί νωρίτερα. Εκείνος όμως έπιασε το χέρι μου και αντί να κάνει μια χειραψία το έκλεισε μέσα στο δικό του.
"If i was a Viking, would you give me your full name?" με ρώτησε και ένιωσα μια ακαταμάχητη ανάγκη να τον πάρω αγκαλιά.
"Ιf you were Ragnar Lothbrok, i would give you not only my full name but my kidney also!" είπα προσπαθώντας να διακωμωδήσω την κατάσταση, αλλά εκείνος δεν γελούσε. Το κλίμα είχε βαρύνει απότομα και πάλι μέσα στο αμάξι και εγώ έπρεπε να φύγω πριν πω τίποτα που θα το μετάνιωνα μετά.
"Goodnight Hilmar" είπα αποφασιστικά και δίνοντας του ένα πεταχτό φιλί βγήκα από το αμάξι. Ούτε μισή ματιά δεν έριξα πίσω όσο απομακρυνόμουν. Η μεγαλοπρεπής μαλακία που είχα σκοπό να κάνω, είχε ολοκληρωθεί και άνηκε στο παρελθόν. Και όλα αυτά βγάζοντας μόνο ένα μικρό κομμάτι ύφασμα από πάνω μου. Ένα μικρό κομμάτι που αυτή τη στιγμή βρισκόταν μέσα στην τσάντα μου.
για τη συνέχεια πατήστε εδώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλιαστε: