Σάββατο 17 Σεπτεμβρίου 2022

"Sugar Daddy" ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΕΚΤΟ



Το ταβερνάκι στη Δραπετσώνα ήταν γεμάτο κόσμο και τσιγαρίλα. Το τραπέζι που τους είχαν κρατήσει ήταν δίπλα σε ένα παράθυρο με πλεκτά κουρτινάκια. Η Λίτσα αγριοκοιτάζοντας τη Μαργαρίτα την έβαλε να κάτσει δίπλα της και απέναντι τους έκατσαν ο Νίκος και ο Ιάκωβος. Οι συστάσεις είχαν γίνει νωρίτερα στο αυτοκίνητο και από εκείνη την ώρα η Μαργαρίτα δεν είχε πει κουβέντα, μόνο χασμουριόταν ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Ένας φουριόζος σερβιτόρος τους έφερε τους καταλόγους. Ανοίγοντας προσεκτικά τον κατάλογο μπροστά τους η Λίτσα έσκυψε προς τη Μαργαρίτα και της είπε ψιθυριστά

"Θα σε κοπανήσω με τον κατάλογο, μα το Θεό! Χασμουριέσαι συνέχεια, έχεις μαύρους κύκλους και δεν μιλάς καθόλου! Επίτηδες το κάνεις; Και τι δουλειά είχες στο Σύνταγμα;"

"Λίτσα δεν έχω κοιμηθεί σχεδόν καθόλου. Δεν πρόλαβα να σου πω στο αμάξι. Χθες ήμουν με τον Βίκινγκ. Και για να ξέρεις ο Χρήστος ξέρει πως κοιμήθηκα σε εσάς. Του είπα χθες βράδυ ότι επειδή θα βγαίναμε σήμερα θα ερχόσουν να με πάρεις αποβραδίς να κοιμηθώ σε σένα. Γι' αυτό σου είπα να με μαζέψεις από το Σύνταγμα."

"Δεν το πιστεύω... Ναι και κολοκυθάκια τηγανητά και καμία τυροκαυτερή και φυσικά μπεκρή μεζέ! Τι θα πιούμε;"

"Καφέ λέτε να κάνουν;" ρώτησε η Μαργαρίτα και η Λίτσα την κλώτσησε κάτω από το τραπέζι.

"Να πάρουμε μισό κιλό λευκό και μισό κόκκινο να τα δοκιμάσουμε;" πρότεινε ο Νίκος και συμφώνησαν όλοι.

"Πάω λίγο τουαλέτα μέχρι να παραγγείλουμε", είπε η Λίτσα και σηκώθηκε κοιτώντας τη Μαργαρίτα που έπαιζε με μια χαρτοπετσέτα.

"ΠΑΩ ΛΙΓΟ ΤΟΥΑΛΕΤΑ ΛΕΜΕ" ξαναείπε και η Μαργαρίτα επιτέλους έπιασε το σύνθημα και σηκώθηκε και εκείνη.

"Δεν προλαβαίνουμε να μου πεις λεπτομέρειες τι και πως. Πάρε βάλε λίγο κονσίλερ και λίγο ρουζ που είσαι σαν πεθαμένη και ρίξε μια περίληψη" είπε βγάζοντας από την τσάντα της ένα κονσίλερ και ένα ρουζ.

"Τι να σου πω ρε. Σάμπως ξέρω και εγώ τι έγινε; Βασικά σεξ έγινε, αλλά με δαύτον αυτό είναι το μόνο ξεκάθαρο, το σεξ!"

"Πως βρέθηκε στην Ελλάδα πάλι;"

"Δεν ξέρω..."

"Γιατί σε παράτησε στη Ρώμη;"

"Συνεχίζω να μην ξέρω..."

"Αφού δεν σου έδωσε καμία εξήγηση, γιατί του έκατσες πάλι;"

"ΔΕΝ ΞΕΡΩ!!!"

"Ξεράδια ξέρεις λοιπόν!"

"Ακριβώς..." 

"Και τι θα γίνει τώρα; Αυτή η βιόλα θα συνεχιστεί καιρό; Θα έρχεται όποτε του καυλώσει και θα πηδιέστε; Προφυλάξεις μωρή παίρνεις τουλάχιστον;"

"Παίρνω μαμά..."

"Σκάσε που θα με ειρωνευτείς κιόλας! Κάναμε 15 χρόνια να σε ξεκολλήσουμε από τον έναν μαλάκα, για να πέσεις τώρα σε ένα διεθνή μαλάκα; Οκ είχε την πλάκα του μέχρι ένα σημείο, αλλά δεν είναι και τόσο αστείο πλέον."

"Όχι δεν είναι..."

"Χαίρομαι που συμφωνούμε τουλάχιστον σε αυτό. Πάμε τώρα μέσα γιατί θα νομίζουν πως θάβουμε εκείνους", είπε και την τράβηξε έξω από την τουαλέτα.

Όταν έφτασαν στο τραπέζι είχαν έρθει τα πρώτα ορεκτικά και το κρασί. Η Μαργαρίτα κάθισε στη θέση της δίπλα στο παράθυρο και προσπάθησε να χαμογελάσει στον Ιάκωβο απέναντι της.

"Λευκό ή Κόκκινο;" τη ρώτησε και εκείνη έδειξε το κόκκινο κρασί.

"Μπορούμε να τους πούμε να φέρουν λίγα παγάκια;" παρακάλεσε τη Λίτσα και ο Ιάκωβος την κοίταξε με απορία δίνοντας της το ποτήρι που είχε μόλις γεμίσει.

"Άστο ρε Ιάκωβε, είναι λίγο βλαμμένη η φίλη μου. Θέλει το κόκκινο κρασί, αλλά το θέλει παγωμένο!" εξήγησε η Λίτσα κάνοντας νόημα στον σερβιτόρο.

"Δεν είναι πολύ ζεστό πάντως", σχολίασε εκείνος πίνοντας μια γουλιά από το δικό του ποτήρι.

"Εδώ λέγαμε με τον Ιάκωβο πόσο όμορφο είναι το Πήλιο τον χειμώνα. Είναι η καταγωγή του Ιάκωβου από εκεί. Να κανονίσουμε να πάμε κάνα διήμερο μετά τις γιορτές." πρότεινε ο Νίκος τσιμπώντας μια πατάτα.

"Έχεις πάει ποτέ στο Πήλιο;" ρώτησε ο Ιάκωβος τη Μαργαρίτα προσπαθώντας να ανοίξει κουβέντα μαζί της.

"Πάνε χρόνια. Είχαμε κάνει ένα Πάσχα στις Μηλιές με τον πρώην άντρα μου", του απάντησε ρίχνοντας ένα παγάκι μέσα στο ποτήρι με το κρασί της.

"Χωρισμένη και εσύ ε;"

"Επίσημα από προχθές. Ποιος να το έλεγε ότι τα διαζύγια θα έβγαιναν μέσα σε 12 μέρες πλέον."

"Τόσο φρέσκο; Νόμιζα πως ήσουν καιρό χωρισμένη..."

"Ήμουν τυπικά χρόνια, απλά πλέον είμαι και νομικά."

"Να πιούμε λοιπόν στην ελευθερία σου;"

"Φυσικά και να πιούμε! Στους διαλυμένους γάμους λοιπόν και στις δεύτερες ευκαιρίες!" είπε ο Νίκος και σήκωσε το ποτήρι του κλείνοντας τους το μάτι. Η Μαργαρίτα προσπάθησε να χαμογελάσει και τσούγκρισε το ποτήρι της με τα ποτήρια των υπολοίπων, όταν το κινητό της που βρισκόταν δίπλα στο πιάτο της φωτίστηκε και δονήθηκε. Ήπιε μια γουλιά από το κρασί της και με τρόπο σήκωσε το κινητό της κάτω από το αποδοκιμαστικό βλέμμα της Λίτσας.

"I am on my way to  the airport. I wish i could stay longer. How is the blind date going?" έγραφε το μήνυμα του Χίλμαρ και εκείνη θυμήθηκε τη μούρη του νωρίτερα την ώρα που του είχε πει πως έπρεπε να φύγει γιατί η φίλη της, της είχε κανονίσει να βγει ραντεβού στα τυφλά με κάποιον. Επίτηδες δεν του είχε αναφέρει ότι θα ήταν και η Λίτσα με τον Νίκο. Η γυναικεία  ματαιοδοξία της ήθελε να τσεκάρει αν θα έδειχνε έστω ένα ίχνος ζήλειας. Και εκείνος είχε ενοχληθεί. Ήταν ξεκάθαρο πως είχε ενοχληθεί. Δεν είχε πει κάτι, αλλά η έκφραση στο πρόσωπο του τα έλεγε όλα. Τι κι αν μόλις είχε βγει γυμνή από το κρεβάτι του χορτασμένη, εκείνη τη στιγμή όλη η αυτοπεποίθηση του είχε εξατμιστεί μέσα σε δευτερόλεπτα και είχε κατσουφιάσει σαν παρατημένο κουτάβι. Λες και εκείνη ήταν που έφευγε, όταν στην ουσία εκείνος ήταν που με ένα αεροπλάνο θα χανόταν πάλι... Πουθενά δεν είχαν καταλήξει για ακόμα μια φορά. Ελάχιστα είχαν πει από εκείνον τον πρώτο διάλογο τους και μετά και ας είχαν μείνει σχεδόν άυπνοι. Ότι κουβέντες είχαν ανταλλάξει ήταν κουβέντες πάνω στο σεξ που ο καθένας ξεστόμιζε στη δική του γλώσσα πάνω στην παραφορά. Και ούτε και την ώρα του αποχαιρετισμού που είχε ντυθεί και ήταν έτοιμη δεν είχε πει κάτι. Είχε απλά σταθεί μπροστά του χώνοντας το κεφάλι της στο στήθος του χτυπώντας το μερικές φορές, ενώ εκείνος την έσφιγγε μέσα στην αγκαλιά του. Όλη της τη δύναμη είχε χρειαστεί να επιστρατεύσει για να ξεκολλήσει από πάνω του. Είχε σηκωθεί στις μύτες, τον είχε φιλήσει με πάθος και είχε βγει από το δωμάτιο. Για έναν περίεργο λόγο κάθε νέος αποχαιρετισμός γινόταν όλο και πιο δύσκολος, από τον προηγούμενο, σκεφτόταν ενώ κατέβαινε με το ασανσέρ στο ισόγειο.        

"Σου μιλάει ο άνθρωπος, ξεκόλλα!" της είπε η Λίτσα απηυδισμένη και η Μαργαρίτα βγήκε από την ονειροπόληση της αμήχανη.

"Συγνώμη, αφαιρέθηκα..." 

"Σε ρωτούσα πόσο χρονών είναι ο γιος σου;"

"Ο Χρήστος μου; Τα 15 έκλεισε τον Ιούνιο" , απάντησε απολογητικά αφήνοντας το κινητό της διακριτικά πάνω στο τραπέζι με την οθόνη προς τα κάτω. Η Λίτσα ήταν αδελφή της και εκείνη την εξέθετε με τη συμπεριφορά της. Ήπιε μια μεγάλη γουλιά κρασί, έπιασε με το πιρούνι της ένα κολοκυθάκι και προσπάθησε να συμμετάσχει στη συζήτηση καταπνίγοντας και τα χασμουρητά, αλλά και την απελπισία που ένιωθε.

Δύο ώρες μετά το μαρτύριο είχε τελειώσει. Την είχαν πάει στο σπίτι της και εκείνη είχε δεσμευτεί να το επαναλάβουν. Νυσταγμένη ανέβηκε στο διαμέρισμα της. Το μόνο που ήθελε ήταν να πέσει να κοιμηθεί. Το ξενύχτι σε συνδυασμό με το κρασί την είχαν εξαντλήσει. Αφού χαιρέτησε τον Χρήστο που διάβαζε στο δωμάτιο του δίπλα σε ένα άδειο τάπερ με χυλοπίτες της κυρά Μίνας, μπήκε στο δωμάτιο της, έβγαλε τα ρούχα της, έβαλε ένα φούτερ και μια παλιά φόρμα και παίρνοντας το κινητό της στα χέρια της μπήκε κάτω από το πάπλωμα. Όση ώρα ήταν με τα παιδιά στην ταβέρνα το κινητό είχε δονηθεί άλλες δύο φορές, αλλά αποφασισμένη να μην εκνευρίσει τη Λίτσα, το είχε βάλει μέσα στην τσάντα χωρίς να το κοιτάξει. Τώρα επιτέλους θα μπορούσε απερίσπαστη να δει τι είχε στείλει ο άλλος. Πράγματι μόλις η οθόνη φωτίστηκε δύο μηνύματα από τον Χίλμαρ την περίμεναν στο viber.

"I wish he is bαld, short and with hairy  nose and ears!"

"Not even read?" της έγραφε και εκείνη ένιωσε μια μικρή ικανοποίηση που τον είχε τσούξει λίγο και το έδειχνε. Νιώθοντας ασφάλεια πως πλέον θα ήταν στον αέρα, άρχισε να του απαντάει.

"He had hair on his head and not in his nose or ears! If i find out about the hairs on the other parts of his body, i will let you know since you care about it so much :p" πληκτρολόγησε και πάτησε την αποστολή. Έσβησε το κινητό, το έβαλε στο κομοδίνο και έκλεισε τα μάτια της όταν ακούστηκε ο ήχος ενός νέου μηνύματος. Μα δεν μπορεί να απαντούσε! Με περιέργεια ενεργοποίησε το κινητό ξανά για να δει ότι όντως της απαντούσε!

"So don't you know already?"

"How the hell are you answering me?"

"Emirates business class. Available wi-fi inflight! So? Does he have hair on other parts?

"I was way too exhausted to find out..."

"What are you wearing?"

"Seriously? Sexting? On a plane? With my poor english? In our age?"

"If you were here on board with me, you would know that first class cabins in long distance flights have as much privacy and space, as a hotel room. All i am thinking about since we took off from Athens is the different ways we could fuck in here...As for your age, you are my sugar baby, baby :p"

"LOL! Baby??? Your 45 year-old sugar baby was ready to fall asleep wearing a hoodie and a sweatpants!"

"Sexy! The perfect match to your granny panties! You know how to turn on a man..."

"Are you doubting my seduction skills? Be careful daddy and don't challenge me... Heart attacks are typical at your age... "

"The best death i could ever wish for...Hearing you crying my name the way you do while you come...my name and all the other stuff you say that i don't understand... Will you have the courtesy to translate whatever you say for me now?

"I can send Vasilis what i say to translate them for you..."

"Do i want him to translate?"

"No, you don't...I mostly swear.. I also inform you about me being close to come and finally i order you to do things not in a very polite way..."

"And how am i supposed to do those things, if i don't understand you?"

"It doesn't matter if you do them or not... And you? What are you saying in Icelandic?"

"Male stuff... how hard you make me... how tight and wet you are...how fucking amazing is to feel horny like teen at this age...how i love the way you grab my shoulders leaving marks on them...how i long to leave marks on you with my teeth...how desperately i crave licking every inch of you..."  

"Stop it Hilmar... I'll buy a dildo and then i wont need you at all!"

"So you DO need me! You said no more gifts...What if i bought you something that it would actually be a gift for me? Something you would wear only for me...I would put it on you... Would you consent?"

"You have to show me first what we are talking about..."

"Give me ten minutes! Don't fall asleep...ok?"

"I will try..." είπε και ξαναδιάβασε τη στιχομυθία τους όσο περίμενε νιώθοντας ξαναναμμένη λες και όλα όσα έγραφαν ο ένας στον άλλο, είχαν λειτουργήσει σαν προκαταρκτικά. Πανάθεμα τον! Τι σκατά την αναστάτωνε όταν βρισκόταν τόσο μακριά; Πως θα την πάλευε τώρα; Αλλά αυτό που του άξιζε ήταν να αρχίσει να αγγίζει μόνη της τον εαυτό της και να του γράψει με κάθε λεπτομέρεια τι κάνει! Αχ και να ήξερε λίγο καλύτερα αγγλικά... Όχι δεν ήταν είκοσι χρονών. Ήταν κουρασμένη...ήταν το παιδί μέσα.. Σύνελθε Μαργαρίτα! μάλωσε τον εαυτό της όταν το κινητό ξαναδονήθηκε.

"Ι am back. Check your email. You will find an airplane ticket. Next Saturday night i want to take you out on a date. Will you escort me to the opening of my company's department in Budapest? It's a two hour flight... Say yes... Say yes and i will show you what i was talking about... You will be in Budapest by 21:00 and you will be getting back on the morning flight... 15 hours of your life! That's all i am asking for!"

"You are crazy!!!"

"I am...for you... Say yes..."

"No penthouse hotel rooms! And you will not dump me again!"

"No penthouse hotel room and i wont dump you.. My flight from New York lands in Budapest hours before yours and on Sunday morning your flight departs first..."

"Fine...now tell me once more how much you crave to lick every inch of my body and i will tell you what i am doing right now with my hand pretending its yours..." του έγραψε βάζοντας το χέρι της μέσα από τη φόρμα της και ο Χίλμαρ σε ύψος χιλιάδων μέτρων κάπου πάνω από τον Ατλαντικό πάτησε το κουμπί για να κλείσουν τα διαχωριστικά της καμπίνας του.   


  


 

    


  

   

   

 

   

"Sugar Daddy" ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΠΕΜΠΤΟ

 "Ήρθα..."

"Καλώς τον."

"Τελικά βρήκες άκρη με το πακέτο;"

"Ναι. Ο πατέρας σου μου έστειλε κάτι τελευταία πράγματα μου, που είχαν ξεμείνει σπίτι του και ξέχασε να με ενημερώσει."

"Φυσικά. Εξαφανίζει και τα τελευταία ίχνη σου."

"Δεν είναι έτσι και το ξέρεις... Γιατί είσαι τόσο θυμωμένος μαζί του; Δεν χαίρεσαι που θα ξαναφτιάξει τη ζωή του;"

"Εγώ απορώ πως δεν είσαι εσύ θυμωμένη μαζί του!"

"Γιατί να είμαι παιδί μου θυμωμένη. Εγώ θέλω να είναι ευτυχισμένος."

"Και εσύ; Εσύ είσαι ευτυχισμένη;"

"Η δική μου ευτυχία έχει πάψει εδώ και πολύ καιρό να συνδέεται με τον πατέρα σου. Γι' αυτό άλλωστε δεν είμαστε και μαζί. Σου το έχω εξηγήσει πολλές φορές και θα στο πω ακόμα μια. Η απόφαση να μην είμαστε μαζί δεν είναι κάτι που μου το επέβαλε εκείνος. Ήταν κάτι που το θέλαμε και οι δύο. Μην τον χρεώνεις επομένως για πράγματα που δεν ευθύνεται. Ήσουν μικρούλης τότε και δεν ξέρω τι θυμάσαι, αλλά εγώ με τον μπαμπά δεν ήμασταν καλή ομάδα. Το μόνο καλό πράγμα στη σχέση μας ήσουν εσύ. Γι'  αυτό και θα αγαπιόμαστε πάντα ότι και να γίνει."

"Καλά, καλά... Βάλε μου κάνα κουραμπιέ τώρα", είπε βγάζοντας το γάλα από το ψυγείο.

"Δεν βλέπω οι κουραμπιέδες να επιβιώνουν  μέχρι τα Χριστούγεννα όπως το πάμε μάνα και γιός", σχολίασε γελώντας και του έβαλε δύο σε ένα πιάτο. 

"Θα πως εγώ στη Μινούλα μου να μου φτιάξει και άλλους", δήλωσε με έπαρση και άρχισε να τρώει τους κουραμπιέδες γεμίζοντας το τραπεζομάντιλο της κουζίνας με ζάχαρη άχνη. Πόσο είχε μεγαλώσει και πόσο έμοιαζε στον πατέρα του, σκέφτηκε η Μαργαρίτα τη στιγμή που εκείνος άδειαζε το ποτήρι με το γάλα που είχε μπροστά του. Και ενώ περίμενε πως θα σηκωνόταν και θα πήγαινε στο δωμάτιο του, εκείνος κάθισε εκεί παίζοντας με τα ψίχουλα νευρικά.

"Πες το!" τον παρότρυνε.

"Θα σε ρωτήσω κάτι και θέλω να μου απαντήσεις μόνο σε αυτό που θα σε ρωτήσω,  χωρίς να κάνεις ερωτήσεις. Μπορείς;"

"Μπορώ!"

"Ωραία... Πως διαλέγεις δώρο για ένα κορίτσι; Εννοώ τι αρέσει στα κορίτσια να τους κάνουν δώρο;" είπε και η Μαργαρίτα τον κοίταξε αποσβολωμένη για μερικά δευτερόλεπτα. Πήρε μια βαθιά ανάσα και τιθασεύοντας την ανάγκη της να ρωτήσει λεπτομέρειες για το κορίτσι ξεκίνησε να του απαντάει.

"Χρήστο μου όλες οι γυναίκες μεγάλες και μικρές ένα πράγμα εκτιμούν σε ένα δώρο που θα τους κάνει κάποιος άντρας και αυτό δεν είναι η αξία του. Οκ, εντάξει κάποιες το μετράνε και αυτό, αλλά πίστεψε με άλλο είναι το σπουδαιότερο. Το δώρο που θα κάνεις σε ένα κορίτσι λοιπόν, πρέπει να δείχνει νοιάξιμο. Και τι σημαίνει αυτό; Πχ αν θες να πάρεις λουλούδια σε μια γυναίκα δεν θα μπαίνεις σε ένα ανθοπωλείο και θα αγοράζεις ότι λουλούδια σου πουλήσει ο ανθοπώλης. Θα αγοράζεις στοχευμένα τα λουλούδια που ξέρεις πως αγαπάει η κοπέλα που θα τα προσφέρεις, ακόμα και αν αυτά είναι μολόχες. Εν ολίγοις πρέπει να ακούς το κορίτσι όταν μιλάει και το δώρο σου πρέπει να δείχνει πως το ακούς. Μικρές ασήμαντες λεπτομέρειες που την αφορούν και που εσύ έχεις δώσει σημασία θα κάνουν το δώρο σου μοναδικό. Σκέψου λοιπόν... Τι κάνει αυτό το κορίτσι ιδιαίτερο για σένα; Και βρες... βρες ένα τρόπο μέσα από το δώρο σου να της το δείξεις αυτό", τον συμβούλεψε και εκείνος έδειξε να καταλαβαίνει.

"Το 'χω", είπε εκείνος και σηκώθηκε από το τραπέζι. Πριν βγει όμως από την κουζίνα γύρισε πάλι πίσω, της έσκασε ένα πεταχτό φιλί και της είπε "μαμά, το δέντρο σου είναι μια κούκλα σαν εσένα!" και πριν εκείνη προλάβει να αντιδράσει πήγε και κλείστηκε στο δωμάτιο του αφήνοντας τη συγκινημένη να κοιτάζει την κούτα κάτω από το τραπέζι που ακόμα δεν είχε βρει το κουράγιο να ανοίξει το περιεχόμενο της. 

Η συζήτηση με τον Χρήστο της είχε αλλάξει τη διάθεση. Δεν ήταν πλέον θυμωμένη με την παγίδα του Χίλμαρ. Γιατί παγίδα ήταν. Αν ήθελε να επιστρέψει τα δώρα έπρεπε να τον δει. Αν δεν τον έβλεπε θα έπρεπε να τα κρατήσει. Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα η κατάσταση και εκείνη δεν ήξερε ακόμα ούτε τι ακριβώς είχαν μέσα οι επώνυμες σακούλες. Έσκυψε κάτω από το τραπέζι και τράβηξε την κούτα. Την έπιασε στα χέρια της και πήγε στο δωμάτιο της. Θα τα άνοιγε. Έπρεπε να ξέρει με τι είχε να κάνει. Πρώτη τράβηξε τη λευκή χαρτοσακούλα που έγραφε Jo Malone LONDON. Αυτή ήταν και ίσως η πλέον προβλέψιμη. Προφανώς και είχε κάποιο άρωμα. Έλυσε τη μαύρη κορδέλα και έβγαλε ένα κουτί πολυτελείας που ήταν επίσης δεμένο με μαύρη κορδέλα. Έλυσε και τη δεύτερη κορδέλα και άνοιξε το κουτί για να δει ένα γυάλινο μεγάλο μπουκάλι με ασημί καπάκι με μια μικρή καρτούλα πάνω του. Η καρτούλα έγραφε με καθαρά κοφτά γράμματα "Jo Malone was easier to be found, than Vivi from Nikaia", και το μπουκάλι έγραφε πάνω NECTARINE BLOSSOM AND HONEY COLOGNE. Της είχε πάρει το άρωμα που φορούσε και ας μην του είχε πει ποτέ πως το έλεγαν. Τον έκανε εικόνα να μπαίνει μέσα στο μαγαζί ψάχνοντας το άρωμα που μύριζε ροδάκινα στη βροχή. Σχεδόν τον έβλεπε μπροστά της να το μυρίζει και να το διαλέγει. Κολακευμένη έβαλε το μπουκάλι στη θέση του και τράβηξε τη δεύτερη σακούλα. Αυτή που έλεγε "La perla". Αυτή σίγουρα είχε κάποιο εσώρουχο. Πιθανόν κάτι τολμηρό, υπέθεσε και έλυσε ακόμα μια κορδέλα, βγάζοντας από μέσα ένα χρυσό χαρτί περιτυλίγματος που τύλιγε κάτι μαλακό. Άνοιξε προσεκτικά το χαρτί και έβαλε τα γέλια. Ένα σετ βαμβακερά εσώρουχα σε κρεμ χρώμα με ελάχιστη δαντέλα στα τελειώματα στο νούμερο της και ακόμα μια καρτούλα με τον ίδιο γραφικό χαρακτήρα που έγραφε "i never thought granny panties would look so sexy on a woman". Δύο στα δύο, σκέφτηκε και τράβηξε την τρίτη σακούλα του Cartier. Κάποιο κόσμημα προφανώς, αλλά τι; Τράβηξε την κόκκινη κορδέλα και άδειασε το περιεχόμενο της σακούλας πάνω στο κρεβάτι. Ένα κόκκινο κουτάκι και ακόμα μια καρτούλα. "Roses are red, violets are blue, but who fucks roses and violets when he can fuck daisies!" έγραφε η τρίτη αυτή κάρτα και μέσα στο κουτάκι υπήρχε ένα ροζ χρυσό κολιέ με μια όμορφη μαργαρίτα που στο κέντρο της είχε ένα μικρό διαμάντι. Προβληματισμένη τακτοποίησε τα δώρα του Χίλμαρ όμορφα στις συσκευασίες τους και τα τοποθέτησε μέσα στην κούτα. Πήρε τις τρείς κάρτες, κατέβασε την κούτα στο πάτωμα, ξάπλωσε και ξαναδιάβασε τα σημειώματα. "Τα δώρα πρέπει να δείχνουν νοιάξιμο" έλεγε του Χρήστου λίγη ώρα πριν και να που ο σκατοισλανδός που την είχε παρατήσει ήδη δυο φορές σύξυλη, έκανε ακριβώς αυτό. Απελπισμένη μην ξέροντας τι να νιώσει και τι να κάνει, πέταξε τις κάρτες στο κομοδίνο της, έκλεισε το φως και έχωσε το κεφάλι της στο μαξιλάρι της για να μην ουρλιάξει! Για λίγα λεπτά έμεινε έτσι σαν πεισματάρικο παιδί. Ο αέρας όμως κάτω από το μαξιλάρι λιγόστευε... Με μια νευρική κίνηση το πέταξε στο πάτωμα και άναψε πάλι το φως. Πήρε το κινητό της από το κομοδίνο και έβγαλε το μεγαλύτερο σημείωμα του Χίλμαρ που πάνω του έγραφε τον αριθμό του κινητού του. Πέρασε το νούμερο του στη μνήμη του δικού τη κινητού και άρχισε να πληκτρολογεί αδιαφορώντας για την ώρα ή το κόστος του μηνύματος σε νούμερο του εξωτερικού.

"Thank's for the gifts. You have put some efford in them, beside their cost... and i appreciate it", έγραψε λακωνικά και το έστειλε. Ένα λεπτό μετά το κινητό της δονούταν, γιατί ο Χίλμαρ φυσικά την καλούσε.

"That's all? A dry thank you?"

"Hello to you too Hilmar."

"Rita i need to see you..."

"We have n't spoken for almost three months and now you need to see me?"

"Let me come over and pick you up... Lets talk face to face. Please..." την παρακάλεσε και εκείνη τον άφησε επίτηδες λίγη ώρα να σιγοβράζει πριν του απαντήσει,

"Οκ.  Where are you? I 'll be there in less than an hour."

"No it 's late. I pick you up!"

"No! Tell me where you are or i' ll hang up!"

"Fine, i am staying at the Hotel Grande Bretagne in Syntagma."

"I know where Grande Bretagne is, jesus!"

"I will be waiting for you in the lobbie. My room is at the penthouse..."

"You have an issue with rooms in the highest floors! Έλεος πια!" διαμαρτυρήθηκε και του το έκλεισε. Ευτυχώς που τα ξενοδοχεία στην Αθήνα δεν ήταν τόσο ψηλά, σκέφτηκε και σηκώθηκε από το κρεβάτι.

Μία ώρα και ένα τέταρτο μετά το ταξί την άφηνε μπροστά στη Μεγάλη Βρετανία. Αμέσως τον εντόπισε έξω από το ξενοδοχείο να καπνίζει. Μόλις την είδε έσβησε το τσιγάρο του και την πλησίασε. Φορούσε ένα μαύρο μακρύ παλτό και είχε αφήσει τα γένια του να μακρύνουν. Έμοιαζε κουρασμένος... 

"Ι missed you Rita" της είπε και χωρίς να περιμένει να του απαντήσει την έκλεισε στην αγκαλιά του. Για ένα ολόκληρο λεπτό έμειναν έτσι. Εκείνη σαν το κούτσουρο αιφνιδιασμένη από τη διαχυτικότητα του και εκείνος να τη σφίγγει χωρίς να μιλάει. 

"Ι am freezing right here", διαμαρτυρήθηκε εκείνη ελπίζοντας το make up της να μην λερώσει το παλτό του και εκείνος πιάνοντας την από το χέρι άρχισε να την τραβάει προς το εσωτερικό του ξενοδοχείου.

"Ηilmar one step of yours is three steps of mine. Slow down!" τον παρακάλεσε και εκείνος επιβράδυνε τον βηματισμό του.

Στα βουβά ανέβηκαν με το ασανσέρ κρατημένοι χέρι χέρι. Προσπάθησε η Μαργαρίτα σε κάποια φάση να τραβήξει το χέρι της, αλλά εκείνος δεν το άφηνε. Μόνο όταν στάθηκαν μπροστά στην πόρτα της σουίτας το άφησε για να ανοίξει την πόρτα. Αδιαφορώντας κυριολεκτικά για το δωμάτιο  μπήκε μέσα και πέταξε σε μια καρέκλα το μπουφάν της και τη τσάντα της, γυρνώντας του την πλάτη. Όταν τα χέρια του έπιασαν τους ώμους της, εκείνη τραβήχτηκε κάνοντας μερικά βήματα μπροστά.

"We need to talk first!", απαίτησε και προχώρησε μπρος το bar που ήταν μέσα στο δωμάτιο βάζοντας στον εαυτό της ένα ποτήρι βότκα που ήπιε μονορούφι.

"What you want from me Rita? What am i doing wrong? Wasn't i honest with you from the beginning?" είπε εκείνος και κάθισε παραδομένος σε μια πολυθρόνα.

"Οh yes you were! From the first moment you were clear. Only sex, gifts and travels right? This is what you offer. Well, put your offer to you butthole!"

"Why? You need a husband?"

"Fuck you Hilmar! I don't need a husband, but i don't need a sugar daddy either!!!"

"I am too young to be your sugar daddy and you are too old to be my sugar baby..."

"Άντε γαμήσου που θα μου πεις ότι είμαι και μεγάλη!"

"English... Don't tell me what you don't want. Tell me what you want instead!"

"First of all i want to be respected! You left without even saying goodbye! I am not a prostitute either you like it or not!"

"I never treated you like a prostitute... You judge me wrong..."

"Am i? And what is this? After three months you are horny and you said lets go see the available Greek chick!"

"You make it sound cheap..."

"It is cheap Hilmar beside the suites, the gifts and all the luxury!"

"So you didn't miss me at all? You don't want me this moment as much i want you?"

"This is not what i am saying!!! Pay attention to what i am saying! For first time after ten years my life is getting better. I love your company. I enjoy it like hell when you fuck my body, but i will not permit you fuck my life coming and going like tornedo! No strings attached, is fine with me. What is not fine, is you behaving like a total asshole!"

"Rita my life at this moment is a total mess..."

"Fix the mess and maybe we can find then a way to make this thing, whatever it is, to work somehow!" είπε και χωρίς να περιμένει να της πει κάτι άλλο τον πλησίασε, έσκυψε μπροστά του και κλείνοντας το κεφάλι του μέσα στα χέρια της τον φίλησε με πάθος. 

"Ι thought I was the pervert guy trying to take advantage of you" ψιθύρισε εκείνος στο αυτί της αρπάζοντας την και ανεβάζοντας την στην αγκαλιά του.

"Shut up and fuck me now. Your beard is so sexy!!! Take my clothes off. I want to feel it on my bare skin..." είπε και εκείνος άρχισε να τη γδύνει.   

     


  

 

    

                      


  

Τετάρτη 14 Σεπτεμβρίου 2022

"Sugar Daddy" ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΤΕΤΑΡΤΟ




Σε όλη την πτήση της επιστροφής η Μαργαρίτα σκεφτόταν πως το κεφάλαιο Χίλμαρ είχε κλείσει ακριβώς όπως είχε ξεκινήσει, απροσδόκητα. Ξεπερνώντας την αρχική πικρία και όσο το αεροπλάνο την επέστρεφε στην πραγματικότητα της, τόσο πιο σίγουρη ένιωθε πως η τροπή των πραγμάτων ήταν η καλύτερη δυνατή. Τι παραπάνω θα είχε προσφέρει ένας αποχαιρετισμός; Τίποτα απολύτως. Γύρισε έτσι σπίτι της και προσπάθησε να κρατήσει τις λίγες αναμνήσεις που είχαν μοιραστεί μέσα στο κουτάκι του μυαλού της που απ' έξω έγραφε "τρελά και όμορφα". Διέγραψε τα email του, ώστε να μην έχει η ίδια τρόπο επικοινωνίας και ζήτησε από τη Λίτσα να σταματήσει να ρωτάει συνέχεια αν εκείνος είχε επικοινωνήσει. Το πράγμα είχε κάνει τον σύντομο κύκλο του και άνηκε στο παρελθόν.  

Και κυλούσαν οι μέρες και ο χειμώνας πλέον ήταν γεγονός. Το όνειρο της σόμπας πέλετ αντικαταστάθηκε με την αγορά μιας σόμπας υγραερίου, το όνειρο μιας νέας καλύτερης δουλειάς έγινε αναζήτηση μιας δεύτερης οποιασδήποτε δουλειάς, η συζήτηση με τον Χρήστο αναβλήθηκε μέχρι το επόμενο καλοκαίρι και η αποστασιοποίηση από τον Στέλιο έπαψε να αποτελεί πλέον δική της επιλογή. Τέλη Νοεμβρίου ήταν όταν ο Στέλιος της είχε ζητήσει να περάσει από το σπίτι για να συζητήσουν κάτι σοβαρό, κάνοντας την αρχικά να ανησυχήσει για την υγεία του. Βλέποντας τον όμως στο κατώφλι της πόρτας της χαρούμενο και λαμπερό κατάλαβε πως κάτι άλλο ήταν το σοβαρό και όχι ευτυχώς κάποιο θέμα υγείας.

"Μπορείς αύριο το πρωί να πάμε στην τράπεζα; Πούλησε ο πατέρας μου το οικόπεδο στη Μήλο σε πολύ καλή τιμή και μου έδωσε τα λεφτά. Μαργαρίτα επιτέλους θα είμαστε και πάλι ελεύθεροι. Θα μπορέσουμε να βγάλουμε και το διαζύγιο χωρίς προβλήματα. Να κάνουμε μια καινούργια αρχή. Θα μπορέσει η μάνα σου να σου γράψει το σπίτι, χωρίς να φοβάται μην σου το πάρει η τράπεζα. Και εγώ... Εγώ θέλω να ξαναπαντρευτώ Μαργαρίτα. Έχω βρει νομίζω τη κατάλληλη γυναίκα για να περάσω το υπόλοιπο της ζωής μου μαζί της", της είχε πει κρατώντας της τα χέρια και η Μαργαρίτα δεν ήξερε αν έπρεπε να χαρεί ή να λυπηθεί. Το χρέος θα έφευγε από πάνω της και μαζί του θα έφευγε και ότι την έδενε με τον Στέλιο. Θα έμενε μόνο ο Χρήστος να θυμίζει πως κάποτε αυτοί οι δύο άνθρωποι είχαν υπάρξει ζευγάρι. Και ενώ μια μελαγχολία την έπιανε που και αυτός ο κύκλος επιτέλους έκλεινε, δεν μπορούσε να μην νιώθει μια κάθαρση. Τον είχε αγκαλιάσει τρυφερά, του είχε δώσει ένα τελευταίο φιλί και του είχε ευχηθεί ότι καλύτερο, σίγουρη πως ότι ξόρκι τον είχε δέσει μαζί της, είχε πλέον λυθεί οριστικά.

Η καινούργια χρονιά θα την έβρισκε πιο ελαφριά από ποτέ. Όλα θα πήγαιναν καλά. Ήταν υγιής, ήταν ελεύθερη, ήταν ανεξάρτητη και σύντομα θα έβρισκε και μια δεύτερη δουλειά ώστε να μην νιώθει τόσο μόνη. Όλα θα πήγαιναν καλά, σκεφτόταν καθώς κρεμούσε τις χρυσές μπάλες στο Χριστουγεννιάτικο δέντρο δύο εβδομάδες μετά, ξεπερνώντας το γεγονός πως ο Χρήστος δεν είχε ρίξει ούτε μια δεύτερη ματιά στο ημιτελές στολισμένο δέντρο πριν φύγει. Ο Χρήστος που σαν παιδάκι λύσσαγε για το δέντρο, πλέον δεν έδινε δεκάρα τσακιστή αν θα στόλιζαν ή όχι. Πως να του κρατήσει όμως κακία; Ήταν ερωτευμένος. Μέρες τώρα τον έβλεπε να υποφέρει μπροστά στο κινητό του. Είχε χάσει την όρεξη του. Έκανε τρεις φορές τη μέρα μπάνιο. Της είχε ζητήσει έναν άρωμα δώρο για τα Χριστούγεννα. Όλα τα σημάδια ήταν εκεί και εκείνη διασκέδαζε τόσο πολύ με το δράμα του, που δεν μπορούσε να του θυμώσει για τα νεύρα και τις παραξενιές. Τον χάζευε όπως φωτιζόταν ολόκληρο το πρόσωπό του όταν το πολυπόθητο μήνυμα ερχόταν και τον καμάρωνε, ζηλεύοντας ίσως λιγάκι εκείνο το πρώτο καρδιοχτύπι του έρωτα που μαζί του θα έφερνε φουρτούνες και βάσανα που σιγά σιγά θα τον ωρίμαζαν ετοιμάζοντας τον για τον κόσμο της ενηλικίωσης. Είχε σκεφτεί να τον ρωτήσει ευθέως τι έπαιζε, αλλά είχε συγκρατηθεί. Αν έκανε το λάθος να ανοίξει εκείνη πρώτη την κουβέντα, εκείνος θα σήκωνε τοίχο και δεν θα μάθαινε ποτέ. Έκανε έτσι υπομονή βράζοντας στο ζουμί της, ελπίζοντας κάποια στιγμή να της μιλούσε από μόνος του για την κοπελίτσα που είχε κάνει την καρδούλα του να σκιρτήσει.

Εννιά το βράδυ είχε πάει όταν είχε τελειώσει με το στόλισμα του δέντρου. Έξω είχε νυχτώσει από ώρα. Ευτυχώς ο καιρός ήταν ακόμα σχετικά γλυκός. Ο Θεός τους είχε λυπηθεί και ο χειμώνας μέχρι στιγμής δεν είχε δείξει τα δόντια του. Άναψε τα λαμπάκια, έφτιαξε μια ζεστή σοκολάτα και κάθισε μπροστά στο δέντρο χαζεύοντας το μέσα στην απόλυτη ησυχία. Την ξεκούραζε αυτή η ησυχία. Από εβδομάδα θα ξεκινούσε το πανδαιμόνιο του εορταστικού ωραρίου και εκείνη θα έτρεχε σαν ποδήλατο. Σκέφτηκε να πάει στην κουζίνα να πάρει ακόμα έναν κουραμπιέ από αυτούς που της είχε φέρει νωρίτερα η μάνα της, αλλά είχε χαλαρώσει τόσο πολύ που ακόμα και αυτό βαριόταν να σηκωθεί να κάνει. Τυλίχτηκε έτσι στην μάλλινη ζακέτα της και συνέχισε να κοιτάζει τα λαμπάκια αδειάζοντας το μυαλό της, όταν χτύπησε το τηλέφωνο της.

"Αν δεν σηκώσω εγώ το τηλέφωνο να σε πάρω γαϊδούρα, εσύ δεν παίρνεις!" παραπονέθηκε η Λίτσα μόλις το σήκωσε.

"Θα σε έπαιρνα ρε και εγώ. Έμπλεξα με το στόλισμα του δέντρου!"

"Χθες στολίσαμε και εμείς. Σου έχω πει πόσο σιχαίνομαι τη διαδικασία ε; Αλλά τι να έκανα; Μου είχε φάει τα αυτιά η μικρή..."

"Λίτσα απόλαυσε το όσο μπορείς! Ο δικός μου χεσμένο το έχει πλέον το δέντρο."

"Μάθαμε τίποτα για τη μικρή ξελογιάστρα;"

"Κουβέντα δεν λέει... Ντύθηκε, στολίστηκε, έκανε τρείς ώρες να φτιάξει το μαλλί του και έφυγε ο γαμπρός! Το μόνο που μου είπε η μάνα μου το πρωί που πέρασε να μας φέρει μελομακάρονα και κουραμπιέδες, ήταν πως της ζήτησε 50 ευρώ για να πάρει λέει κάποια δώρα τα Χριστούγεννα. Είμαι ειλικρινά περίεργη τι θα πάει να της πάρει της κοπέλας."

"Έφτιαξε η κυρά Μίνα κουραμπιέδες;;;;;;"

"Έφτιαξε που να μην έφτιαχνε! Πέντε έχω φάει από εκείνη την ώρα! Μου έφερε και για σένα ένα πακέτο. Ξέρεις το κλασσικό πακέτο με το μεταλλικό χριστουγεννιάτικο κουτί που σου δίνει κάθε χρόνο. Αυτό με τα καλαίσθητα Αγιοβασιλάκια και χιονανθρωπάκια απ' έξω!"

"Ποιος το χέζει το κουτί. Το περιεχόμενο μετράει! Μάθε μωρή άχρηστη να φτιάχνεις τους κουραμπιέδες της!"

"Μην αρχίζεις και εσύ! Και αυτή τα ίδια έλεγε το πρωί. Θα πεθάνω και δεν θα ξέρεις να φτιάχνεις έναν κουραμπιέ και ένα μελομακάρονο... "

"Να σου πω, θα βρεθούμε αύριο; Κυριακή είναι, δεν δουλεύεις. Πάμε για ένα κρασάκι; Θα κρατήσει η πεθερά μου τη μικρή. Θα μου δώσεις και τους κουραμπιέδες μου."

"Που να τρέχουμε ρε; Δεν θες να έρθεις από εδώ;"

"Όχι δεν θέλω να έρθω από εκεί! Θέλω να βγω έξω και κανονικά θα έπρεπε να θες και εσύ! Άσε που δεν θα είμαι μόνη μου. Θα είναι και ο Νίκος μαζί με έναν συνάδελφό του."

"Λίτσα προξενιό μου ετοιμάζεις;"

"Άσε μας κουκλίτσα μου, άκου προξενιό! Μια γνωριμία. Και στην τελική ακόμα δεν έχουμε γιορτάσει το διαζύγιο σου! Όσο για τον Ιάκωβο καλή φάση είναι, καλό παιδί, χωρισμένος και αυτός, στην ηλικία μας, με περιουσία, δουλειά, βλέπεται, τι άλλο θες;"

"Ρε Λίτσα τώρα σοβαρά, θες να μου τα φτιάξει με άνθρωπο που τον λένε Ιάκωβο; Και ποιος σου είπε ότι εγώ ψάχνω για άντρα;"

"Κοίτα ρε φίλε που κόλλησε! Στο όνομα! Θα έρθεις και ας μην γίνει τίποτα! Θα έρθεις έτσι για να πάρεις αέρα. Θα έρθεις και θα πεις και ένα τραγούδι, γιατί μου χρωστάς! Τρώγοντας θα σου έρθει και η όρεξη! Δεν ακούω κουβέντα!"   

"Μην με σταυρώνεις ρε Λίτσα. Άσε με στην ησυχία μου να ξεκουραστώ αύριο. Τι τις θες τώρα τις εξόδους;" είπε τη στιγμή που ακούστηκε το κουδούνι της κάτω πόρτας.

"Περιμένεις παρέα;" 

"Ο Χρήστος θα ξέχασε τα κλειδιά του. Κάτσε να του ανοίξω μια στιγμή."

"Δεν κάθομαι! Σε κλείνω. Τα λέμε αύριο. Θα περάσουμε κατά τη μία το μεσημέρι να σε πάρουμε!"

"Λίτσα περίμενε!!! Λίτσα;;;" είπε πατώντας το κουμπί του θυροτηλεφώνου, αλλά η Λίτσα το είχε κλείσει. Εκνευρισμένη με το ένα χέρι ξεκλείδωσε την πόρτα του διαμερίσματος και την άνοιξε, ενώ με το άλλο χέρι καλούσε πίσω την Λίτσα. Μόλις όμως είδε έναν άγνωστο άντρα να ανεβαίνει τη σκάλα κρατώντας στα χέρια του μια κούτα, τερμάτισε την κλήση και σιχτίρισε που δεν είχε ρωτήσει ποιος ήταν.

"Παρακαλώ;" είπε διστακτικά.

"Είστε η κυρία Δήμου;" ρώτησε εκείνος ευγενικά.

"Μάλιστα", απάντησε κοιτώντας τον καλοντυμένο νεαρό με επιφύλαξη.

"Έχω κάτι για εσάς", εξήγησε προσφέροντας της την κούτα που δεν έγραφε κάτι διευκρινιστικό απ' έξω.

"Δεν έχω κάνει κάποια παραγγελία. Κάποιο λάθος έχει γίνει ", ξεκίνησε να λέει, αλλά ο νεαρός αγνοώντας την, ακούμπησε την κούτα μπροστά στα πόδια της, είπε ένα βιαστικό "καλό βράδυ", έκανε μια μεταβολή και άρχισε να κατεβαίνει τη σκάλα βιαστικά.

"Μισό λεπτό!!!" φώναξε η Μαργαρίτα και έτρεξε να βάλει παπούτσια, αλλά όταν επέστρεψε στην πόρτα ο τύπος είχε χαθεί. Άρπαξε την κούτα και τα κλειδιά της και κατέβηκε τη σκάλα. Βγήκε από την είσοδο και κοίταξε τον δρόμο μπροστά της. Κανένα ίχνος όμως του μυστήριου διανομέα. "Γαμώτο!" αναφώνησε και ανατριχιάζοντας από το κρύο ξαναμπήκε θυμωμένη στην είσοδο και άρχισε να ανεβαίνει τις σκάλες με την κούτα στα χέρια. 

Για κάνα δεκάλεπτο είχε την κούτα πάνω στο τραπέζι και την κοιτούσε προβληματισμένη. Ίσως να είχε παραγγείλει κάτι ο Χρήστος, σκέφτηκε και έπιασε το κινητό της για να τον πάρει τηλέφωνο. Ο Χρήστος όμως ενοχλημένος από την κλήση της, από την άλλη άκρη της γραμμής τη διαβεβαίωνε βιαστικά πως ούτε και εκείνος είχε παραγγείλει κάτι. Τότε τι σκατά ήταν αυτή η κούτα; Η παράδοση δεν είχε γίνει σε εργάσιμες ώρες, από κάποιον που να μοιάζει με υπάλληλο ταχυμεταφορικής. Ίσως ο Στέλιος να της έστελνε επιτέλους με κάποιον φίλο του τα βινύλια της που είχαν ξεμείνει στην αποθήκη του σπιτιού που έμεναν τότε μαζί. Και πάλι όμως, τώρα τα θυμήθηκε; Δέκα χρόνια μετά; Χώρια που αν ήταν οι δίσκοι της η κούτα θα ήταν πιο βαριά. Κούνησε λιγάκι την κούτα δεξιά αριστερά μήπως και καταλάβει τι ήταν, αλλά μάταια. Κάτι είχε μέσα το μόνο βέβαιο, αλλά κανένας ενδεικτικός ήχος να προδίδει τι μπορεί να περιέχει. Παραδομένη έπιασε ένα μαχαίρι από το συρτάρι με τα μαχαιροπίρουνα και άρχισε να κόβει την ταινία ασφαλείας που κρατούσε την κούτα κλειστή. Η περιέργεια της είχε νικήσει τον φόβο της για το άγνωστο περιεχόμενο της κούτας. Μόλις έκοψε και την τελευταία ταινία πήρε μια βαθιά ανάσα και σήκωσε αποφασιστικά τα αυτιά του ανοίγματος της κούτα για να αντικρίσει κάτι που είχε ξαναδεί. Μέσα από ένα ιβουάρ ρυζόχαρτο, οι τρεις σακούλες που είχε αφήσει πάνω στο πάσο της κουζίνας στη Ρώμη πριν από σχεδόν τρεις μήνες, της έβγαζαν κοροϊδευτικά τη γλώσσα περιγελώντας την. Το αίμα είχε ήδη αρχίσει να ανεβαίνει στο κεφάλι της, όταν πρόσεξε έναν φάκελο ανάμεσα στις χαρτοσακούλες. Θυμωμένη άρπαξε τον φάκελο και κάθισε σε μια καρέκλα ανοίγοντας τον.

"Δεν ξέρω αν στη δική σου κουλτούρα ισχύει το ίδιο, αλλά στη δική μου είναι τρομερή αγένεια να μη δέχεται κάποιος το δώρο που του κάνεις. Τουλάχιστον άνοιξε τα πρώτα, πριν τα απορρίψεις. Θα στα είχα στείλει και νωρίτερα, αλλά περίμενα να βρίσκομαι στην Ελλάδα. Αυτό είναι το τηλέφωνο μου. Σου υποσχέθηκα να μην παραβιάσω ξανά την ιδιωτικότητα σου και θα το τηρήσω. Αν δεν θες να με δεις θα το σεβαστώ. Αν πάλι θες να μου τα επιστρέψεις συναντώντας με, δεν έχεις παρά να μου στείλεις ένα μήνυμα", έγραφε το σημείωμα που ήταν τυπωμένο σε βαρύ χαρτί θυμίζοντας προσκλητήριο γάμου. Ο Βασιλάκης είχε βγάλει πάλι μεροκάματο. 

    

   

"Sugar Daddy" ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΤΡΙΤΟ



Εκείνο το Σάββατο η Μαργαρίτα θα το θυμόταν για πολύ καιρό. Απαλλαγμένη από το άγχος μην πετάξει καμία πατάτα, με έκπληξη διαπίστωσε πως όσο του μιλούσε, τόσο ευκολότερο της γινόταν να μιλάει στα αγγλικά. Αφού είχε ντυθεί και αφού είχε ξανατραγουδήσει το δι ευχών κατά την κάθοδο τους, είχαν πάρει το αυτοκίνητο και είχαν βγει στον έξω κόσμο. Την είχε πάει σε ένα υπέροχο εστιατόριο μέσα σε ένα κήπο και είχαν φάει ένα χορταστικό μεσημεριανό τριών πιάτων, πίνοντας ένα μπουκάλι κόκκινο κρασί που εκείνος είχε ζητήσει να το βάλουν μέσα σε μια παγωνιέρα. Τον είχε κοροϊδέψει όταν για να διαβάσει το μενού είχε βάλει κάτι αστεία γυαλιά πρεσβυωπίας και εκείνος της είχε ανταποδώσει το πείραγμα, όταν είχε ζητήσει μια σόδα τελειώνοντας το γεύμα τους, αντί για καφέ όπως όριζε το πρωτόκολλο. Στη σύντομη βόλτα τους έξω έμαθε για εκείνον πολλές μικρές χαζές λεπτομέρειες, όπως ότι πράγματι ήταν αλλεργικός στη γύρη από παιδί. Πως η έδρα της εταιρείας του δεν ήταν στην Ισλανδία όπως νόμιζε εκείνη, αλλά στη Νέα Υόρκη. Πως μικρός ήθελε να γίνει πυροσβέστης. Μικρά, ανόητα, χωρίς ουσία, ασφαλή πράγματα. Σαν από κοινού συνεννοημένοι απέφυγαν κάθε προσωπική ερώτηση που θα χαλούσε ενδεχομένως το ευχάριστο κλίμα μεταξύ τους. Εκείνος δεν ρώτησε τι σήμαινε το complicated εκείνο και εκείνη δεν ρώτησε αν η γυναίκα του ήξερε για τις συνήθειες του. Περνούσαν καλά, γελούσαν πολύ και το μόνο που είχε σημασία ήταν το παρόν. Εκείνες οι στιγμές που είχαν ημερομηνία λήξης και το ήξεραν.

Χορτασμένοι είχαν επιστρέψει στην κορυφή του πύργου. Χορτασμένοι και ίσως λίγο ευτυχισμένοι. Είχαν γεμίσει τη μεγάλη μπανιέρα και είχαν ξαπλώσει μέσα της χαζεύοντας το ηλιοβασίλεμα μέσα από τη τζαμαρία. Είχαν πλύνει ο ένας τον άλλο λες και έπλεναν ο ένας το παρελθόν του άλλου από πάνω τους, για να καταλήξουν να πηδιούνται σκορπώντας τα νερά απέξω με κίνδυνο να τραυματιστούν. Είχαν τσακωθεί για το τι θα δουν στην τηλεόραση. Είχαν φάει ένα κουβά ποπ κορν πίνοντας εκείνος ένα ουίσκι και εκείνη παγωμένο κόκκινο κρασί. Εκείνος είχε κάνει ένα τσιγάρο έξω στο μπαλκόνι, όσο εκείνη μιλούσε με Ελλάδα. Εκείνη είχε πλύνει κάτι ποτήρια όσο εκείνος μιλούσε μάλλον με Ισλανδία. Και ύστερα είχαν πάει στο δωμάτιο και είχαν κάνει και πάλι έρωτα. Αυτή τη φορά όμως χωρίς βιασύνες, χωρίς την παραφορά των προηγούμενων συνευρέσεων τους. Αργά, αργά λες και προσπαθούσαν να απομνημονεύσουν ο ένας το σώμα του άλλου. Και εκείνο το δεύτερο βράδυ καθόλου δεν είχε δυσκολευτεί η Μαργαρίτα να αποκοιμηθεί. Λες και μέσα σε ένα εικοσιτετράωρο η αγκαλιά του Χίλμαρ είχε γίνει το σπίτι της.

Ξέρω πως σε αυτό το σημείο όλοι έχετε μελώσει με τα σιρόπια.

Θα σας το χαλάσω όμως και σας ζητάω προκαταβολικά συγνώμη γι' αυτό... Βλέπετε τα πράγματα στην αληθινή ζωή ποτέ δεν είναι τόσο απλά όσο φαίνονται. Έτσι λοιπόν όταν το επόμενο πρωί η Μαργαρίτα ξύπνησε και το κρεβάτι ήταν άδειο δεν της πήρε πολύ χρόνο για να καταλάβει πως στο διαμέρισμα βρισκόταν πλέον μόνη της. Ένα ξερό σημείωμα είχε αφήσει πάνω στη νησίδα.

"Something came up and i had to leave. I didn't want to wake you up. Thank you for everything. An employee of mine will be there at 15:00 to pick you up for the airport. His name is Franco. Take good care of yourself Rita", της έγραφε και η Μαργαρίτα ήξερε πως δεν θα τον ξανάβλεπε. Μάζεψε τα πράγματα της, ήπιε έναν καφέ, έκανε ένα μπάνιο, έστρωσε το κρεβάτι και κάθισε στον καναπέ περιμένοντας να περάσει η ώρα. Δεν θα θύμωνε και δεν θα έκλαιγε. Ήταν μια γυναίκα 45 χρόνων που ήξερε πολύ καλά που έμπλεκε. Εκείνος άλλωστε ποτέ δεν προσπάθησε να της πουλήσει έρωτες. Αδρανοποίησε έτσι τον εαυτό της μην επιτρέποντας του να αντιδράσει. Και μόνο όταν είδε αυτόν τον Φράνκο να της δίνει το εισιτήριο μαζί με τρεις τσάντες λύγισε. Μια πολυτελής κόκκινη χαρτοσακούλα που έγραφε απέξω Cartier με χρυσά ανάγλυφα γράμματα, μια λευκή με μαύρες λεπτομέρειες που έγραφε Jo Malone LONDON και μια μικρότερη επίσης λευκή που έγραφε La perla. Εκνευρισμένη άφησε τις σακούλες πάνω στη νησίδα χωρίς να τις ανοίξει και άρχισε να κινείται προς την έξοδο.

"Signora! Mr Svenson said to give you these!" παραπονέθηκε ο Φράνκο δείχνοντας τις σακούλες.

"Say to Mr Svenson να βάλει στον κώλο του τα δώρα του!!!" είπε πληγωμένη και βγήκε από το διαμέρισμα.        

για τη συνέχεια πατήστε εδώ     

Τρίτη 13 Σεπτεμβρίου 2022

"Sugar Daddy" ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΩΔΕΚΑΤΟ

 "Stop fidgeting!" είπε και μπλέκοντας τα μακριά πόδια του με τα δικά της, την πήρε αγκαλιά από πίσω ακουμπώντας το γυμνό του στήθος στην πλάτη της.

"Richard, is that you?"

"Who is Richard?"

"Ένας είναι ο Richard μάνα μου! Stop fidgeting was a line from the movie Pretty Woman. Richard Gere said the exact same words to Julia Roberts!"

"Your taste in movies sucks. Sleep..."  

"Can you pilot an helicopter?" 

"No, but i can rent one if you want me to"

"Can you play piano?"

"You have seen my hands. No i don't."

"Were you abused as a child?"

"Jesus Rita! It is 4 am!!! Sleep!!!"

"Answer me!"

"No, i wasn't. Happy?"

"Ties... Why you don't have a single tie in your wardrobe?"

"Because i hate them as much as you hate elevators and stop what ever you are doing. It's not going to happen again any time soon. I have to remind you that i am 47 years old" είπε και σταμάτησε το χέρι της που προσπαθούσε να χωθεί ανάμεσα τους.

"So, no Mr Grey for me either..." είπε μαζεύοντας το χέρι της.

"Who the hell is Mr Grey now?"

"Κάποιος από το χωριό, δεν τον ξέρεις" του απάντησε.

"Do you want me to call Vasili to come to Rome and sleep with us in the same bed?"

"Fine... a hero from a book/movie. A CEO like you."

"You are watching too much TV Rita! Real life is not like movies."

"No it is not..." 

"I love the way you smell. You are the only daisy that smells like a peach tree in a rainy day", είπε και πήρε μια βαθιά εισπνοή στον λαιμό της.

"Thank Vivi and Jo Malone for that"

"Who are they? Heroes of another movie?"

"No, the lady of the perfume shop in Nikaia and a fancy perfume designer, i think from London!"

"Why you are not sleeping? Aren't you tired woman?"

"I was sleeping, but a tall guy woke me up after ditching me alone on the top of a goddamn tower!"

"The tall guy already tried to make up for his shitty behaviour ... Wasn't that enough?"

"It was..." είπε μελαγχολικά καθώς έφερνε στο μυαλό της ξανά όλα όσα είχαν κάνει λίγη ώρα πριν μέσα στο δωμάτιο.

"Why then?" επέμεινε εκείνος περνώντας το δεξί του χέρι κάτω από το λαιμό της προσπαθώντας να βολευτεί. 

"Maybe i should go to the other bedroom, to let you sleep."

"No way! Close your eyes and try to relax" τη συμβούλεψε και λίγα λεπτά μετά από τον ρυθμό της ανάσας του κατάλαβε πως τον είχε πάρει ο ύπνος. Πόσο καιρό είχε να μοιραστεί το κρεβάτι της με κάποιον; Πολύ καιρό. Μαθημένη πλέον να κοιμάται μόνη της αδυνατούσε να μοιραστεί το κρεβάτι με κάποιον άλλο. Προσπάθησε να ξεγλιστρήσει από την αγκαλιά του, αλλά εκείνος αναδεύτηκε μέσα στον ύπνο του και την έσφιξε ακόμα περισσότερο. Παραδομένη προσπάθησε να δει ανάμεσα στα κλειστά στόρια τη θέα μήπως και χαλαρώσει. Ελάχιστα πράγματα όμως φαινόντουσαν πλέον. Οι δύο μεγάλες τζαμαρίες καλύπτονταν από άκρη σε άκρη με γκρι μακρόστενα υφασμάτινα ορθογώνια πάνελ. Θα τα είχε κλείσει όταν εκείνη είχε πάει στην τουαλέτα μετά τη δεύτερη φορά που είχαν βγάλει τα μάτια τους, κατέληξε μιας και δεν θυμόταν να τα βλέπει να κλείνουν. Έκλεισε τα μάτια της και προσπάθησε να διώξει κάθε σκέψη. Εικόνες όμως άρχισαν να σχηματίζονται πίσω από τα κλειστά της βλέφαρα. Εκείνη πεσμένη στα τέσσερα και εκείνος πίσω της. Εκείνη καθισμένη πάνω του και εκείνος ξαπλωμένος ανάσκελα. Εκείνη ξαπλωμένη ανάσκελα και εκείνος από πάνω της. Εκείνον να της λέει κάτι στα Ισλανδικά που δεν καταλάβαινε και εκείνη να φωνάζει το όνομα του. Πόσο διαφορετικό ήταν το σεξ με τον Χίλμαρ, απ ότι με τον Στέλιο. Πόσο πιο κουραστικό και ταυτόχρονα πιο ενδιαφέρον. Οι μεγάλες διαφορές στη σωματοδομή τους, σε συνδυασμό με τις ηλικίες τους, τη δυσκολία στη γλωσσική επικοινωνία και το γεγονός πως δεν γνώριζαν καλά ο ένας τον άλλο, έκαναν το σεξ κάτι σαν κυνήγι του χαμένου θησαυρού. Έναν αγώνα αντοχής και ταχύτητας ταυτόχρονα. Και μπορεί με το Στέλιο όλα να γινόντουσαν σαν συγχρονισμένη χορογραφία εύκολα και ξεκούραστα, δεν μπορούσε όμως να μην παραδεχτεί πως με τον Χίλμαρ ο οργασμός όταν έφτανε ήταν πολύ πιο έντονος σε βαθμό που ξεχνούσε τα πάντα. Λες και η προσπάθεια τον έκανε πιο γλυκό. Μια γλυκιά λήθη που μέσα της την τραβούσε σαν δίνη βυθίζοντας την επιτέλους σε ένα λυτρωτικό χωρίς όνειρα ύπνο.        

Ένας Θεός ξέρει μέχρι τι ώρα θα κοιμόταν αν δεν είχε ακούσει το κινητό της να δονείται. Αγνοώντας το αρχικά άπλωσε στα τυφλά το χέρι της δίπλα της, για να διαπιστώσει πως στο μεγάλο κρεβάτι ήταν πλέον μόνη. Πόσο καιρό είχε να κοιμηθεί τόσο καλά, αναρωτήθηκε και έτριψε με τα χέρια της το πρόσωπο της. Πρώτη φορά μετά από μήνες ένιωθε επιτέλους ξεκούραστη. Τεντώθηκε νωχελικά και έπιασε το κινητό της ανοίγοντας τα μάτια της νυσταγμένα. Τέσσερις κλήσεις της Λίτσας και τρία μηνύματα στην αρχική οθόνη του κινητού. Πανικόβλητη κοίταξε την ώρα. 12:17 έλεγε το ρολόι. Σκατά! Ανακάθισε στο κρεβάτι και διάβασε τα μηνύματα.

"Καλημέρα! Όλα καλά;" ώρα αποστολής 9:23

"Απάντα μωρή! Το κάψατε χθες κυρ Στέφανε;" ώρα αποστολής 11:07

"Μαλάκα αρχίζω και φρικάρω! Αν δεν επικοινωνήσεις μαζί μου μέσα στην επόμενη ώρα θα πάρω τη μάνα σου!" ώρα αποστολής 11:56

Χωρίς δεύτερη σκέψη κάλεσε τη Λίτσα που το είχε σηκώσει πριν καν χτυπήσει.

"Θα σε σκίσω! Δεν θα σε σκοτώσει αυτός, εγώ θα σε σκοτώσω να το ξέρεις!!!"

"Συγνώμη, συγνώμη, συγνώμη!!!! Με πήρε ο ύπνος!"

"Ξέρεις τι ώρα είναι; Πάει μια και μισή! Τι ώρα κοιμήθηκες χθες βράδυ και ακόμα κοιμάσαι γαϊδούρα;"

"Εδώ είναι ακόμα δώδεκα και κάτι. Έχουμε διαφορά μιας ώρας."

"Άσε τις μαλακίες με τη διαφορά της ώρας; Γιατί κοιμάσαι ακόμα; Τι σου έκανε; Ναρκωτικά σου έδωσε;"

"Άλλα πράγματα μου έκανε..."

"Δεν θέλω να ξέρω! Καλά είσαι; Αυτό μόνο με νοιάζει."

"Λίγο πιασμένη, αλλά μια χαρά!"

"Τρομάρα σου! Άντε κλείνω και στέλνε κάνα μήνυμα ανάμεσα στα πηδήματα να μην με τρώει η αγωνία!"

"Σ αγαπάω Λιτσάκι", είπε και τερμάτισε την κλήση.  

Στα γρήγορα πήρε και τη μάνα της και μίλησε λίγο και με τον Χρήστο που με το ζόρι είχε έρθει στο τηλέφωνο. Τώρα που η ανταπόκριση με την Ελλάδα είχε τελειώσει ήταν ώρα να σηκωθεί. Κατέβασε τα πόδια της από το κρεβάτι και αναζήτησε τα ρούχα της. Η μπλούζα της και το σουτιέν της ήταν πεταμένα κάπου πιο πέρα, το σορτσάκι όμως και το εσώρουχο δεν ήταν πουθενά. Γαμώτο! Αυτά μαζί με τη βαλίτσα της πρέπει να βρίσκονταν κάπου στο σαλόνι. Για μερικά δευτερόλεπτα την έπιασε πανικός. Ο Χίλμαρ κάπου μέσα στο σπίτι πρέπει να ήταν γιατί άκουγε τη φωνή του από μακριά. Ίσως να ήταν τυχερή και να μην ήταν στο σαλόνι. Φόρεσε το σουτιέν και την μπλούζα, άνοιξε την πόρτα και άρχισε να περπατάει αθόρυβα στον διάδρομο. Όσο πλησίαζε προς το σαλόνι η φωνή του δυνάμωνε. Όχι που θα ήταν εκείνη τυχερή, σκέφτηκε σαρκαστικά και τέντωσε την μπλούζα της που μετά βίας κάλυπτε τον μισό πισινό της. "Αέρα!", είπε από μέσα της και χωρίς να τον κοιτάζει έτρεξε στο σαλόνι με σκοπό να αρπάξει τη βαλίτσα της. Γλίστρησε όμως πάνω στη βιασύνη της και σωριάστηκε στο πάτωμα κάνοντας έναν γδούπο. 

"I'll call you back later. Thank's for the update", τον άκουσε να λέει στο τηλέφωνο πλησιάζοντάς την. Εκείνη ξαπλωμένη στο πάτωμα και εκείνος όρθιος πλέον μπροστά της έμοιαζε με κορμό δέντρου. Έκλεισε με τα χέρια της τα μάτια της συνειδητοποιώντας το θέαμα που του προσέφερε ταβλιασμένη ημίγυμνη στη μέση του σαλονιού.

"You need any help there;" είπε και γελώντας έσκυψε προσφέροντας της το χέρι του.

"Νο, i don't!" του απάντησε πικαρισμένη και διώχνοντας το χέρι του, ανακάθισε και σηκώθηκε.

"Ι believe you were searching for this", συνέχισε εκείνος απτόητος την καζούρα δίνοντας της το βαμβακερό sloggi εσώρουχο της.

"Σκατά να φας Χίλμαρ! Αυτό ξέρεις να το κοιτάζεις, τα άλλα τα καλά όμως πήγαν υπερ πίστεως και πατρίδας!" είπε θυμωμένη αρπάζοντας το εσώρουχο και φορώντας το. 

"Ι don't know what you have just said, but i love your taste in lingerie" συνέχισε και η Μαργαρίτα τον κοίταξε αγριεμένα.

"Fuck you!" είπε και του γύρισε την πλάτη. Εκείνος όμως την άρπαξε και την πήρε αγκαλιά λέγοντας της "that's my intention, dear" τη στιγμή που τα χέρια του έσφιγγαν τον πισινό της που πλέον καλυπτόταν ολόκληρος με το μαλακό βαμβακερό ύφασμα.

"Ι am hungry!!! I need fuel!", παραπονέθηκε εκείνη λεκτικά τη ίδια στιγμή που το σώμα της τριβόταν ήδη πάνω στο δικό του στέλνοντας αντικρουόμενα μηνύματα.

"You are right... I must feed you" παραδέχτηκε εκείνος και φιλώντας την στο κεφάλι την ελευθέρωσε.

"What you want us to do today;" τη ρώτησε βάζοντας μια κάψουλα στην εσπρεσιέρα. "Shopping; Sightseeing;" συνέχισε αφήνοντας την κούπα με τον αχνιστό καφέ μπροστά της φέρνοντας τη ζάχαρη και γάλα.

"Eat, fuck, sleep in repeat" είπε εκείνη με ειλικρίνεια ρίχνοντας έναν κύβο ζάχαρη στον καφέ της. Θυμόταν αμυδρά πως κάποια στιγμή το πρωί πριν εκείνος σηκωθεί από το κρεβάτι είχαν ξαναπηδηχτεί, αλλά ήταν τόσο μέσα στον ύπνο που ελάχιστες λεπτομέρειες μπορούσε να ανακαλέσει. Στη συνέχεια είχε ακούσει τον ήχο του νερού να τρέχει και είχε ξαναβυθιστεί στον ύπνο.

"Rome is a beautiful city. Lets go for a walk. Have breakfast outdoors. It's a beautiful day" πρότεινε εκείνος πίνοντας μια γουλιά από τον δικό του καφέ. Είχε ξυριστεί. Είχε κάνει μπάνιο. Φορούσε ένα μαύρο tshirt που τόνιζε τα μάτια του και ένα ανοιχτόχρωμο τζιν. Μύριζε θεϊκά... Ήταν γοητευτικός χωρίς να προσπαθεί καθόλου γι' αυτό. Το σώμα του ήταν καλοσχηματισμένο και αρρενωπό χωρίς να είναι αυτό το πλαστικά γυμνασμένο άτριχο σώμα. Το ύψος του του χάριζε μια υπεροχή που εκείνος ίσως να μην αντιλαμβανόταν, ενώ οι γωνίες στο πρόσωπο του μαλάκωναν όποτε γελούσε. Αυτός ο άνδρας λίγο πριν τα πενήντα θα μπορούσε χαλαρά να ρίξει όποια γυναίκα ήθελε αδιαμφησβήτητα και αυτό όχι γιατί ήταν κούκλος.     

"Ι know. I have seen Rome."

"You have been here before? When?"

"Once upon a time... "

"Fine, no sightseeing then. What about shopping? I believe there is a "La Perla" in city center that you could make some use of", είπε πονηρά και εκείνη του πέταξε έναν κύβο ζάχαρης που τον πέτυχε λίγο πάνω από το φρύδι κάνοντας του ένα μικρό σημάδι.

"Food!!!! I need food, not underwear! Accept my granny pants man, and take me for a brunch, lunch whatever!!!" του ούρλιαξε.

"Loud, violent, with healthy appetite and a bad taste in movies and undergarment. My type of girl", σχολίασε εκείνος γελώντας.

"and with a bad taste in men. Add that to your list sucker!" συμπλήρωσε εκείνη περήφανα και λικνίζοντας επιδεικτικά τους γοφούς, της έπιασε το χερούλι της βαλίτσας της και άρχισε να τη σέρνει προς το υπνοδωμάτιο σιγοτραγουδώντας "If you want to live inside my head. Want to see what I have said, I will make you tremble, You'll tremble. I will make you tremble. Its fine with me". Πως στον κόρακα τώρα είχε ξεθάψει από τη μνήμη της αυτό το τραγούδι, ένας θεός ήξερε! 

για τη συνέχεια πατήστε εδώ           

Δευτέρα 12 Σεπτεμβρίου 2022

"Sugar Daddy" ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΔΕΚΑΤΟ


 

"I have to leave for an hour", είπε αόριστα επιστρέφοντας στο σαλόνι και έσκυψε να μαζέψει βιαστικά την μπλούζα του.

"Πλάκα μου κάνεις" του απάντησε εκείνη αυθόρμητα σηκώνοντας το βλέμμα της από τον λεκέ στο πάσο που έτριβε κοιτώντας τον έκπληκτη.

"I am sorry..." συνέχισε να λέει και η Μαργαρίτα με δυσκολία συγκράτησε το χέρι της που ετοιμαζόταν να του πετάξει το βέτεξ που κρατούσε. Εκείνος όμως έμοιαζε ανήσυχος, νευρικός και εντελώς αλλού ήδη, σαν να μην την έβλεπε καν. Κάτι σοβαρό μάλλον είχε συμβεί. Τον είδε να βάζει στην τσέπη του τα κλειδιά και το κινητό του και να κινείται βιαστικά προς την πόρτα.  "There is food in the fridge. Make yourself feel at home. Take a bath. Watch some TV. I wont be late." πέταξε κλείνοντας την πόρτα πίσω του, αφήνοντας τη σύξυλη με το σουτιέν ακόμα λυμένο.

"Πόσο μαλάκας Χριστέ μου!!!" μονολόγησε δυνατά και πέταξε θυμωμένη το βέτεξ στον νεροχύτη. Αν ήταν δυνατόν! Τι δουλειά ήταν αυτή που έπρεπε να τακτοποιηθεί στις δέκα το βράδυ; Αυτή είχε κάνει τόσα χιλιόμετρα για να περάσουν κάποιες ώρες μαζί και αυτός σηκωνόταν και έφευγε χωρίς να δώσει καμία εξήγηση; Στην τελική εκείνος είχε λυσσάξει να βρεθούν! Θυμωμένη κούμπωσε το σουτιέν της και προχώρησε προς τον διάδρομο. Θα σηκωνόταν και θα έφευγε. Ποιος στο διάολο νόμιζε ότι ήταν; Ανοιγοκλείνοντας πόρτες άρχισε να ψάχνει για τη βαλίτσα της. Πίσω από μια πόρτα ήταν μια κάβα. Πίσω από μια δεύτερη ένα δωμάτιο υπηρεσίας. Πίσω από μια τρίτη ένα υπνοδωμάτιο. Πίσω από μια τέταρτη ένα πολυτελές μπάνιο. Πίσω από μια πέμπτη ένα γραφείο. Η βαλίτσα της όμως πουθενά. Και εκείνη ήταν τόσο εκνευρισμένη που καρφάκι δεν της καιγόταν για την ομορφιά και την πολυτέλεια των δωματίων που άνοιγε. Ώσπου άνοιξε την πόρτα στο τέλος του διαδρόμου και έμεινε για ακόμα μια φορά άφωνη. Οι δύο από τους τέσσερις τοίχους του δωματίου ήταν γυάλινοι σχηματίζοντας ένα γάμμα που στη μέση του βρισκόταν ένας τεράστιος καναπές με ένα τραπεζάκι. Γυρνώντας αριστερά της ένα μεγαλοπρεπες κρεβάτι στραμμένο προς τη θεά ήταν στρωμένο άψογα. Το κεφαλάρι του κρεβατιού ακουμπούσε στη συνέχεια του τοίχου που βρισκόταν η πόρτα από όπου είχε μπει. Ο τέταρτος τοίχος στα δεξιά της είχε μια ακόμα πόρτα και κάτι που έμοιαζε με εντοιχισμένη ντουλάπα. Διστακτικά προχώρησε προς την άλλη πόρτα και την άνοιξε. Ένα ιδιωτικό μπάνιο με μια μπανιέρα μπροστά στην προέκταση της τζαμαρίας του υπνοδωματίου, μια φιμέ γυάλινη καμπίνα, μια λεκάνη και δύο νιπτήρες. Ήταν φοβερό πως ο αρχιτέκτονας αυτού του διαμερίσματος είχε καταφέρει να εκμεταλλευτεί στο έπακρο τη θέα που το διαμέρισμα αυτό διέθετε. Με τόσα τζάμια και γυαλιά βέβαια δεν θα ήθελε να είναι στη θέση εκείνου που τα καθάριζε, σκέφτηκε και βγήκε από το μπάνιο. Η βαλίτσα της βρισκόταν μπροστά στην ντουλάπα. Αγνοώντας την, έσυρε το ένα φύλλο της ντουλάπας και μια γνώριμη μυρωδιά ήρθε στα ρουθούνια της. Η μυρωδιά του Χίλμαρ. Κάτι ανάμεικτο από ξύλο κέδρου, μαλακτικό και κεχριμπάρι. Τα ρούχα του ήταν όμορφα τακτοποιημένα σε κρεμάστρες. Λευκά και μαύρα t-shirt, τζιν παντελόνια, καλοκαιρινά και χειμερινά κουστούμια και λευκά πουκάμισα. Όλα λευκά, μαύρα και μπλε. Κανένα άλλο χρώμα. Ακόμα και κάτι φόρμες και κάτι φούτερ και εκείνα στις ίδιες αποχρώσεις. Και καμία γραβάτα ή ζώνη. Ξαφνικά ένιωσε αδιάκριτη και έκλεισε το φύλλο. Έπιασε τη βαλίτσα της και βγήκε από το δωμάτιο. Φτάνοντας στο σαλόνι έβαλε το κινητό μέσα στην τσάντα της και άρχισε να κινείται προς την εξώπορτα. Όσο όμορφο και αν ήταν αυτό το διαμέρισμα, δεν σκόπευε να μείνει λεπτό παραπάνω εκεί μέσα. Πιάνοντας όμως το πόμολο συνειδητοποίησε πως αν ήθελε να φύγει θα έπρεπε να κατέβει 30 ολόκληρους ορόφους ολομόναχη και άφησε το πόμολο. Ήταν φυλακισμένη εκεί μέσα μέχρι να γυρίσει, παραδέχτηκε αναθεματίζοντας τη φοβία της. Κουρασμένη παράτησε τη βαλίτσα δίπλα στην πόρτα και πήγε στην κουζίνα. Έβγαλε το κρασί από το ψυγείο και γέμισε το ποτήρι της. Στην συνέχεια άνοιξε και ξαναέβαλε το μπουκάλι στο ψυγείο τραβώντας μια μαύρη σοκολάτα hersey's από μέσα. Σύρθηκε μέχρι τον καναπέ και έψαξε να βρει πως σκατά άνοιγε η 75 ιντσών τηλεόραση. Μετά από κάμποση ώρα εντόπισε το τηλεκοντρόλ και την άνοιξε. Θα έτρωγε τη σοκολάτα, θα έπινε το κρασί της, θα χάζευε λίγη τηλεόραση και όταν εκείνος επέστρεφε θα απαιτούσε να την πάει στο αεροδρόμιο. 

Η ώρα όμως περνούσε και εκείνος δεν έλεγε να φανεί. Κόντευε 00:30 όταν το πήρε απόφαση ότι ο Χίλμαρ θα αργούσε. Και εκείνη ήταν κουρασμένη. Έβγαλε από τη βαλίτσα της ένα σορτς, ένα μπλουζάκι, ένα βαμβακερό εσώρουχο και την οδοντόβουρτσά της  και πήγε στο μπάνιο των ξένων. Έκανε ένα γρήγορο ντους, έπλυνε τα δόντια της, έβαλε τις πιτζάμες της και αφού τακτοποίησε τα πράγματα της πάλι μέσα στη βαλίτσα ξάπλωσε ξανά στον καναπέ του σαλονιού σβήνοντας τα φώτα. Πλέον ο χώρος φωτιζόταν μόνο από την τηλεόραση που έπαιζε κάποιο ιταλικό talk show. Νυσταγμένα γύρισε στο πλάι και χαζεύοντας τα φώτα της πόλης αποκοιμήθηκε.

Κοιμόταν βαθιά όταν σαν μέσα από όνειρο ένιωσε ένα χέρι να χαϊδεύει το σημάδι από την καισαρική τομή που ακόμα και 15 χρόνια μετά κάποιες φορές την τραβούσε. Και ύστερα η αίσθηση του χεριού αντικαταστάθηκε από κάτι πιο μαλακό και πιο υγρό. Χείλια. Και μια καυτή ανάσα να ζεσταίνει την κοιλιά της. Πόσο ζωντανό ήταν αυτό το όνειρο. Ή μήπως δεν ήταν όνειρο; Το εσώρουχο της κατέβαινε μαζί με το σορτσάκι και η καυτή ανάσα πλέον χτυπούσε πιο χαμηλά επαναφέροντας σε εγρήγορση όλες τις αισθήσεις της. Νυσταγμένα άνοιξε τα μάτια της και είδε το πάνω μέρος του κεφαλιού του Χίλμαρ χωμένο ανάμεσα στους γλουτούς της. Προσπάθησε να του πιάσει το κεφάλι για να τον σταματήσει αλλά εκείνος ακινητοποίησε τα χέρια της με τα δικά του και συνέχισε να φιλάει το εσωτερικό των μηρών της.

"What time is it?" ρώτησε και αναστέναξε τη στιγμή που η γλώσσα του έπαιρνε την εκδίκηση της ακουμπώντας πάνω στην κλειτορίδα της κόβοντας της την ανάσα. Σε μια απέλπιδα προσπάθεια να μην του δώσει την ικανοποίηση, θέλοντας να τον τιμωρήσει, σύστρεψε λίγο το σώμα της ελπίζοντας εκείνος να χάσει το σημείο. Μάταια όμως. Εκείνος όχι απλά το είχε ξαναβρεί σε χρόνο dt, αλλά πλέον το βασάνιζε και πιο έντονα. 

Stop ήθελα να πει, μα το Θεό! Αντ' αυτού όμως είχε πει "don't stop" με τόσο λιγωμένο τρόπο που ούτε και η ίδια αναγνώριζε τη φωνής της. Πλέον το σώμα της όχι απλά δεν προσπαθούσε να τον διώξει, απεναντίας τον καλούσε. Τα χέρια της γλίστρησαν από τα δικά του και χάιδεψαν το κεφάλι του. Εκείνη τη στιγμή ότι και αν της ζητούσε θα του το έδινε ευχαρίστως, αρκεί να μην σταματούσε αυτό που έκανε. Και το ΑΦΜ της θα του έδινε, όχι μόνο το όνομα της. Γι' αυτό και εκείνος την προηγούμενη φορά είχε δεχτεί αυτό που του είχε ζητήσει... Με κλειστά τα μάτια προσπάθησε να χαλαρώσει τους μυς όλου της του κορμιού, της ήταν αδύνατο όμως. Τα δάχτυλα του, η γλώσσα του, η ανάσα του όλα εκεί και πουθενά, την έκαναν να τεντώνεται λες και τη χτυπούσε ηλεκτρικό ρεύμα. Και ήταν τόσο καταλυτικός ο οργασμός που ήρθε που μια κράμπα έπιασε την αριστερή της γάμπα μπλέκοντας την ηδονή με τον πόνο. Με τα μάτια κλειστά, άφησε τα χέρια της να πέσουν ελεύθερα στο πλάι της και προσπάθησε να πάρει μερικές αργές ανάσες. 

"Sorry for being late", ψιθύρισε εκείνος ακουμπώντας το κεφάλι του μαλακά πάνω στη κοιλιά της.

"Συγχωρεμένος..." του απάντησε κουνώντας λίγο το αριστερό της πόδι σε μια προσπάθεια να διώξει την κράμπα.

"What's wrong?" 

"Cramp", είπε και το ξανακούνησε κουνώντας μαζί και τον Χίλμαρ που γελούσε.

"Don't laugh! You are destroying my feet each time we meet", παραπονέθηκε και εκείνος συνεχίζοντας να γελάει πέρασε το ένα χέρι του κάτω από τα πόδια της και το άλλο κάτω από τις μασχάλες της και τη σήκωσε στον αέρα.

"Είσαι τρελός! Άσε με παιδάκι μου κάτω! Είμαι βαριά!!!" διαμαρτυρήθηκε, αλλά εκείνος την αγνόησε συνεχίζοντας να την κουβαλάει προς το δωμάτιο του και το κρεβάτι του. Δεν καταλάβαινε άλλωστε κουβέντα από ότι του έλεγε, αλλά και να καταλάβαινε, δεν θα την άφηνε.        

για τη συνέχεια πατήστε εδώ               

Πέμπτη 8 Σεπτεμβρίου 2022

"Sugar Daddy" ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ



"Halló", της είπε και της χαμογέλασε.

"Γειά σου και εσένα", του απάντησε και στάθηκε μπροστά του.

"Did you have a nice flight?", συνέχισε εκείνος πιάνοντας το χερούλι της βαλίτσας της αγγίζοντας επίτηδες το χέρι της που το κρατούσε.

"Είδα το θάνατό μου!" είπε εκείνη τραβώντας το χέρι της.

"English Rita, please", την παρακάλεσε.

"Bad flight! I saw my death coming!" ξεκίνησε να εξηγεί όταν το κινητό της άρχισε να χτυπάει. Απολογητικά του το έδειξε και απάντησε στην εισερχόμενη κλήση.

"Έλα, έφτασα. Θα σε έπαιρνα ρε Λίτσα! Άσε με και κόντεψα να βγάλω τα άντερά μου! Ναι... Ναι σου λέω! Εδώ μπροστά μου είναι. Άντε σε κλείνω. Σκάσε επιτέλους!!! Θα σε πάρω το πρωί τώρα. Φιλιά." είπε και τερματίζοντας την κλήση γύρισε προς τον Χίλμαρ ξανά.

"Sorry, it was my friend. She is worrying.." του εξήγησε και εκείνος την έπιασε από το χέρι και άρχισε να την οδηγεί έξω από το χώρο του αεροδρομίου σέρνοντας τη βαλίτσα της πίσω τους.

Δεκαπέντε λεπτά μετά βρίσκονταν μέσα σε ένα άλλο μαύρο τζιπ με ιταλικές πινακίδες  αυτή τη φορά και το αμάξι κινούταν ήδη σε έναν δρόμο που έμοιαζε με εθνική οδό. 

"Are you a serial killer?" τον ρώτησε με φυσικότητα χαζεύοντας έξω από το παράθυρο και το αυθόρμητο γέλιο του αντήχησε μέσα στην καμπίνα του αυτοκινήτου.

"Νο, Ι am not."

"Are you a stalker?"

"No, I am not?"

"Are you a rapist?"

"No, not a rapist either. Sorry."

"How you found my full name; Are you an undercover spy?"

"You are so funny, Rita"

"I am not funny, I am mad with you! Tell me! How?"

"From your address. There are not many things that money can not buy Rita..."

"Since when you know my name?"

"Since the next morning."

"You shouldn't do such thing!" τον μάλωσε όσο πιο αυστηρά μπορούσε και εκείνος έβγαλε το χέρι του από τον λεβιέ των ταχυτήτων και τo ακούμπησε στο δικό της.

"I won't violate your privacy again, i promise. Are you still mad with me?" τη ρώτησε παιχνιδιάρικα και εκείνη κάγχασε.

"Ναι, as you did with your last promise!" 

"That's a whole other story. Do you want me to explain with words why i didn't honour my last promise, or you prefer me to show you?" είπε και η θερμοκρασία μέσα στο αμάξι ανέβηκε κάποιους βαθμούς.

"What about black jeeps? You have a fetish with them?" προσπάθησε να αλλάξει θέμα η Μαργαρίτα.

"Ha ha, no. I just have long feet, as you can see!" είπε και βγήκε σε μια έξοδο.  

"Vasili told me your name means daisy. Is that right?" τη ρώτησε λίγη ώρα μετά με ενδιαφέρον, ενώ πλέον κινούνταν μέσα στον αστικό ιστό.

"Yes..."

"I am allergic to daisies." είπε εκείνος και τώρα η Mαργαρίτα γελούσε δυνατά. 

"Not to all, i hope." 

"Most certainly not to all!", τη διαβεβαίωσε ενώ το αυτοκίνητο σταματούσε μπροστά στην είσοδο ενός υπόγειου πάρκινγκ. Ένας μεσήλικας φύλακας χαιρέτησε τον Χίλμαρ με εγκαρδιότητα στα ιταλικά και άνοιξε την μπάρα επιτρέποντας τους να εισέλθουν και να αρχίσουν να κατηφορίζουν. 

"Where are we?", ρώτησε με περιέργεια η Μαργαρίτα, ενώ το αμάξι σταματούσε και εκείνος έσβηνε τη μηχανή.

"You will see", της απάντησε και περνώντας το χέρι του από πάνω της πήγε να λύσει τη ζώνη ασφαλείας της πλησιάζοντας την υπερβολικά πολύ. Πλέον το πρόσωπο του ήταν σχεδόν δίπλα στο δικό της και η χημεία μεταξύ τους ηλεκτρική. Ποιος φίλησε ποιόν εκείνη τη στιγμή, μικρή σημασία έχει. Σαν συνεννοημένοι κινήθηκαν αστραπιαία ο ένας προς τον άλλο. Τα χέρια του κρατούσαν το κεφάλι της και τα δικά της πάλευαν στα τυφλά να λύσουν τη ζώνη της που ακόμα την κρατούσε δεμένη στο κάθισμα ενώ οι γλώσσες τους μπλέκονταν. Mόλις κατάφερε να ελευθερωθεί έστρεψε ολόκληρο το σώμα της προς το μέρος του και κόλλησε τα χέρια της στα πλαϊνά του κορμού του τραβώντας την μπλούζα του.

"Νot like this. Not this time. This time is my turn to decide how. And although the idea of fucking you right here, right now is really tempting, Ι' ll pass." της είπε ξεκολλώντας τα χείλι του από τα δικά της ακινητοποιώντας μαλακά τα χέρια της. Απογοητευμένη και λίγο ντροπιασμένη η Μαργαρίτα τα τράβηξε και μαζεύτηκε πάλι στη θέση της.

"I want you Rita. I want you naked in my bed. All i am thinking one month now, is that. I want to touch you, to taste you, to smell you, to see you and to hear you once more as you are coming. I want the whole package and not a quicky in a garage! Is that bad?" τη ρώτησε και εκείνη κάνοντας του ένα αρνητικό νεύμα του χαμογέλασε.

"Nevertheless, there are too many cameras in here! Come on. Let me show you where we are!" της είπε και βγήκε από το αμάξι κάνοντας την να τον ακολουθήσει. Πήρε τη βαλίτσα της από το πορτμπαγκάζ και αφού κλείδωσε το αμάξι, έπιασε πάλι το χέρι της και άρχισε να την τραβάει προς μια πόρτα που έμοιαζε με κλιμακοστάσιο. Και πράγματι εκεί υπήρχαν τέσσερις ανελκυστήρες δύο κεντρικοί και δύο πλαϊνοί. Ο Χίλμαρ κάλεσε τον έναν κεντρικό και λίγη ώρα μετά ο ανελκυστήρας άνοιγε. Με κάτι που έμοιαζε με κλειδάκι ενεργοποίησε ένα πάνελ αφής και 30 νούμερα εμφανίστηκαν χωρισμένα σε ομάδες των δέκα. Χωρίς ιδιαίτερο ψάξιμο τον είδε τα πατάει το νούμερο 30 και ο ανελκυστήρας άρχισε να ανεβαίνει. Δεν μπορεί να σήμαινε αυτό το 30 νούμερο ορόφου, σκέφτηκε η Μαργαρίτα. Στην Ρώμη ήταν, όχι στη Νέα Υόρκη. Όσο όμως ο ανελκυστήρας ανέβαινε και ανέβαινε και δεν σταματούσε, κρύος ιδρώτας άρχισε να τρέχει στην πλάτη της. Ανέβαιναν 30 ορόφους!!!

"Hilmar, tell me please we are not going to the 30th floor", ψέλλισε σφίγγοντας με το χέρι της το μπράτσο του.

"Αre you afraid of heights?" τη ρώτησε ανήσυχος εκείνος.

"Νot the heights. I hate elevators...", είπε και έκλεισε τα μάτια της. 

"Look at me Rita. It will take only a few minutes. Breath, we are almost there!" 

"Tο φελέκι μου! Και αν χαλάσει το ασανσέρ πως ανεβάζετε ρε φίλε εκεί πάνω τα ψώνια;" 

"English, please"

"Xέσε με, δεν μπορώ να σκεφτώ στα αγγλικά υπό πίεση. Δι' ευχών των αγίων ημών, στους ναούς των μεγάλων λυγμών, δι' ευχών των αγίων της γης ορατής και αοράτου πληγής", άρχισε να απαγγέλει τους στίχους του τραγουδιού της Αλεξίου. Αυτό ήταν ότι πλησιέστερο σε προσευχή μπορούσε να σκεφτεί εκείνη την ώρα. Μέχρι να σταματήσει το καταραμένο το ασανσέρ, εκείνη πλέον το τραγουδούσε κανονικά σφίγγοντας περισσότερο το χέρι του και εκείνος με το ζόρι κρατιόταν να μην γελάσει και ας μην καταλάβαινε καν τι τραγουδούσε. Και εκεί που ετοιμαζόταν να γράψει κόσμε τους χρησμούς της με το νύχι, η πόρτα άνοιξε και εκείνη πετάχτηκε έξω γρηγορότερα και από τη σκιά της ακολουθούμενη από έναν Χίλμαρ που γελούσε με την καρδιά του. 

"Your English are getting better and better" της είπε ενώ σκάναρε μια κάρτα κλειδί σε μια πόρτα και την άνοιγε.

"Fuck you Hilmar!" του απάντησε και μπήκε μέσα για να μείνει μαρμαρωμένη. Όλη η Ρώμη μεγαλοπρεπής και φωτισμένη ήταν κυριολεκτικά ξαπλωμένη μπροστά στα πόδια της.

"Welcome to Torre Eurosky, Rita" της είπε και την αγκάλιασε από πίσω. 

"Ω Θεοί του Ολύμπου!" αναφώνησε μόλις βρήκε τη λαλιά της και βγαίνοντας από την αγκαλιά του έτρεξε προς την τζαμαρία κολλώντας τη μούρη της πάνω.

"What the fuck is this place? Α hotel?" τον ρώτησε μην ξεκολλώντας τα μάτια της από την εντυπωσιακή θέα.

"Νο. It's not a hotel", της απάντησε εκείνος ανάβοντας τα φώτα του διαμερίσματος.

"Turn them off!" τον διέταξε και εκείνος υπάκουσε χαμογελώντας.

"Υou rent this place?" συνέχισε εκείνη γυρνώντας προς το μέρος του.

"Ι own it Rita. The architect was a dear friend of my father. I bought this appartment in 2013. You like it?"

"Μου έχει φύγει η μαγκιά!"

"English, please..."

"Why you bought an appartment in Rome?" ρώτησε με ειλικρινή περιέργεια προσπαθώντας να δει την έκφραση του μέσα στο σκοτάδι.

"Because i hate hotel rooms."

"But you don't live in Rome, am i right?"

"No, i don't. It's a long story. Can i turn on the lights now, so you can see the rest of this place?" της ζήτησε και εκείνη του ένευσε θετικά. Πλέον ο χώρος είχε τυλιχθεί σε ένα ζεστό φως και η Μαργαρίτα πρόσεχε και όλο το υπόλοιπο διαμέρισμα που έμοιαζε λες και είχε βγει από περιοδικό διακόσμησης. Απέναντι από την τζαμαρία που βρισκόταν σε έναν χώρο που προφανώς ήταν το σαλόνι και δίπλα από την πόρτα από την οποία είχαν μπει, υπήρχε μια νησίδα που οριοθετούσε μια μοντέρνα κουζίνα πλήρως εξοπλισμένη. Από εκεί ξεκινούσε ένας φαρδύς διάδρομος τον οποίο τώρα ο Χίλμαρ διέσχιζε πηγαίνοντας κάπου την βαλίτσα της. Μάλλον δεξιά και αριστερά του διαδρόμου θα υπήρχαν τα υπνοδωμάτια και το μπάνιο. Νιώθοντας ξαφνικά παρείσακτη μέσα στον άγνωστο χώρο, κινήθηκε προς την νησίδα ακουμπώντας την τσάντα της πάνω. Το ρολόι τοίχου έλεγε 21:25. Στην Ελλάδα θα ήταν 22:25. Έπρεπε να πάρει τον Χρήστο και τη κυρά Μίνα για να τους ενημερώσει ότι είχε φτάσει με ασφάλεια.  Έβγαλε το κινητό της από τη τσάντα της και άρχισε να ψάχνει για διαθέσιμα ασύρματα δίκτυα .  

"Wi-fi password?" του φώναξε χωρίς να έχει αντιληφθεί πως εκείνος ήδη στεκόταν πίσω της. Μόλις το χέρι του πήρε το κινητό της, αλαφιασμένη πετάχτηκε.

"Ω να σου γαμήσω!" της ξέφυγε και χάρηκε που ο Χίλμαρ δεν θα καταλάβαινε τη βρισιά που είχε πετάξει. Κάτι πληκτρολόγησε και της το έδωσε πίσω. Το κινητό της πλέον είχε και σήμα ίντερνετ. Άνοιξε το viber και κάλεσε τον Χρήστο.

"Έλα παιδί μου. Πες στη γιαγιά πως έφτασα και πως είμαι καλά. Θα σας πάρω και αύριο. Τι λέει μωρέ από μέσα; Όχι πες της δεν έχει κρύο στην Ιταλία, έλεος! Τον ίδιο καιρό με την Ελλάδα έχει! Έλα μαμά... Ναι... Εντάξει λέμε! Σε κλείνω τώρα. Φιλάκια!" είπε και αναστενάζοντας τερμάτισε την κλήση. Ο Χίλμαρ βρισκόταν από την άλλη πλευρά της νησίδας και την κοιτούσε αινιγματικά. 

"What?" τον ρώτησε λίγο ενοχλημένη.

"Ι love the way Greek sound. Your language is so...clear", είπε και άνοιξε το ψυγείο βγάζοντας από μέσα ένα μπουκάλι εμφιαλωμένο νερό. Στη συνέχεια έβγαλε ένα ποτήρι, το γέμισε και το έβαλε μπροστά της. Εκείνη το πήρε και το ήπιε μονορούφι. 

"Wine? Juice? Vodka? Cola? Champagne? Beer? No Whiskey for sure. What would you like?" τη ρώτησε ενώ γέμιζε ένα ποτήρι με ουίσκι για τον εαυτό του. Λίγο αλκοόλ θα τη βοηθούσε να χαλαρώσει σκέφτηκε.

"Red wine." είπε και ο Χίλμαρ πήγε κάπου προς τα μέσα για να επιστρέψει με ένα μπουκάλι κρασί. 

"I am not a wine guy, but this one must be a good one", εξήγησε απολογητικά και άρχισε να το ανοίγει. Ένα λεπτό μετά ένα βαθυκόκκινο υγρό γέμιζε ένα κολονάτο ποτήρι κρασιού. Η Μαργαρίτα για λίγο αμφιταλαντεύτηκε κοιτώντας το ποτήρι, αλλά στο τέλος δεν άντεξε.

"Ι need some ice" του είπε και εκείνος χωρίς δεύτερη σκέψη άνοιξε την κατάψυξη και έβγαλε μερικά παγάκια βάζοντας τα σε μια ασημένια μικρή παγωνιέρα. Νιώθοντας εντελώς βλάχα στην τοποθεσία ουρανοξύστης, πήρε δύο και τα έριξε μέσα στο ποτήρι με το κρασί, την ίδια στιγμή που ο Χίλμαρ έβαζε το μπουκάλι μέσα στο ψυγείο. Μόλις τα παγάκια άρχισαν να λιώνουν και το ποτήρι να θαμπώνει, το σήκωσε και ήπιε μια μεγάλη γουλιά. Το κρασί πράγματι ήταν εξαιρετικό και ιδιαίτερα αρωματικό. Μια ζέστη άρχισε να απλώνεται μέσα της. 

"Are you hungry?" τη ρώτησε ανοιγοκλείνοντας τα ντουλάπια και εκείνη ήπιε μια ακόμα γουλιά κοιτώντας τον λάγνα μέσα από το ποτήρι.

"Ι am trying really hard here to be a good host. Help me!" την παρακάλεσε και εκείνη έγλυψε τα χείλια της. 

"Oh fuck it!" είπε και με δύο βήματα βρέθηκε από τη δική της μεριά του πάγκου αρπάζοντας την από την μέση ανεβάζοντας την πάνω στην νησίδα τόσο απότομα που το ποτήρι με το κρασί έπεσε χύνοντας όλο το περιεχόμενο του πάνω στον λευκό γρανίτη. 

"It will stain the... " ξεκίνησε να λέει αλλά ο Χίλμαρ έκλεισε το στόμα της με το δικό του γλύφοντας πλέον εκείνος τα χείλια της με λαχτάρα πιέζοντας τον κορμό του προς το μέρος της αναγκάζοντας την να ανοίξει τα πόδια της. Ανεβασμένη πάνω στην νησίδα η υψομετρική διαφορά τους σχεδόν εξαφανιζόταν και εκείνος δεν χρειαζόταν να σκύβει. Τα χέρια του που τόση ώρα πίεζαν δεξιά και αριστερά της μέσης της ανασήκωσαν το ύφασμα της μπλούζας της και ακούμπησαν το γυμνό δέρμα της κάνοντας την να ανατριχιάσει και να αναστενάξει. Χωρίς να το σκεφτεί ιδιαίτερα τον μιμήθηκε βάζοντας και τα δικά της χέρια κάτω από τη δική του μπλούζα. Το δέρμα του ήταν σφιχτό, τραχύ και ζεστό γεγονός που την έκανε να νιώσει λίγο άσχημα για το δικό της που ήταν μαλακό, λείο και παγωμένο. Εκείνος όμως δεν έδειχνε κάποιο σημάδι αποστροφής. Απεναντίας τα δάχτυλα του είχαν ήδη αρχίσει να ανηφορίζουν προς το στήθος της διεκδικητικά. Πλέον οι παλάμες του κάλυπταν με ευκολία το στήθος της ενώ τα δάχτυλα του έπαιζαν με τις άκρες από το σουτιέν της μπαίνοντας λίγο κάτω από το δαντελένιο ύφασμα. Άκλαφτο θα πήγαινε και το victoria secret. Ούτε μια ματιά δεν θα του έριχνε, σκέφτηκε τη στιγμή που εκείνος με ευκολία το ξεκούμπωνε και το ανασήκωνε ώστε να μπορεί να την αγγίξει χωρίς εμπόδια. Ένας αναστεναγμός και τα χέρια του πλέον με μαλακές κινήσεις περνούσαν πάνω από το γυμνό της στήθος. Δεύτερος αναστεναγμός και το στόμα του ξεκολλούσε από το δικό της ενώ τα χέρια του ανασήκωναν εντελώς την μπλούζα της μαζί με το σουτιέν που κρεμόταν από τους ώμους της. Τρίτος αναστεναγμός και τα χείλια του πλέον άγγιζαν την κοιλία της κάνοντας την να γύρει λίγο προς τα πίσω τεντώνοντας το σώμα σαν τόξο προς εκείνον στηρίζοντας το με τα χέρια της στον πάγκο. Τέταρτος αναστεναγμός και η γλώσσα του πλέον βασάνιζε τη δεξιά ρώγα της ενώ το χέρι του ψηλαφούσε την αριστερή. Τα κοντά γένια του που δεν είχε παρατηρήσει μέχρι εκείνη τη στιγμή, έκαναν την αίσθηση ακόμα πιο έντονη έτσι όπως έγδερναν απαλά το ευαίσθητο δέρμα της. Σε μια προσπάθεια να τον αγγίξει και εκείνη άφησε το ένα της χέρι από τον πάγκο και το βάρος της άρχισε να την τραβά προς τα πίσω. Με μια ακαριαία κίνηση έβαλε εκείνος τα δικά του στην πλάτη της συγκρατώντας την από το να πέσει προς τα πίσω, ενώ το στόμα του άρχιζε να κατεβαίνει προς το τζιν της. Τα χέρια της ελεύθερα πιά προσπαθούσαν να τραβήξουν την μπλούζα του και να τη βγάλουν. Εκείνος για να τη βοηθήσει έσκυψε ακόμα περισσότερο και εκείνη λίγο άγαρμπα είχε καταφέρει επιτέλους να τη βγάλει πετώντας την στο έδαφος. Με δύναμη τον έπιασε από τους γυμνούς ώμους και τον τράβηξε προς τα πάνω ώστε να ανέβει το πρόσωπο του στο ύψος του δικού της για να μπορέσει να τον φιλήσει και πάλι. Τη στιγμή που το γυμνό της στήθος ακουμπούσε πάνω στο δικό του γυμνό στήθος, ακούστηκε ένα κινητό να χτυπάει από κάπου δίπλα τους. Μάλλον το δικό του, σκέφτηκε και προσπάθησε  μάταια  να απομακρυνθεί. Εκείνος την έσφιγγε τόσο πολύ που ήταν αδύνατο να διασπάσει την επαφή ανάμεσα στα κορμιά τους. Χωρίς ίχνος πρόθεσης να διακόψει αυτό που είχαν ξεκινήσει συνέχιζε να τη φιλάει. Το κινητό όμως επέμενε και ο ήχος αποσπούσε τη Μαργαρίτα που πλέον είχε πλήρη επίγνωση της εικόνα τους. Αυτός ημίγυμνος από τη μέση και πάνω, εκείνη με τη μπλούζα και το σουτιέν σηκωμένα στο λαιμό της, πάνω σε μια νησίδα κουζίνας και το κόκκινο κρασί να έχει τρέξει και να στάζει στο ξύλινο πάτωμα. 

"Answer it!" του είπε ελευθερώνοντας το στόμα της.

"Ι don't want to" παραπονέθηκε εκείνος χώνοντας το κεφάλι του στον λαιμό της δαγκώνοντας τη λίγο.

"Αnswer it Hilmar! It won't stop, until you do!" τον παρακάλεσε και κατέβασε τη μπλούζα της. Εμφανώς ενοχλημένος, αναστέναξε με δυσφορία, κοίταξε την οθόνη του κινητού του και συνοφρυώθηκε. 

"Give me a minute", είπε και έπιασε το κινητό απαντώντας την κλήση λέγοντας κάτι μάλλον στα ισλανδικά. Κρίνοντας από την έκφραση του που είχε σοβαρέψει απότομα αυτό που του έλεγε ο συνομιλητής του, μάλλον δεν τον ευχαριστούσε ιδιαίτερα. Κάνοντας της ένα αόριστο νεύμα, της γύρισε την πλάτη και άρχισε να κινείται προς τον διάδρομο συνεχίζοντας να μιλάει στην άγνωστη γλώσσα με τον ίδιο έντονο τρόπο που μιλούσε και την πρώτη φορά που τον είχε συναντήσει. Και όσο η γυμνή φαρδιά του πλάτη χανόταν στον διάδρομο η Μαργαρίτα σκέφτηκε πως και εκείνης της άρεσαν όπως ακουγόντουσαν τα Ισλανδικά. Ήταν τραχιά, μπερδεμένα και μυστηριώδη όπως ο άντρας που τα μιλούσε.                          

για τη συνέχεια πατήστε εδώ