Σάββατο 17 Σεπτεμβρίου 2022

"Sugar Daddy" ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΕΚΤΟ



Το ταβερνάκι στη Δραπετσώνα ήταν γεμάτο κόσμο και τσιγαρίλα. Το τραπέζι που μας είχαν κρατήσει ήταν δίπλα σε ένα παράθυρο με πλεκτά κουρτινάκια. Η Λίτσα αφού με αγριοκοίταξε, με έβαλε να κάτσω δίπλα της και απέναντι μας έκατσαν ο Νίκος και ο Ιάκωβος. Οι συστάσεις είχαν γίνει νωρίτερα στο αυτοκίνητο και από εκείνη την ώρα δεν είχα πει κουβέντα, μόνο χασμουριόμουν ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Ένας φουριόζος σερβιτόρος έφερε τους καταλόγους και νερό. Ανοίγοντας προσεκτικά τον κατάλογο μπροστά μας η Λίτσα έσκυψε προς το μέρος μου και μου είπε ψιθυριστά

"Θα σε κοπανήσω με τον κατάλογο, μα το Θεό! Χασμουριέσαι συνέχεια, έχεις μαύρους κύκλους και δεν μιλάς καθόλου! Επίτηδες το κάνεις; Και τι δουλειά είχες στο Σύνταγμα;"

"Λίτσα δεν έχω κοιμηθεί σχεδόν καθόλου. Δεν πρόλαβα να σου πω στο αμάξι. Χθες ήμουν με τον Βίκινγκ. Και για να ξέρεις ο Χρήστος ξέρει πως κοιμήθηκα σε εσάς. Του είπα χθες βράδυ ότι επειδή θα βγαίναμε σήμερα θα ερχόσουν να με πάρεις αποβραδίς να κοιμηθώ σε σένα. Γι' αυτό σου είπα να με μαζέψεις από το Σύνταγμα."

"Δεν το πιστεύω... Ναι και κολοκυθάκια τηγανητά και καμία τυροκαυτερή και φυσικά μπεκρή μεζέ! Τι θα πιούμε;"

"Καφέ λέτε να κάνουν;" ρώτησα και η Λίτσα με κλώτσησε κάτω από το τραπέζι.

"Να πάρουμε μισό κιλό λευκό και μισό κόκκινο να τα δοκιμάσουμε;" πρότεινε ο Νίκος και συμφωνήσαμε όλοι.

"Πάω λίγο τουαλέτα μέχρι να παραγγείλουμε", είπε η Λίτσα και σηκώθηκε κοιτάζοντας εμένα που έπαιζα με μια χαρτοπετσέτα.

"ΠΑΩ ΛΙΓΟ ΤΟΥΑΛΕΤΑ ΛΕΜΕ" ξαναείπε και επιτέλους έπιασα το παρασύνθημα και σηκώθηκα και εγώ.

"Δεν προλαβαίνουμε να μου πεις λεπτομέρειες τι και πως. Πάρε βάλε λίγο κονσίλερ και λίγο ρουζ που είσαι σαν πεθαμένη και ρίξε μια περίληψη" είπε βγάζοντας από την τσάντα της ένα κονσίλερ και ένα ρουζ.

"Τι να σου πω ρε. Σάμπως ξέρω και εγώ τι έγινε; Βασικά σεξ έγινε, αλλά με δαύτον αυτό είναι το μόνο ξεκάθαρο, το σεξ!"

"Πως βρέθηκε στην Ελλάδα πάλι;"

"Δεν ξέρω..."

"Γιατί σε παράτησε στη Ρώμη;"

"Συνεχίζω να μην ξέρω..."

"Αφού δεν σου έδωσε καμία εξήγηση, γιατί του έκατσες πάλι;"

"ΔΕΝ ΞΕΡΩ!!!"

"Ξεράδια ξέρεις λοιπόν!"

"Ακριβώς..." 

"Και τι θα γίνει τώρα; Αυτή η βιόλα θα συνεχιστεί καιρό; Θα έρχεται όποτε του καυλώσει και θα πηδιέστε; Προφυλάξεις μωρή παίρνεις τουλάχιστον;"

"Παίρνω μαμά..."

"Σκάσε που θα με ειρωνευτείς κιόλας! Κάναμε 15 χρόνια να σε ξεκολλήσουμε από τον έναν μαλάκα, για να πέσεις τώρα σε ένα διεθνή μαλάκα; Οκ είχε την πλάκα του μέχρι ένα σημείο, αλλά δεν είναι και τόσο αστείο πλέον."

"Όχι δεν είναι..."

"Χαίρομαι που συμφωνούμε τουλάχιστον σε αυτό. Πάμε τώρα μέσα γιατί θα νομίζουν πως θάβουμε εκείνους", είπε και με τράβηξε έξω από την τουαλέτα.

Όταν φτάσαμε στο τραπέζι είχαν έρθει τα πρώτα ορεκτικά και το κρασί. Κάθισα στη θέση μου δίπλα στο παράθυρο και προσπάθησα να χαμογελάσω στον Ιάκωβο απέναντι μου.

"Λευκό ή Κόκκινο;" με ρώτησε και του έδειξα το κόκκινο κρασί.

"Μπορούμε να τους πούμε να φέρουν λίγα παγάκια;" παρακάλεσα τη Λίτσα και ο Ιάκωβος με κοίταξε με απορία δίνοντας μου το ποτήρι που είχε μόλις γεμίσει.

"Άστο ρε Ιάκωβε, είναι λίγο βλαμμένη η φίλη μου. Θέλει το κόκκινο κρασί, αλλά το θέλει παγωμένο!" εξήγησε η Λίτσα κάνοντας νόημα στον σερβιτόρο.

"Δεν είναι πολύ ζεστό πάντως", σχολίασε εκείνος πίνοντας μια γουλιά από το δικό του ποτήρι.

"Εδώ λέγαμε με τον Ιάκωβο πόσο όμορφο είναι το Πήλιο τον χειμώνα. Είναι η καταγωγή του Ιάκωβου από εκεί. Να κανονίσουμε να πάμε κάνα διήμερο μετά τις γιορτές." πρότεινε ο Νίκος τσιμπώντας μια πατάτα.

"Έχεις πάει ποτέ στο Πήλιο;" με ρώτησε ο Ιάκωβος προσπαθώντας να ανοίξει κουβέντα μαζί μου.

"Πάνε χρόνια. Είχαμε κάνει ένα Πάσχα στις Μηλιές με τον πρώην άντρα μου", του απάντησα ρίχνοντας ένα παγάκι μέσα στο ποτήρι μου με το κρασί.

"Χωρισμένη και εσύ ε;"

"Επίσημα από προχθές. Ποιος να το έλεγε ότι τα διαζύγια θα έβγαιναν μέσα σε 12 μέρες πλέον."

"Τόσο φρέσκο; Νόμιζα πως ήσουν καιρό χωρισμένη..."

"Ήμουν τυπικά χρόνια, απλά πλέον είμαι και νομικά."

"Να πιούμε λοιπόν στην ελευθερία σου;"

"Φυσικά και να πιούμε! Στους διαλυμένους γάμους λοιπόν και στις δεύτερες ευκαιρίες!" είπε ο Νίκος και σήκωσε το ποτήρι του κλείνοντας τους το μάτι. Προσπάθησα να χαμογελάσω και τσούγκρισα το ποτήρι μου με τα ποτήρια των υπολοίπων, όταν το κινητό μου που βρισκόταν δίπλα στο πιάτο μου φωτίστηκε και δονήθηκε. Ήπια μια γουλιά από το κρασί και με τρόπο σήκωσα το κινητό κάτω από το αποδοκιμαστικό βλέμμα της Λίτσας.

"I am on my way to  the airport. I wish i could stay longer. How does the blind date go?" έγραφε το μήνυμα του Χίλμαρ και θυμήθηκα τη μούρη του νωρίτερα την ώρα που του είχε πει πως έπρεπε να φύγω γιατί η φίλη μου, μου είχε κανονίσει ραντεβού στα τυφλά με κάποιον. Επίτηδες δεν του είχα αναφέρει ότι θα ήταν και η Λίτσα με τον Νίκο. Η γυναικεία  ματαιοδοξία μου ήθελε να τσεκάρει αν θα έδειχνε έστω ένα ίχνος ζήλειας. Και εκείνος είχε ενοχληθεί. Ήταν ξεκάθαρο πως είχε ενοχληθεί. Δεν είχε πει κάτι, αλλά η έκφραση στο πρόσωπο του τα έλεγε όλα. Τι κι αν μόλις είχα βγει γυμνή από το κρεβάτι του χορτασμένη, εκείνη τη στιγμή όλη η αυτοπεποίθηση του είχε εξατμιστεί μέσα σε δευτερόλεπτα και είχε κατσουφιάσει σαν παρατημένο κουτάβι. Λες και εγώ ήμουν εκείνη που έφευγε, όταν στην ουσία εκείνος ήταν που με ένα αεροπλάνο θα χανόταν πάλι... Πουθενά δεν είχαμε καταλήξει για ακόμα μια φορά. Ελάχιστα είχαμε πει από τον καυγά μας και μετά και ας είχαμε μείνει σχεδόν άυπνοι. Ότι κουβέντες είχαμε ανταλλάξει ήταν κουβέντες πάνω στο σεξ που ο καθένας ξεστόμιζε στη δική του γλώσσα πάνω στην παραφορά. Και ούτε και την ώρα του αποχαιρετισμού, αφού ντύθηκα και ήμουν έτοιμη να φύγω, δεν είχαμε πει κάτι. Απλά στάθηκα μπροστά του χώνοντας το κεφάλι μου στο στήθος του χτυπώντας το μερικές φορές απελπισμένη όσο εκείνος με έσφιγγε μέσα στην αγκαλιά του. Όλη μου τη δύναμη είχε χρειαστεί να επιστρατεύσω για να ξεκολλήσω από πάνω του. Είχα σηκωθεί στις μύτες, τον είχα φιλήσει με πάθος και είχα βγει από το δωμάτιο. Για έναν περίεργο λόγο κάθε νέος αποχαιρετισμός γινόταν όλο και πιο δύσκολος, από τον προηγούμενο, σκεφτόμουν ενώ κατέβαινα με το ασανσέρ στο ισόγειο.        

"Σου μιλάει ο άνθρωπος, ξεκόλλα!" μου είπε η Λίτσα απηυδισμένη και βγήκα από την ονειροπόληση μου αμήχανη.

"Συγνώμη, αφαιρέθηκα..." 

"Σε ρωτούσα πόσο χρονών είναι ο γιος σου;"

"Ο Χρήστος μου; Τα 15 έκλεισε τον Ιούνιο" , απάντησα απολογητικά αφήνοντας το κινητό διακριτικά πάνω στο τραπέζι με την οθόνη προς τα κάτω. Η Λίτσα ήταν αδελφή μου και εγώ την εξέθετα με τη συμπεριφορά μου. Ήπια μια μεγάλη γουλιά κρασί, έπιασα με το πιρούνι μου ένα κολοκυθάκι και προσπάθησα να συμμετάσχω στη συζήτηση καταπνίγοντας και τα χασμουρητά, αλλά και την βαρεμάρα που ένιωθα.

Δύο ώρες μετά το μαρτύριο είχε τελειώσει. Με είχαν πάει στο σπίτι μου και είχα δεσμευτεί να το επαναλάβουμε. Νυσταγμένη ανέβηκα στο διαμέρισμα μου. Το μόνο που ήθελα ήταν να πέσω να κοιμηθώ. Το ξενύχτι σε συνδυασμό με το κρασί με είχαν εξαντλήσει. Αφού χαιρέτησα τον Χρήστο που διάβαζε στο δωμάτιο του δίπλα σε ένα άδειο τάπερ με χυλοπίτες της κυρά Μίνας, μπήκα στο δωμάτιο μου, έβγαλα τα ρούχα μου, έβαλα ένα φούτερ και μια παλιά φόρμα και παίρνοντας το κινητό στα χέρια μου μπήκα κάτω από το πάπλωμα. Όση ώρα ήμουν με τα παιδιά στην ταβέρνα το κινητό είχε δονηθεί άλλες δύο φορές, αλλά αποφασισμένη να μην εκνευρίσω τη Λίτσα, το είχα βάλει μέσα στην τσάντα χωρίς να το κοιτάξω. Τώρα επιτέλους θα μπορούσα απερίσπαστη να δω τι είχε στείλει ο άλλος. Πράγματι μόλις η οθόνη φωτίστηκε δύο μηνύματα από τον Χίλμαρ με περίμεναν στο viber.

"I wish he is bαld, short and with hairy nose and ears!"

"Not even read?" μου έγραφε και ένιωσα μια μικρή ικανοποίηση που τον είχε τσούξει λίγο και το έδειχνε. Νιώθοντας ασφάλεια πως πλέον θα ήταν στον αέρα, άρχισα να του απαντάω.

"He had hair on his head and not in his nose or ears! If i find out about the hairs on the other parts of his body, i will let you know since you care about it so much :p" πληκτρολόγησα και πάτησα την αποστολή. Έσβησα το κινητό, το έβαλα στο κομοδίνο και έκλεισα τα μάτια μου όταν ακούστηκε ο ήχος ενός νέου μηνύματος. Μα δεν μπορεί να απαντούσε! Με περιέργεια ενεργοποίησα το κινητό ξανά για να δω ότι όντως μου είχε απαντήσει!

"So you don't know already?"

"How the hell are you answering me?"

"Emirates business class. Available wi-fi inflight! So? Does he have hair on other parts?

"I was way too exhausted to find out..."

"What are you wearing?"

"Seriously? Sexting? On a plane? With my poor english? In our age?"

"If you were here on board with me, you would know that first class cabins in long distance flights have as much privacy and space, as a hotel room. All i am thinking about since we took off from Athens is the different ways we could fuck in here...As for your age, you are my sugar baby, baby :p"

"LOL! Baby??? Your 45 year-old sugar baby was ready to fall asleep wearing a hoodie and a sweatpants!"

"Sexy! The perfect match to your granny panties! You know how to turn on a man..."

"Are you doubting my seduction skills? Be careful daddy and don't challenge me... Heart attacks are typical at your age... "

"The best death i could ever wish for...Hearing you crying my name the way you do while you come...my name and all the other stuff you say that i don't understand... Will you have the courtesy to translate whatever you say for me now?

"I can send to Vasili what i say to translate them for you..."

"Do i want him to translate?"

"No, you don't...I mostly swear.. I also inform you about me being close to come and finally i order you to do things not in a very polite way..."

"And how am i supposed to do those things, if i don't understand you?"

"It doesn't matter if you do them or not... And you? What are you saying in Icelandic?"

"Male stuff... how hard you make me... how tight and wet you are...how fucking amazing is to feel horny like a teen at this age...how i love the way you grab my shoulders leaving marks on them...how i long to leave marks on you with my teeth...how desperately i crave licking every inch of you..."  

"Stop it Hilmar... I'll buy a dildo and then i wont need you at all!"

"So you DO need me! You said no more gifts...What if i bought you something that it would actually be a gift for me? Something you would wear only for me...I would put it on you... Would you consent?"

"You have to show me first what we are talking about..."

"Give me ten minutes! Don't fall asleep...ok?"

"I will try..." είπα και ξαναδιάβασα τη στιχομυθία μας όσο περίμενα νιώθοντας ξαναναμμένη λες και όλα όσα γράφαμε ο ένας στον άλλο, είχαν λειτουργήσει σαν προκαταρκτικά. Πανάθεμα τον! Τι σκατά με αναστάτωνε όταν βρισκόταν τόσο μακριά; Πως θα την πάλευα τώρα; Αλλά αυτό που του άξιζε ήταν να αρχίσω να αγγίζω μόνη μου τον εαυτό μου και να του γράψω με κάθε λεπτομέρεια τι κάνω! Αχ και να ήξερα λίγο καλύτερα αγγλικά... Όχι, δεν ήμουν είκοσι χρονών. Ήμουν κουρασμένη... το παιδί ήταν μέσα.. Σύνελθε Μαργαρίτα! μάλωσα τον εαυτό μου όταν το κινητό ξαναδονήθηκε.

"Ι am back. Check your email. You will find an airplane ticket. Next Saturday night i want to take you out on a date. Will you escort me to the opening of my company's department in Budapest? It's a two hour flight... Say yes... Say yes and i will show you what i was talking about... You will be in Budapest by 21:00 and you will be getting back on the morning flight... 15 hours of your life! That's all i am asking for!"

"You are crazy!!!"

"I am...for you... Say yes..."

"No penthouse hotel rooms! And you will not dump me again!"

"No penthouse hotel room and i wont dump you.. My flight from New York lands in Budapest hours before yours and on Sunday morning your flight departs first..."

"Fine...now tell me once more how much you crave to lick every inch of my body and i will tell you what i am doing right now with my hand pretending its yours..." του έγραψα βάζοντας το χέρι μου μέσα από τη φόρμα και ο Χίλμαρ σε ύψος χιλιάδων μέτρων κάπου πάνω από τον Ατλαντικό πάτησε το κουμπί για να κλείσουν τα διαχωριστικά της καμπίνας του.   

για τη συνέχεια πατήστε εδώ       

  

  


 

    


  

   

   

 

   

"Sugar Daddy" ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΠΕΜΠΤΟ



"Ήρθα..."

"Καλώς τον."

"Τελικά βρήκες άκρη με το πακέτο;"

"Ναι. Ο πατέρας σου μου έστειλε κάτι τελευταία πράγματα μου, που είχαν ξεμείνει σπίτι του και ξέχασε να με ενημερώσει."

"Φυσικά. Εξαφανίζει και τα τελευταία ίχνη σου."

"Δεν είναι έτσι και το ξέρεις... Γιατί είσαι τόσο θυμωμένος μαζί του; Δεν χαίρεσαι που θα ξαναφτιάξει τη ζωή του;"

"Εγώ απορώ πως δεν είσαι εσύ θυμωμένη μαζί του!"

"Γιατί να είμαι παιδί μου θυμωμένη. Εγώ θέλω να είναι ευτυχισμένος."

"Και εσύ; Εσύ είσαι ευτυχισμένη;"

"Η δική μου ευτυχία έχει πάψει εδώ και πολύ καιρό να συνδέεται με τον πατέρα σου. Γι' αυτό άλλωστε δεν είμαστε και μαζί. Σου το έχω εξηγήσει πολλές φορές και θα στο πω ακόμα μια. Η απόφαση να μην είμαστε μαζί δεν είναι κάτι που μου το επέβαλε εκείνος. Ήταν κάτι που το θέλαμε και οι δύο. Μην τον χρεώνεις επομένως για πράγματα που δεν ευθύνεται. Ήσουν μικρούλης τότε και δεν ξέρω τι θυμάσαι, αλλά εγώ με τον μπαμπά δεν ήμασταν καλή ομάδα. Το μόνο καλό πράγμα στη σχέση μας ήσουν εσύ. Γι'  αυτό και θα αγαπιόμαστε πάντα ότι και να γίνει."

"Καλά, καλά... Βάλε μου κάνα κουραμπιέ τώρα", είπε βγάζοντας το γάλα από το ψυγείο.

"Δεν βλέπω οι κουραμπιέδες να επιβιώνουν  μέχρι τα Χριστούγεννα όπως το πάμε μάνα και γιός", σχολίασα γελώντας και του έβαλα δύο σε ένα πιάτο. 

"Θα πως εγώ στη Μινούλα μου να μου φτιάξει και άλλους", δήλωσε με έπαρση και άρχισε να τρώει τους κουραμπιέδες γεμίζοντας το τραπεζομάντιλο της κουζίνας με ζάχαρη άχνη. Πόσο είχε μεγαλώσει και πόσο έμοιαζε στον πατέρα του, σκέφτηκα τη στιγμή που εκείνος άδειαζε το ποτήρι με το γάλα που είχε μπροστά του. Και ενώ περίμενα πως θα σηκωνόταν και θα πήγαινε στο δωμάτιο του, εκείνος κάθισε εκεί παίζοντας με τα ψίχουλα νευρικά.

"Πες το!" τον παρότρυνα.

"Θα σε ρωτήσω κάτι και θέλω να μου απαντήσεις μόνο σε αυτό που θα σε ρωτήσω,  χωρίς να κάνεις ερωτήσεις. Μπορείς;"

"Μπορώ!"

"Ωραία... Πως διαλέγεις δώρο για ένα κορίτσι; Εννοώ τι αρέσει στα κορίτσια να τους κάνουν δώρο;" είπε και τον κοίταξα αποσβολωμένη για μερικά δευτερόλεπτα. Πήρα μια βαθιά ανάσα και τιθασεύοντας την ανάγκη μου να ρωτήσω λεπτομέρειες για το κορίτσι ξεκίνησα να του απαντάω.

"Χρήστο μου όλες οι γυναίκες μεγάλες και μικρές ένα πράγμα εκτιμούν σε ένα δώρο που θα τους κάνει κάποιος άντρας και αυτό δεν είναι η αξία του. Οκ, εντάξει κάποιες το μετράνε και αυτό, αλλά πίστεψε με άλλο είναι το σπουδαιότερο. Το δώρο που θα κάνεις σε ένα κορίτσι λοιπόν, πρέπει να δείχνει νοιάξιμο. Και τι σημαίνει αυτό; Πχ αν θες να πάρεις λουλούδια σε μια γυναίκα δεν θα μπαίνεις σε ένα ανθοπωλείο και θα αγοράζεις ότι λουλούδια σου πουλήσει ο ανθοπώλης. Θα αγοράζεις στοχευμένα τα λουλούδια που ξέρεις πως αγαπάει η κοπέλα που θα τα προσφέρεις, ακόμα και αν αυτά είναι μολόχες. Εν ολίγοις πρέπει να ακούς το κορίτσι όταν μιλάει και το δώρο σου πρέπει να δείχνει πως το ακούς. Μικρές ασήμαντες λεπτομέρειες που την αφορούν και που εσύ έχεις δώσει σημασία θα κάνουν το δώρο σου μοναδικό. Σκέψου λοιπόν... Τι κάνει αυτό το κορίτσι ιδιαίτερο για σένα; Και βρες... βρες ένα τρόπο μέσα από το δώρο σου να της το δείξεις αυτό", τον συμβούλεψα και τον κοίταξα με αγάπη. 

"Το 'χω", είπε εκείνος και σηκώθηκε από το τραπέζι. Πριν βγει όμως από την κουζίνα γύρισε πάλι πίσω, μου έσκασε ένα πεταχτό φιλί και συμπλήρωσε  "μαμά, το δέντρο σου είναι μια κούκλα σαν εσένα!" Και πριν προλάβω να αντιδράσω πήγε και κλείστηκε στο δωμάτιο του αφήνοντας με συγκινημένη να κοιτάζω την κούτα κάτω από το τραπέζι που ακόμα δεν είχα βρει το κουράγιο να ανοίξω τα περιεχόμενα της. 

Η συζήτηση με τον Χρήστο είχε αλλάξει τη διάθεση μου. Δεν ήμουν πλέον θυμωμένη με την παγίδα του Χίλμαρ. Γιατί παγίδα ήταν. Αν ήθελε να επιστρέψει τα δώρα έπρεπε να τον δει. Αν δεν τον έβλεπε θα έπρεπε να τα κρατήσει. Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα η κατάσταση και εγώ δεν ήξερα ακόμα ούτε τι ακριβώς είχαν μέσα οι επώνυμες σακούλες. Έσκυψα κάτω από το τραπέζι και τράβηξα την κούτα. Την πήρα στα χέρια μου και πήγα στο δωμάτιο μου. Θα τα άνοιγα. Έπρεπε να ξέρω με τι είχα να κάνω. Πρώτη τράβηξα τη λευκή χαρτοσακούλα που έγραφε Jo Malone LONDON. Αυτή ήταν ίσως και η πλέον προβλέψιμη. Προφανώς και είχε κάποιο άρωμα. Έλυσα τη μαύρη κορδέλα και έβγαλα ένα κουτί πολυτελείας που ήταν επίσης δεμένο με μαύρη κορδέλα. Έλυσα και τη δεύτερη κορδέλα και άνοιξα το κουτί για να δώ ένα γυάλινο μεγάλο μπουκάλι με ασημί καπάκι με μια μικρή καρτούλα πάνω του. Η καρτούλα έγραφε με καθαρά κοφτά γράμματα "Jo Malone was easier to be found than Vivi from Nikaia", και το μπουκάλι έγραφε πάνω NECTARINE BLOSSOM AND HONEY COLOGNE. Μου είχε πάρει το άρωμα που φορούσα και ας μην του είχα πει ποτέ πως το έλεγαν. Τον έκανα εικόνα να μπαίνει μέσα στο μαγαζί ψάχνοντας το άρωμα που μύριζε ροδάκινα στη βροχή. Σχεδόν τον έβλεπα μπροστά μου να το μυρίζει και να το διαλέγει. Κολακευμένη έβαλα το μπουκάλι στη θέση του και τράβηξα τη δεύτερη σακούλα. Αυτή που έλεγε "La perla". Αυτή σίγουρα είχε κάποιο εσώρουχο. Πιθανόν κάτι τολμηρό, υπέθεσα και έλυσα ακόμα μια κορδέλα, βγάζοντας από μέσα ένα χρυσό χαρτί περιτυλίγματος που τύλιγε κάτι μαλακό. Άνοιξα προσεκτικά το χαρτί και έβαλα τα γέλια. Ένα σετ βαμβακερά εσώρουχα σε κρεμ χρώμα με ελάχιστη δαντέλα στα τελειώματα στο νούμερο της και ακόμα μια καρτούλα με τον ίδιο γραφικό χαρακτήρα που έγραφε "i never thought granny panties would look so sexy on a woman". Δύο στα δύο, σκέφτηκα και τράβηξα την τρίτη σακούλα του Cartier. Κάποιο κόσμημα προφανώς, αλλά τι; Τράβηξα την κόκκινη κορδέλα και άδειασα το περιεχόμενο της σακούλας πάνω στο κρεβάτι. Ένα κόκκινο κουτάκι και ακόμα μια καρτούλα. "Roses are red, violets are blue, but who fucks roses and violets when he can fuck daisies!" έγραφε η τρίτη αυτή κάρτα και μέσα στο κουτάκι υπήρχε ένα ροζ χρυσό κολιέ με μια όμορφη μαργαρίτα που στο κέντρο της είχε ένα μικρό διαμάντι. Προβληματισμένη τακτοποίησα τα δώρα του Χίλμαρ όμορφα στις συσκευασίες τους και τα τοποθέτησε μέσα στην κούτα. Πήρα τις τρείς κάρτες, κατέβασα την κούτα στο πάτωμα, ξάπλωσα και ξαναδιάβασα τα σημειώματα. "Τα δώρα πρέπει να δείχνουν νοιάξιμο" έλεγα του Χρήστου λίγη ώρα πριν και να που ο σκατοισλανδός που με είχε παρατήσει ήδη δυο φορές σύξυλη, έκανε ακριβώς αυτό. Απελπισμένη, μην ξέροντας τι να νιώσω και τι να κάνω, πέταξα τις κάρτες στο κομοδίνο μου, έκλεισα το φως και έχωσα το κεφάλι μου στο μαξιλάρι για να μην ουρλιάξω! Για λίγα λεπτά έμεινα έτσι σαν πεισματάρικο παιδί. Ο αέρας όμως κάτω από το μαξιλάρι λιγόστευε... Με μια νευρική κίνηση το πέταξα στο πάτωμα και άναψα πάλι το φως. Πήρα το κινητό μου από το κομοδίνο και έβγαλα το μεγαλύτερο σημείωμα του Χίλμαρ που πάνω έγραφε τον αριθμό του κινητού του. Πέρασα το νούμερο του στη μνήμη του δικού μου κινητού και άρχισα να πληκτρολογώ αδιαφορώντας για την ώρα ή το κόστος του μηνύματος σε νούμερο του εξωτερικού.

"Thank's for the gifts. You have put some efford in them, beside their cost... and i appreciate it", έγραψα λακωνικά και το έστειλα. Ένα λεπτό μετά το κινητό μου δονούταν, γιατί ο Χίλμαρ φυσικά και με καλούσε.

"That's all? A dry thank you?"

"Hello to you too Hilmar."

"Rita i need to see you..."

"We haven't spoken for almost three months and now you need to see me?"

"Let me come over and pick you up... Lets talk face to face. Please..." με παρακάλεσε και τον άφησα επίτηδες λίγη ώρα να σιγοβράζει πριν του απαντήσω.

"Οκ.  Where are you? I 'll be there in less than an hour."

"No it 's late. I pick you up!"

"No! Tell me where you are or i' ll hang up!"

"Fine, i am staying at the Hotel Grande Bretagne in Syntagma."

"I know where Grande Bretagne is, jesus!"

"I will be waiting for you in the lobbie. My room is at the penthouse..."

"You have an issue with rooms in the highest floor! Έλεος πια!" διαμαρτυρήθηκα και του το έκλεισα. Ευτυχώς που τα ξενοδοχεία στην Αθήνα δεν ήταν τόσο ψηλά, σκέφτηκα και σηκώθηκα από το κρεβάτι.

Μία ώρα και ένα τέταρτο μετά το ταξί με άφηνε μπροστά στη Μεγάλη Βρετανία. Αμέσως τον εντόπισα έξω από το ξενοδοχείο να καπνίζει. Μόλις με είδε έσβησε το τσιγάρο του και με πλησίασε. Φορούσε ένα μαύρο μακρύ παλτό και είχε αφήσει τα γένια του να μακρύνουν. Έμοιαζε κουρασμένος... 

"Ι missed you Rita" μου είπε και χωρίς να περιμένει να του απαντήσω με έκλεισε στην αγκαλιά του. Για ένα ολόκληρο λεπτό μείναμε έτσι. Εγώ σαν το κούτσουρο αιφνιδιασμένη από τη διαχυτικότητα του και εκείνος να με σφίγγει χωρίς να μιλάει. 

"Ι am freezing right here", διαμαρτυρήθηκα ελπίζοντας το make up που φορούσα να μην είχε λερώσει το παλτό του και εκείνος πιάνοντας με από το χέρι άρχισε να με τραβάει προς το εσωτερικό του ξενοδοχείου.

"Ηilmar one step of yours is three steps of mine. Slow down!" τον παρακάλεσα και εκείνος επιβράδυνε τον βηματισμό του.

Στα βουβά ανεβήκαμε με το ασανσέρ κρατημένοι χέρι χέρι. Προσπάθησα σε κάποια φάση να τραβήξω το χέρι μου, αλλά εκείνος δεν το άφηνε. Μόνο όταν σταθήκαμε μπροστά στην πόρτα της σουίτας το άφησε για να ανοίξει την πόρτα. Αδιαφορώντας κυριολεκτικά για το δωμάτιο μπήκα μέσα και πέταξα σε μια καρέκλα το μπουφάν και τη τσάντα μου, γυρνώντας του την πλάτη. Όταν τα χέρια του έπιασαν τους ώμους μου, τραβήχτηκα απότομα κάνοντας μερικά βήματα μπροστά.

"We need to talk first!", απαίτησα και προχώρησα μπρος το bar που ήταν μέσα στο δωμάτιο βάζοντας στον εαυτό μου ένα ποτήρι βότκα που ήπια μονορούφι.

"What you want from me Rita? What am i doing wrong? Wasn't i honest with you from the beginning?" είπε εκείνος και κάθισε παραδομένος σε μια πολυθρόνα.

"Οh yes you were! From the first moment you were clear. Only sex, gifts and travels right? This is what you offer. Well, put your offer to you butthole!"

"Why? You need a husband?"

"Fuck you Hilmar! I don't need a husband, but i don't need a sugar daddy either!!!"

"I am too young to be your sugar daddy and you are too old to be my sugar baby..."

"Άντε γαμήσου που θα μου πεις ότι είμαι και μεγάλη!"

"English... Don't tell me what you don't want. Tell me instead what you want!"

"First of all i want to be respected! You left without even saying goodbye! I am not a prostitute either you like it or not!"

"I never treated you like a prostitute... You judge me wrong..."

"Am i? And what is this? After three months you are horny and you said lets go see the available Greek chick!"

"You make it sound cheap..."

"It is cheap Hilmar beside the suites, the gifts and all the luxury!"

"So you didn't miss me at all? You don't want me this moment as much i want you?"

"This is not what i am saying!!! Pay attention to what i am saying! For first time after ten years my life is getting better. I love your company. I enjoy it like hell when you fuck my body, but i will not permit you to fuck my life coming and going like a tornedo! No strings attached, is fine with me. What is not fine, is you behaving like a total asshole!"

"Rita my life at this moment is a total mess..."

"Fix the mess and maybe we can find then a way to make this thing, whatever it is, to work somehow!" είπα και χωρίς να περιμένω να μου πει κάτι άλλο τον πλησίασα, έσκυψα μπροστά του και κλείνοντας το κεφάλι του μέσα στα χέρια μου τον φίλησα με πάθος. 

"Ι thought I was the pervert guy trying to take advantage of you" ψιθύρισε εκείνος στο αυτί μου αρπάζοντας με και ανεβάζοντας με στην αγκαλιά του.

"Shut up and fuck me. Your beard is so sexy!!! Take my clothes off. I want to feel it on my bare skin..." είπα και εκείνος άρχισε να με γδύνει.   

     

για τη συνέχεια πατήστε εδώ       

  

 

    

                      


  

Τετάρτη 14 Σεπτεμβρίου 2022

"Sugar Daddy" ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΤΕΤΑΡΤΟ




Σε όλη την πτήση της επιστροφής σκεφτόμουν πως το κεφάλαιο Χίλμαρ είχε κλείσει ακριβώς όπως είχε ξεκινήσει, απροσδόκητα. Ξεπερνώντας την αρχική πικρία και όσο το αεροπλάνο με επέστρεφε στην πραγματικότητα μου, τόσο πιο σίγουρη ένιωθα πως η τροπή των πραγμάτων ήταν η καλύτερη δυνατή. Τι παραπάνω θα είχε προσφέρει ένας αποχαιρετισμός; Τίποτα απολύτως. Γύρισα έτσι σπίτι μου και προσπάθησα να κρατήσω τις λίγες αναμνήσεις που είχαμε μοιραστεί μέσα στο κουτάκι του μυαλού μου που απ' έξω έγραφε "τρελά και όμορφα". Διέγραψα τα email του, ώστε να μην έχω η ίδια τρόπο επικοινωνίας και ζήτησα από τη Λίτσα να σταματήσει να ρωτάει συνέχεια αν εκείνος είχε επικοινωνήσει. Το πράγμα είχε κάνει τον σύντομο κύκλο του και άνηκε στο παρελθόν.  

Και κυλούσαν οι μέρες και ο χειμώνας πλέον ήταν γεγονός. Το όνειρο της σόμπας πέλετ αντικαταστάθηκε με την αγορά μιας σόμπας υγραερίου, το όνειρο μιας νέας καλύτερης δουλειάς έγινε αναζήτηση μιας δεύτερης οποιασδήποτε δουλειάς, η συζήτηση με τον Χρήστο αναβλήθηκε μέχρι το επόμενο καλοκαίρι και η αποστασιοποίηση από τον Στέλιο έπαψε να αποτελεί πλέον δική μου επιλογή. Τέλη Νοεμβρίου ήταν όταν ο Στέλιος μου είχε ζητήσει να περάσει από το σπίτι για να συζητήσουμε κάτι σοβαρό, κάνοντας με αρχικά να ανησυχήσω για την υγεία του. Βλέποντας τον όμως στο κατώφλι της πόρτας μου χαρούμενο και λαμπερό κατάλαβα πως κάτι άλλο ήταν το σοβαρό και όχι ευτυχώς κάποιο θέμα υγείας.

"Μπορείς αύριο το πρωί να πάμε στην τράπεζα; Πούλησε ο πατέρας μου το οικόπεδο στη Μήλο σε πολύ καλή τιμή και μου έδωσε τα λεφτά. Μαργαρίτα επιτέλους θα είμαστε και πάλι ελεύθεροι. Θα μπορέσουμε να βγάλουμε και το διαζύγιο χωρίς προβλήματα. Να κάνουμε μια καινούργια αρχή. Θα μπορέσει η μάνα σου να σου γράψει το σπίτι, χωρίς να φοβάται μην σου το πάρει η τράπεζα. Και εγώ... Εγώ θέλω να ξαναπαντρευτώ Μαργαρίτα. Έχω βρει νομίζω την κατάλληλη γυναίκα για να περάσω το υπόλοιπο της ζωής μου μαζί της", μου είχε πει κρατώντας τα χέρια μου και εγώ δεν ήξερα αν έπρεπε να χαρώ ή να λυπηθώ. Το χρέος θα έφευγε από πάνω μου και μαζί του θα έφευγε και ότι με έδενε με τον Στέλιο. Θα έμενε μόνο ο Χρήστος να θυμίζει πως κάποτε εμείς οι δύο είχαμε υπάρξει ζευγάρι. Και ενώ μια μελαγχολία με έπιανε που και αυτός ο κύκλος επιτέλους έκλεινε, δεν μπορούσα να μην νιώθω μια κάθαρση. Τον είχα αγκαλιάσει τρυφερά, του είχα δώσει ένα τελευταίο φιλί και του είχα ευχηθεί ότι καλύτερο, σίγουρη πως το ξόρκι που τον είχε δέσει μαζί μου, είχε πλέον λυθεί οριστικά.

Η καινούργια χρονιά θα με έβρισκε πιο ελαφριά από ποτέ. Όλα θα πήγαιναν καλά. Ήμουν υγιής, ήμουν ελεύθερη, ήμουν ανεξάρτητη και σύντομα θα έβρισκα και μια δεύτερη δουλειά ώστε να μην νιώθω τόσο ευάλωτη. Όλα θα πήγαιναν καλά, σκεφτόμουν καθώς κρεμούσα τις χρυσές μπάλες στο Χριστουγεννιάτικο δέντρο δύο εβδομάδες μετά, ξεπερνώντας το γεγονός πως ο Χρήστος δεν είχε ρίξει ούτε μια δεύτερη ματιά στο ημιτελές στολισμένο δέντρο πριν φύγει. Ο Χρήστος που σαν παιδάκι λύσσαγε για το δέντρο, πλέον δεν έδινε δεκάρα τσακιστή αν θα στολίζαμε ή όχι. Πως να του κρατήσω όμως κακία; Ήταν ερωτευμένος. Μέρες τώρα τον έβλεπα να υποφέρει μπροστά στο κινητό του. Είχε χάσει την όρεξη του. Έκανε τρεις φορές τη μέρα μπάνιο. Μου είχε ζητήσει ένα άρωμα δώρο για τα Χριστούγεννα. Όλα τα σημάδια ήταν εκεί και εγώ διασκέδαζα τόσο πολύ με το δράμα του, που δεν μπορούσα να του θυμώσω για τα νεύρα και τις παραξενιές. Τον χάζευα όπως φωτιζόταν ολόκληρο το πρόσωπό του όταν το πολυπόθητο μήνυμα ερχόταν και τον καμάρωνα, ζηλεύοντας ίσως λιγάκι εκείνο το πρώτο καρδιοχτύπι του έρωτα που μαζί του θα έφερνε φουρτούνες και βάσανα που σιγά σιγά θα τον ωρίμαζαν ετοιμάζοντας τον για τον κόσμο της ενηλικίωσης. Είχα σκεφτεί να τον ρωτήσω ευθέως τι έπαιζε, αλλά είχα συγκρατηθεί. Αν έκανα το λάθος να ανοίξω εγώ πρώτη την κουβέντα, εκείνος θα σήκωνε τοίχο και δεν θα μάθαινα ποτέ. Έκανα έτσι υπομονή βράζοντας στο ζουμί μου, ελπίζοντας κάποια στιγμή να μου μιλούσε από μόνος του για την κοπελίτσα που είχε κάνει την καρδούλα του να σκιρτήσει.

Εννιά το βράδυ είχε πάει όταν τελείωσα με το στόλισμα του δέντρου. Έξω είχε νυχτώσει από ώρα. Ευτυχώς ο καιρός ήταν ακόμα σχετικά γλυκός. Ο Θεός μας είχε λυπηθεί και ο χειμώνας μέχρι στιγμής δεν είχε δείξει τα δόντια του. Άναψα τα λαμπάκια, έφτιαξα μια ζεστή σοκολάτα και κάθισα μπροστά στο δέντρο χαζεύοντας το μέσα στην απόλυτη ησυχία. Με ξεκούραζε αυτή η ησυχία. Από εβδομάδα θα ξεκινούσε το πανδαιμόνιο του εορταστικού ωραρίου και θα έτρεχα σαν ποδήλατο. Σκέφτηκα να πάω στην κουζίνα να πάρω ακόμα έναν κουραμπιέ από αυτούς που μου είχε φέρει νωρίτερα η μάνα μου, αλλά είχα χαλαρώσει τόσο πολύ που ακόμα και αυτό βαριόμουν να κάνω. Τυλίχτηκα έτσι στη μάλλινη ζακέτα μου και συνέχισα να κοιτάζω τα λαμπάκια αδειάζοντας το μυαλό μου, όταν χτύπησε το τηλέφωνο.

"Αν δεν σηκώσω εγώ το τηλέφωνο να σε πάρω γαϊδούρα, εσύ δεν παίρνεις!" παραπονέθηκε η Λίτσα μόλις το σήκωσα.

"Θα σε έπαιρνα ρε και εγώ. Έμπλεξα με το στόλισμα του δέντρου!"

"Χθες στολίσαμε και εμείς. Σου έχω πει πόσο σιχαίνομαι τη διαδικασία ε; Αλλά τι να έκανα; Μου είχε φάει τα αυτιά η μικρή..."

"Λίτσα απόλαυσε το όσο μπορείς! Ο δικός μου χεσμένο το έχει πλέον το δέντρο."

"Μάθαμε τίποτα για τη μικρή ξελογιάστρα;"

"Κουβέντα δεν λέει... Ντύθηκε, στολίστηκε, έκανε τρείς ώρες να φτιάξει το μαλλί του και έφυγε ο γαμπρός! Το μόνο που μου είπε η μάνα μου το πρωί που πέρασε να μας φέρει μελομακάρονα και κουραμπιέδες, ήταν πως της ζήτησε 50 ευρώ για να πάρει λέει κάποια δώρα τα Χριστούγεννα. Είμαι ειλικρινά περίεργη τι θα πάει να της πάρει της κοπέλας."

"Έφτιαξε η κυρά Μίνα κουραμπιέδες;;;;;;"

"Έφτιαξε που να μην έφτιαχνε! Πέντε έχω φάει από εκείνη την ώρα! Μου έφερε και για σένα ένα πακέτο. Ξέρεις το κλασσικό πακέτο με το μεταλλικό χριστουγεννιάτικο κουτί που σου δίνει κάθε χρόνο. Αυτό με τα καλαίσθητα Αγιοβασιλάκια και χιονανθρωπάκια απ' έξω!"

"Ποιος το χέζει το κουτί. Το περιεχόμενο μετράει! Μάθε μωρή άχρηστη να φτιάχνεις τους κουραμπιέδες της!"

"Μην αρχίζεις και εσύ! Και αυτή τα ίδια έλεγε το πρωί. Θα πεθάνω και δεν θα ξέρεις να φτιάχνεις έναν κουραμπιέ και ένα μελομακάρονο... "

"Να σου πω, θα βρεθούμε αύριο; Κυριακή είναι, δεν δουλεύεις. Πάμε για ένα κρασάκι; Θα κρατήσει η πεθερά μου τη μικρή. Θα μου δώσεις και τους κουραμπιέδες μου."

"Που να τρέχουμε ρε; Δεν θες να έρθεις από εδώ;"

"Όχι δεν θέλω να έρθω από εκεί! Θέλω να βγω έξω και κανονικά θα έπρεπε να θες και εσύ! Άσε που δεν θα είμαι μόνη μου. Θα είναι και ο Νίκος μαζί με έναν συνάδελφό του."

"Λίτσα προξενιό μου ετοιμάζεις;"

"Άσε μας κουκλίτσα μου, άκου προξενιό! Μια γνωριμία. Και στην τελική ακόμα δεν έχουμε γιορτάσει το διαζύγιο σου! Όσο για τον Ιάκωβο καλή φάση είναι, καλό παιδί, χωρισμένος και αυτός, στην ηλικία μας, με περιουσία, δουλειά, βλέπεται, τι άλλο θες;"

"Ρε Λίτσα τώρα σοβαρά, θες να μου τα φτιάξει με άνθρωπο που τον λένε Ιάκωβο; Και ποιος σου είπε ότι εγώ ψάχνω για άντρα;"

"Κοίτα ρε φίλε που κόλλησε! Στο όνομα! Θα έρθεις και ας μην γίνει τίποτα! Θα έρθεις έτσι για να πάρεις αέρα. Θα έρθεις και θα πεις και ένα τραγούδι, γιατί μου χρωστάς! Τρώγοντας θα σου έρθει και η όρεξη! Δεν ακούω κουβέντα!"   

"Μην με σταυρώνεις ρε Λίτσα. Άσε με στην ησυχία μου να ξεκουραστώ αύριο. Τι τις θες τώρα τις εξόδους;" είπα τη στιγμή που ακούστηκε το κουδούνι της κάτω πόρτας.

"Περιμένεις παρέα;" 

"Ο Χρήστος θα ξέχασε τα κλειδιά του. Κάτσε να του ανοίξω μια στιγμή."

"Δεν κάθομαι! Σε κλείνω. Τα λέμε αύριο. Θα περάσουμε κατά τη μία το μεσημέρι να σε πάρουμε!"

"Λίτσα περίμενε!!! Λίτσα;;;" είπα πατώντας το κουμπί του θυροτηλεφώνου, αλλά η Λίτσα το είχε κλείσει. Εκνευρισμένη με το ένα χέρι ξεκλείδωσα την πόρτα του διαμερίσματος και την άνοιξα, ενώ με το άλλο χέρι καλούσα πίσω τη Λίτσα. Μόλις όμως είδα έναν άγνωστο άντρα να ανεβαίνει τη σκάλα κρατώντας στα χέρια του μια κούτα, τερμάτισα την κλήση και σιχτίρισα που δεν είχα ρωτήσει ποιος ήταν.

"Παρακαλώ;" είπα διστακτικά.

"Είστε η κυρία Δήμου;" ρώτησε εκείνος ευγενικά.

"Μάλιστα", απάντησα κοιτώντας τον καλοντυμένο νεαρό με επιφύλαξη.

"Έχω κάτι για εσάς", εξήγησε προσφέροντας μου την κούτα που δεν έγραφε κάτι διευκρινιστικό απ' έξω.

"Δεν έχω κάνει κάποια παραγγελία. Κάποιο λάθος έχει γίνει ", ξεκίνησα να λέω, αλλά ο νεαρός με αγνόησε, ακούμπησε την κούτα μπροστά στα πόδια μου, είπε ένα βιαστικό "καλό βράδυ", έκανε μια μεταβολή και άρχισε να κατεβαίνει τη σκάλα βιαστικά.

"Μισό λεπτό!!!" φώναξα και έτρεξα να βάλω παπούτσια, άρπαξα την κούτα και τα κλειδιά μου και κατέβηκα τη σκάλα. Βγήκα από την είσοδο και κοίταξα τον δρόμο μπροστά. Κανένα ίχνος όμως του μυστήριου διανομέα. "Γαμώτο!" αναφώνησα και ανατριχιάζοντας από το κρύο ξαναμπήκα θυμωμένη στην είσοδο και άρχισα να ανεβαίνω τις σκάλες με την κούτα στα χέρια. 

Για κάνα δεκάλεπτο είχα την κούτα πάνω στο τραπέζι και την κοιτούσα προβληματισμένη. Ίσως να είχε παραγγείλει κάτι ο Χρήστος, σκέφτηκα και έπιασα το κινητό για να τον πάρω τηλέφωνο. Ο Χρήστος όμως ενοχλημένος από την κλήση μου, από την άλλη άκρη της γραμμής με διαβεβαίωσε βιαστικά πως ούτε και εκείνος είχε παραγγείλει κάτι. Τότε τι σκατά ήταν αυτή η κούτα; Η παράδοση δεν είχε γίνει σε εργάσιμες ώρες, από κάποιον που να μοιάζει με υπάλληλο ταχυμεταφορικής. Ίσως ο Στέλιος να μου έστελνε επιτέλους με κάποιον φίλο του τα βινύλια μου που είχαν ξεμείνει στην αποθήκη του σπιτιού που μέναμε τότε μαζί. Και πάλι όμως, τώρα τα θυμήθηκε; Δέκα χρόνια μετά; Χώρια που αν ήταν οι δίσκοι μου η κούτα θα ήταν πιο βαριά. Κούνησα λιγάκι την κούτα δεξιά αριστερά μήπως και καταλάβω τι ήταν, αλλά μάταια. Κάτι είχε μέσα το μόνο βέβαιο, αλλά κανένας ενδεικτικός ήχος να προδίδει τι μπορεί να περιείχε. Παραδομένη έπιασα ένα μαχαίρι από το συρτάρι με τα μαχαιροπίρουνα και άρχισα να κόβω την ταινία ασφαλείας που κρατούσε την κούτα κλειστή. Η περιέργεια μου είχε νικήσει τον φόβο για το άγνωστο περιεχόμενο της κούτας. Μόλις έκοψα και την τελευταία ταινία πήρα μια βαθιά ανάσα και σήκωσα αποφασιστικά τα αυτιά του ανοίγματος της κούτα για να αντικρίσω κάτι που είχα ξαναδεί. Μέσα από ένα ιβουάρ ρυζόχαρτο, οι τρεις σακούλες που είχα αφήσει πάνω στο πάσο της κουζίνας στη Ρώμη πριν από σχεδόν τρεις μήνες, μου έβγαζαν κοροϊδευτικά τη γλώσσα περιγελώντας με. Το αίμα είχε ήδη αρχίσει να ανεβαίνει στο κεφάλι μου, όταν πρόσεξα έναν φάκελο ανάμεσα στις χαρτοσακούλες. Θυμωμένη άρπαξα τον φάκελο και κάθισα σε μια καρέκλα ανοίγοντας τον.

"Δεν ξέρω αν στη δική σου κουλτούρα ισχύει το ίδιο, αλλά στη δική μου είναι τρομερή αγένεια να μη δέχεται κάποιος το δώρο που του κάνεις. Τουλάχιστον άνοιξε τα πρώτα, πριν τα απορρίψεις. Θα στα είχα στείλει και νωρίτερα, αλλά περίμενα να βρίσκομαι στην Ελλάδα. Αυτό είναι το τηλέφωνο μου. Σου υποσχέθηκα να μην παραβιάσω ξανά την ιδιωτικότητα σου και θα το τηρήσω. Αν δεν θες να με δεις θα το σεβαστώ. Αν πάλι θες να μου τα επιστρέψεις συναντώντας με, δεν έχεις παρά να μου στείλεις ένα μήνυμα", έγραφε το σημείωμα που ήταν τυπωμένο σε βαρύ χαρτί θυμίζοντας προσκλητήριο γάμου. Ο Βασιλάκης είχε βγάλει πάλι μεροκάματο. 

για τη συνέχεια πατήστε εδώ       

   

"Sugar Daddy" ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΤΡΙΤΟ



Εκείνο το Σάββατο θα το θυμόμουν για πολύ καιρό. Απαλλαγμένη από το άγχος μην πετάξω καμία πατάτα, με έκπληξη διαπίστωσα πως όσο του μιλούσα, τόσο ευκολότερο μου γινόταν να μιλάω στα αγγλικά. Αφού είχα ντυθεί και αφού είχα ξανατραγουδήσει το δι ευχών κατά την κάθοδο μας, είχαμε πάρει το αυτοκίνητο και είχαμε βγει στον έξω κόσμο. Με είχε πάει σε ένα υπέροχο εστιατόριο μέσα σε ένα κήπο και είχαμε φάει ένα χορταστικό μεσημεριανό τριών πιάτων, πίνοντας ένα μπουκάλι κόκκινο κρασί που εκείνος είχε ζητήσει να το βάλουν μέσα σε μια παγωνιέρα. Τον είχα κοροϊδέψει όταν για να διαβάσει το μενού είχε βάλει κάτι αστεία γυαλιά πρεσβυωπίας και εκείνος είχε ανταποδώσει το πείραγμα, όταν είχα ζητήσει μια σόδα τελειώνοντας το γεύμα μας, αντί για καφέ όπως όριζε το πρωτόκολλο. Στη σύντομη βόλτα μας έξω έμαθα για εκείνον πολλές μικρές χαζές λεπτομέρειες, όπως ότι πράγματι ήταν αλλεργικός στη γύρη από παιδί. Πως η έδρα της εταιρείας του δεν ήταν στην Ισλανδία όπως νόμιζα, αλλά στη Νέα Υόρκη. Πως μικρός ήθελε να γίνει πυροσβέστης. Μικρά, ανόητα, χωρίς ουσία, ασφαλή πράγματα. Σαν από κοινού συνεννοημένοι αποφεύγαμε κάθε προσωπική ερώτηση που θα χαλούσε ενδεχομένως το ευχάριστο κλίμα μεταξύ μας. Εκείνος δεν ρώτησε τι σήμαινε το complicated εκείνο και εγώ δεν ρώτησα αν η γυναίκα του ήξερε για τις συνήθειες του. Περνούσαμε καλά, γελούσαμε πολύ και το μόνο που είχε σημασία ήταν το παρόν. Εκείνες οι στιγμές που είχαν ημερομηνία λήξης και το ξέραμε.

Χορτασμένοι είχαμε επιστρέψει στην κορυφή του πύργου. Χορτασμένοι και ίσως λίγο ευτυχισμένοι. Είχαμε γεμίσει τη μεγάλη μπανιέρα και είχαμε ξαπλώσει μέσα της χαζεύοντας το ηλιοβασίλεμα μέσα από τη τζαμαρία. Είχαμε πλύνει ο ένας τον άλλο λες και πλέναμε ο ένας το παρελθόν του άλλου από πάνω μας, για να καταλήξουμε να πηδιόμαστε σκορπώντας τα νερά απέξω με κίνδυνο να τραυματιστούμε. Είχαμε τσακωθεί για το τι θα δούμε στην τηλεόραση. Είχαμε φάει ένα κουβά ποπ κορν πίνοντας εκείνος ουίσκι και εγώ παγωμένο κόκκινο κρασί. Εκείνος είχε κάνει ένα τσιγάρο έξω στο μπαλκόνι, όσο εγώ μιλούσα με Ελλάδα. Εγώ είχα πλύνει κάτι ποτήρια όσο εκείνος μιλούσε μάλλον με Ισλανδία. Και ύστερα είχαμε πάει στο δωμάτιο και είχαμε κάνει και πάλι έρωτα. Αυτή τη φορά όμως χωρίς βιασύνες, χωρίς την παραφορά των προηγούμενων συνευρέσεων μας. Αργά, αργά λες και προσπαθούσαμε να απομνημονεύσουν ο ένας το σώμα του άλλου. Και εκείνο το δεύτερο βράδυ καθόλου δεν είχα δυσκολευτεί να αποκοιμηθώ. Λες και μέσα σε ένα εικοσιτετράωρο η αγκαλιά του Χίλμαρ είχε γίνει το σπίτι μου.

Ξέρω πως σε αυτό το σημείο όλοι έχετε μελώσει με τα σιρόπια.

Θα σας το χαλάσω όμως και σας ζητάω προκαταβολικά συγνώμη γι' αυτό... Βλέπετε τα πράγματα στην αληθινή ζωή ποτέ δεν είναι τόσο απλά όσο φαίνονται. Έτσι λοιπόν όταν το επόμενο πρωί ξύπνησα και το κρεβάτι ήταν άδειο δεν μου πήρε πολύ χρόνο για να καταλάβω πως στο διαμέρισμα βρισκόμουν πλέον μόνη. Ένα ξερό σημείωμα είχε αφήσει πάνω στη νησίδα.

"Something came up and i had to leave. I didn't want to wake you up. Thank you for everything. An employee of mine will be there at 15:00 to pick you up for the airport. His name is Franco. Take good care of yourself Rita", μου έγραφε και ήξερα πως δεν θα τον ξανάβλεπα. Μάζεψα τα πράγματα μου, ήπια έναν καφέ, έκανα ένα μπάνιο, έστρωσα το κρεβάτι και κάθισα στον καναπέ περιμένοντας να περάσει η ώρα. Δεν θα θύμωνα και δεν θα έκλαιγα. Ήμουν μια γυναίκα 45 χρόνων που ήξερα πολύ καλά που έμπλεκα. Εκείνος άλλωστε ποτέ δεν προσπάθησε να μου πουλήσει έρωτες. Αδρανοποίησα έτσι τον εαυτό μου μην επιτρέποντας του να αντιδράσει. Και μόνο όταν είδα αυτόν τον Φράνκο να μου δίνει το εισιτήριο μαζί με τρεις τσάντες λύγισα. Μια πολυτελής κόκκινη χαρτοσακούλα που έγραφε απέξω Cartier με χρυσά ανάγλυφα γράμματα, μια λευκή με μαύρες λεπτομέρειες που έγραφε Jo Malone LONDON και μια μικρότερη επίσης λευκή που έγραφε La perla. Εκνευρισμένη άφησα τις σακούλες πάνω στη νησίδα χωρίς να τις ανοίξω και άρχισα να κινούμαι προς την έξοδο.

"Signora! Mr Svenson said to give you these!" παραπονέθηκε ο Φράνκο δείχνοντας τις σακούλες.

"Say to Mr Svenson να βάλει στον κώλο του τα δώρα του!!!" είπα πληγωμένη και βγήκα από το διαμέρισμα.        

για τη συνέχεια πατήστε εδώ     

Τρίτη 13 Σεπτεμβρίου 2022

"Sugar Daddy" ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΩΔΕΚΑΤΟ



"Stop fidgeting!" είπε και μπλέκοντας τα μακριά πόδια του με τα δικά μου, με πήρε αγκαλιά από πίσω ακουμπώντας το γυμνό του στήθος στην πλάτη μου.

"Richard, is that you?"

"Who is Richard?"

"Ένας είναι ο Richard μάνα μου! Stop fidgeting was a line from the movie Pretty Woman. Richard Gere said the exact same words to Julia Roberts!"

"Your taste in movies sucks. Sleep..."  

"Can you pilot an helicopter?" 

"No, but i can rent one if you want me to"

"Can you play piano?"

"You have seen my hands. No i don't."

"Were you abused as a child?"

"Jesus Rita! It is 4 am!!! Sleep!!!"

"Answer me!"

"No, i wasn't. Happy?"

"Ties... Why you don't have a single tie in your wardrobe?"

"Because i hate them as much as you hate elevators and stop what ever you are doing. It's not going to happen again any time soon. I have to remind you that i am 47 years old" είπε και σταμάτησε το χέρι μου που προσπαθούσε να χωθεί ανάμεσα μας.

"So, no Mr Grey for me either..." είπα μαζεύοντας το χέρι μου.

"Who the hell is Mr Grey now?"

"Κάποιος από το χωριό, δεν τον ξέρεις" του απάντησα.

"Do you want me to call Vasili to come and sleep with us in the same bed?"

"Fine... a hero from a book/movie. A CEO like you."

"You are watching too much TV Rita! Real life is not like movies."

"No it is not..." 

"I love the way you smell. You are the only daisy that smells like a peach tree in a rainy day", είπε και πήρε μια βαθιά εισπνοή στον λαιμό μου.

"Thank Vivi and Jo Malone for that"

"Who are they? Heroes of another movie?"

"No, the lady of the perfume shop in Nikaia and a fancy perfume designer, i think from London!"

"Why you are not sleeping? Aren't you tired woman?"

"I was sleeping, but a tall guy woke me up after ditching me alone on the top of a goddamn tower!"

"The tall guy already tried to make up for his shitty behaviour ... Wasn't that enough?"

"It was..." είπα μελαγχολικά καθώς έφερνα στο μυαλό μου ξανά όλα όσα είχαμε κάνει λίγη ώρα πριν μέσα στο δωμάτιο.

"Why then?" επέμεινε εκείνος περνώντας το δεξί του χέρι κάτω από το λαιμό μου προσπαθώντας να βολευτεί. 

"Maybe i should go to the other bedroom, to let you sleep."

"No way! Close your eyes and try to relax" με συμβούλεψε και λίγα λεπτά μετά από τον ρυθμό της ανάσας του κατάλαβα πως τον είχε πάρει ο ύπνος. Πόσο καιρό είχα να μοιραστώ το κρεβάτι μου με κάποιον; Πολύ καιρό. Μαθημένη πλέον να κοιμάμαι μόνη μου αδυνατούσα να μοιραστώ το κρεβάτι με κάποιον άλλο. Προσπάθησα να ξεγλιστρήσω από την αγκαλιά του, αλλά εκείνος αναδεύτηκε μέσα στον ύπνο του και με έσφιξε ακόμα περισσότερο. Παραδομένη προσπάθησα να δω ανάμεσα από τα κλειστά στόρια τη θέα μήπως και χαλαρώσω. Ελάχιστα πράγματα όμως φαινόντουσαν πλέον. Οι δύο μεγάλες τζαμαρίες καλύπτονταν από άκρη σε άκρη με γκρι μακρόστενα υφασμάτινα ορθογώνια πάνελ. Θα τα είχε κλείσει όταν είχα πάει στην τουαλέτα μετά τη δεύτερη φορά που είχαμε βγάλει τα μάτια μας, κατέληξα μιας και δεν θυμόμουν να τα βλέπω να κλείνουν. Έκλεισα τα μάτια μου και προσπάθησα να διώξω κάθε σκέψη. Εικόνες όμως άρχισαν να σχηματίζονται πίσω από τα κλειστά μου βλέφαρα. Εμένα πεσμένη στα τέσσερα και εκείνος πίσω μου. Εγώ καθισμένη πάνω του και εκείνος ξαπλωμένος ανάσκελα. Εγώ ξαπλωμένη ανάσκελα και εκείνος από πάνω μου. Εκείνον να μου λέει κάτι στα Ισλανδικά που δεν καταλάβαινα και εμένα να φωνάζω το όνομα του. Πόσο διαφορετικό ήταν το σεξ με τον Χίλμαρ, απ' ότι με τον Στέλιο. Πόσο πιο κουραστικό και ταυτόχρονα πιο ενδιαφέρον. Οι μεγάλες διαφορές στη σωματοδομή μας, σε συνδυασμό με τις ηλικίες μας, τη δυσκολία στη γλωσσική επικοινωνία και το γεγονός πως δεν γνωρίζαμε καλά ο ένας τον άλλο, έκαναν το σεξ κάτι σαν κυνήγι του χαμένου θησαυρού. Έναν αγώνα αντοχής και ταχύτητας ταυτόχρονα. Και μπορεί με το Στέλιο όλα να γινόντουσαν σαν συγχρονισμένη χορογραφία εύκολα και ξεκούραστα, δεν μπορούσα όμως να μην παραδεχτώ πως με τον Χίλμαρ ο οργασμός όταν έφτανε ήταν πολύ πιο έντονος σε βαθμό που ξεχνούσα τα πάντα. Λες και η προσπάθεια τον έκανε πιο γλυκό. Μια γλυκιά λήθη που μέσα της με τραβούσε σαν δίνη βυθίζοντας με επιτέλους σε ένα λυτρωτικό χωρίς όνειρα ύπνο.        

Ένας Θεός ξέρει μέχρι τι ώρα θα κοιμόμουν αν δεν είχα ακούσει το κινητό μου να δονείται. Αγνοώντας το αρχικά άπλωσα στα τυφλά το χέρι μου δίπλα, για να διαπιστώσω πως στο μεγάλο κρεβάτι ήμουν πλέον μόνη. Πόσο καιρό είχα να κοιμηθώ τόσο καλά, αναρωτήθηκα και έτριψα με τα χέρια μου το πρόσωπο μου. Πρώτη φορά μετά από μήνες ένιωθα επιτέλους ξεκούραστη. Τεντώθηκα νωχελικά και έπιασα το κινητό ανοίγοντας τα μάτια μου νυσταγμένα. Τέσσερις κλήσεις της Λίτσας και τρία μηνύματα στην αρχική οθόνη. Πανικόβλητη κοίταξα την ώρα. 12:17 έλεγε το ρολόι. Σκατά! Ανακάθισα στο κρεβάτι και διάβασα τα μηνύματα.

"Καλημέρα! Όλα καλά;" ώρα αποστολής 9:23

"Απάντα μωρή! Το κάψατε χθες κυρ Στέφανε;" ώρα αποστολής 11:07

"Μαλάκα αρχίζω και φρικάρω! Αν δεν επικοινωνήσεις μαζί μου μέσα στην επόμενη ώρα θα πάρω τη μάνα σου!" ώρα αποστολής 11:56

Χωρίς δεύτερη σκέψη κάλεσα τη Λίτσα που το είχε σηκώσει πριν καν χτυπήσει.

"Θα σε σκίσω! Δεν θα σε σκοτώσει αυτός, εγώ θα σε σκοτώσω να το ξέρεις!!!"

"Συγνώμη, συγνώμη, συγνώμη!!!! Με πήρε ο ύπνος!"

"Ξέρεις τι ώρα είναι; Πάει μια και μισή! Τι ώρα κοιμήθηκες χθες βράδυ και ακόμα κοιμάσαι γαϊδούρα;"

"Εδώ είναι ακόμα δώδεκα και κάτι. Έχουμε διαφορά μιας ώρας."

"Άσε τις μαλακίες με τη διαφορά της ώρας; Γιατί κοιμάσαι ακόμα; Τι σου έκανε; Ναρκωτικά σου έδωσε;"

"Άλλα πράγματα μου έκανε..."

"Δεν θέλω να ξέρω! Καλά είσαι; Αυτό μόνο με νοιάζει."

"Λίγο πιασμένη, αλλά μια χαρά!"

"Τρομάρα σου! Άντε κλείνω και στέλνε κάνα μήνυμα ανάμεσα στα πηδήματα να μην με τρώει η αγωνία!"

"Σ αγαπάω Λιτσάκι", είπα και τερμάτισα την κλήση.  

Στα γρήγορα πήρα και τη μάνα μου και μίλησα λίγο και με τον Χρήστο που με το ζόρι είχε έρθει στο τηλέφωνο. Τώρα που η ανταπόκριση με την Ελλάδα είχε τελειώσει ήταν ώρα να σηκωθώ. Κατέβασα τα πόδια μου από το κρεβάτι και αναζήτησα τα ρούχα μου. Η μπλούζα και το σουτιέν ήταν πεταμένα κάπου πιο πέρα, το σορτσάκι όμως και το εσώρουχο δεν ήταν πουθενά. Γαμώτο! Αυτά μαζί με τη βαλίτσα μου πρέπει να βρίσκονταν κάπου στο σαλόνι. Για μερικά δευτερόλεπτα με έπιασε πανικός. Ο Χίλμαρ κάπου μέσα στο σπίτι πρέπει να ήταν γιατί άκουγα τη φωνή του από μακριά. Ίσως να ήμουν τυχερή και να μην ήταν στο σαλόνι. Φόρεσα το σουτιέν και την μπλούζα, άνοιξα την πόρτα και άρχισα να περπατάω αθόρυβα στον διάδρομο. Όσο πλησίαζα προς το σαλόνι η φωνή του δυνάμωνε. Όχι που θα ήμουν εγώ τυχερή, σκέφτηκα σαρκαστικά και τέντωσα την μπλούζα που μετά βίας κάλυπτε τον μισό πισινό μου. "Αέρα!", είπα από μέσα μου και χωρίς να τον κοιτάζω έτρεξα στο σαλόνι με σκοπό να αρπάξω τη βαλίτσα μου. Γλίστρησα όμως πάνω στη βιασύνη μου και σωριάστηκα στο πάτωμα κάνοντας έναν γδούπο. 

"I'll call you back later. Thank's for the update", τον άκουσα να λέει στο τηλέφωνο πλησιάζοντάς με. Εγώ ξαπλωμένη στο πάτωμα και εκείνος όρθιος πλέον μπροστά μου έμοιαζε με κορμό δέντρου. Έκλεισα με τα χέρια μου τα μάτια μου συνειδητοποιώντας το θέαμα που του προσέφερε ταβλιασμένη ημίγυμνη στη μέση του σαλονιού.

"You need any help there;" είπε και γελώντας έσκυψε προσφέροντας το χέρι του.

"Νο, i don't!" του απάντησα πικαρισμένη και διώχνοντας το χέρι του, ανακάθισα και σηκώθηκα.

"Ι believe you were searching for this", συνέχισε εκείνος απτόητος την καζούρα δίνοντας μου το βαμβακερό sloggi εσώρουχο.

"Σκατά να φας Χίλμαρ! Αυτό ξέρεις να το κοιτάζεις, τα άλλα τα καλά όμως πήγαν υπέρ πίστεως και πατρίδος!" είπα θυμωμένη αρπάζοντας το εσώρουχο και φορώντας το. 

"Ι don't know what you have just said, but i love your taste in lingerie" συνέχισε και τον κοίταξα αγριεμένα.

"Fuck you!" είπα και του γύρισα την πλάτη. Εκείνος όμως με άρπαξε και με πήρε αγκαλιά λέγοντας μου "that's my intention, dear" τη στιγμή που τα χέρια του έσφιγγαν τον πισινό μου που πλέον καλυπτόταν ολόκληρος με το μαλακό βαμβακερό ύφασμα.

"Ι am hungry!!! I need fuel!", παραπονέθηκα λεκτικά τη ίδια στιγμή που το σώμα μου τριβόταν ήδη πάνω στο δικό του στέλνοντας αντικρουόμενα μηνύματα.

"You are right... I must feed you" παραδέχτηκε εκείνος και φιλώντας με στο κεφάλι με ελευθέρωσε.

"What you want us to do today;" με ρώτησε βάζοντας μια κάψουλα στην εσπρεσιέρα. "Shopping; Sightseeing;" συνέχισε αφήνοντας την κούπα με τον αχνιστό καφέ μπροστά μου φέρνοντας τη ζάχαρη και γάλα.

"Eat, fuck, sleep in repeat" είπα με ειλικρίνεια ρίχνοντας έναν κύβο ζάχαρη στον καφέ. Θυμόμουν αμυδρά πως κάποια στιγμή το πρωί πριν εκείνος σηκωθεί από το κρεβάτι είχαμε ξαναπηδηχτεί, αλλά ήταν τόσο μέσα στον ύπνο που ελάχιστες λεπτομέρειες μπορούσα να ανακαλέσω. Στη συνέχεια είχα ακούσει τον ήχο του νερού να τρέχει και είχα ξαναβυθιστεί στον ύπνο.

"Rome is a beautiful city. Lets go for a walk. Have breakfast outdoors. It's a beautiful day" πρότεινε εκείνος πίνοντας μια γουλιά από τον δικό του καφέ. Είχε ξυριστεί. Είχε κάνει μπάνιο. Φορούσε ένα μαύρο tshirt που τόνιζε τα μάτια του και ένα ανοιχτόχρωμο τζιν. Μύριζε θεϊκά... Ήταν γοητευτικός χωρίς να προσπαθεί καθόλου γι' αυτό. Το σώμα του ήταν καλοσχηματισμένο και αρρενωπό χωρίς να είναι αυτό το πλαστικά γυμνασμένο άτριχο σώμα. Το ύψος του του χάριζε μια υπεροχή που εκείνος ίσως να μην αντιλαμβανόταν, ενώ οι γωνίες στο πρόσωπο του μαλάκωναν όποτε γελούσε. Αυτός ο άνδρας λίγο πριν τα πενήντα θα μπορούσε χαλαρά να ρίξει όποια γυναίκα ήθελε αδιαμφησβήτητα και αυτό όχι γιατί ήταν κούκλος.     

"Ι know. I have seen Rome."

"You have been here before? When?"

"Once upon a time... "

"Fine, no sightseeing then. What about shopping? I believe there is a "La Perla" in city center that you could make some use of", είπε πονηρά και του πέταξα έναν κύβο ζάχαρης που τον πέτυχε λίγο πάνω από το φρύδι κάνοντας του ένα μικρό σημάδι.

"Food!!!! I need food, not underwear! Accept my granny pants man, and take me for a brunch, lunch whatever!!!" του ούρλιαξα.

"Loud, violent, with healthy appetite and a bad taste in movies and undergarment. My type of girl", σχολίασε εκείνος γελώντας.

"and with a bad taste in men. Add that to your list sucker!" συμπλήρωσα περήφανα και λικνίζοντας επιδεικτικά τους γοφούς μου, έπιασα το χερούλι της βαλίτσας και άρχισα να τη σέρνω προς το υπνοδωμάτιο σιγοτραγουδώντας "If you want to live inside my head. Want to see what I have said, I will make you tremble, You'll tremble. I will make you tremble. Its fine with me". Πως στον κόρακα τώρα είχα ξεθάψει από τη μνήμη μου αυτό το τραγούδι, ένας θεός ήξερε! 

για τη συνέχεια πατήστε εδώ