Παρασκευή 22 Ιουλίου 2016

Με μια σοκοφρέτα:Κεφάλαιο 1

"Υπόσχεσαι πως ότι και να γίνει εμείς οι δύο δεν θα χωρίσουμε ποτέ;;"
"Υπόσχομαι!"
"Και υπόσχεσαι πως όσο και να μεγαλώσουμε τίποτα δεν θα μπει ανάμεσα μας;"
"Υπόσχομαι!" 
"Ωραία ας μοιραστούμε τώρα αυτή την σοκοφρέτα για να επισφραγίσουμε την συμφωνία μας!"
"Τι θα πει επισφραγίζω;"
"Πως να στο εξηγήσω, επισφραγίζω θα πει κάνω πιο επίσημη μια συμφωνία".
"Καλά δεν πολυκατάλαβα τι θα πει, αλλά ας φάμε την σοκοφρέτα πριν λιώσει", χαχάνισε το κοριτσάκι με τα καστανά μαλάκια δεμένα σε κοτσίδες και το άλλο κοριτσάκι το μεγαλύτερο με το καρέ και τις αφέλειες έκοψε στα δύο την μισό λιωμένη σοκοφρέτα....

Εκεί πάνω στην πέτρινη μάντρα με μια σοκοφρέτα τα δύο κοριτσάκια κάνανε μια συμφωνία και αφού την έφαγαν με όρεξη με τα πρόσωπα τους πασαλειμμένα, χαιρετίστηκαν για να γυρίσει το καθένα στο σπίτι του.

Η Βασούλα ήξερε ήδη τι την περίμενε όταν θα επέστρεφε σπίτι. Η μάνα της ούτε που πρόσεξε πως μπήκε. Σε μια γωνία σκυμμένη πάνω από την σκάφη έπλενε με μανία τα ασπρόρουχα. Γι' αυτό και εκείνη γλίστρησε και έτρεξε στον νεροχύτη να ξεπλυθεί πριν την πάρει κανένας χαμπάρι. Όταν κοιτάχθηκε στον καθρέφτη όλο το χρώμα έφυγε από τα αναψοκοκκινισμένα μάγουλα της. Το καρώ φορεματάκι της είχε λερωθεί με σοκολάτες, ποιος την άκουγε την μάνα όταν θα το έβλεπε. Προσπάθησε για κάμποση ώρα να το ξεπλύνει αλλά το μόνο που κατάφερε ήταν να απλώσει περισσότερο τον λεκέ... Ο αδελφός της κοιμόταν ήσυχος στην κούνια του και τα μεγαλύτερα αδέλφια της ακόμα δεν είχαν γυρίσει από το σχολείο. Ευτυχώς που το μωρό ήταν ήσυχο και δεν είχε ξυπνήσει όσο έλλειπε. Κανονικά η Βασούλα θα έπρεπε να προσέχει το μωρό όσο η μάνα έπλενε τα ρούχα, αλλά όταν της χτύπησε το τζαμάκι της κουζίνας η Ελπίδα με μια σοκοφρέτα στο χέρι δεν μπόρεσε να  αντισταθεί στον πειρασμό. Μπορεί η Ελπίδα να ήταν 3 χρόνια μεγαλύτερη της, αλλά ήταν η καλύτερη της φίλη εκτός από αγαπημένη της ξαδέλφη.

Ξαφνικά φασαρία ακούστηκε από την αυλή και τα τρία μεγαλύτερα αδέλφια της μπήκαν φουριόζικα ξυπνώντας το μωρό με την φασαρία που έκαναν. Η Βασούλα έτρεξε να το πάρει αγκαλιά και για να σταματήσει το κλάμα του, αλλά και για να κρύψει τον λεκέ στο φουστάνι της.  Οι μεγαλύτερες αδελφές της ξεκίνησαν να στρώνουν τραπέζι χωρίς να της δίνουν καμία σημασία, ενώ ο μεγάλος αδελφός της πέταξε σε μια γωνία την τσάντα του και άνοιξε την τηλεόραση.

"Στέλιο κλείσε την τηλεόραση! Τα έχουμε πει αυτά, θα διαβάσετε και μετά θα δείτε τηλεόραση" είπε η μάνα τους μπαίνοντας στο δωμάτιο και σκουπίζοντας το ιδρωμένο της μέτωπο.

" Ωχου ρε μάνα του χρόνου γίνομαι 16 και εσύ ακόμα νομίζεις πως είμαι μωρό!" είπε ο Στέλιος και έκλεισε απρόθυμα την τηλεόραση

"Ο πατέρας τι ώρα θα έρθει ;" είπε η Μαρία κόβοντας το ψωμί

"Θα αργήσει..." απάντησε η μάνα και έκατσε εξαντλημένη στο τραπέζι. Δέκα λεπτά αργότερα όλη η οικογένεια καθόταν γύρω από το ξύλινο τραπέζι με το πλαστικό τραπεζομάντιλο με τα τεράστια κόκκινα τριαντάφυλλα  που τόσο αγαπούσε η μάνα τους. Η κυρά Θοδώρα στην κεφαλή του τραπεζιού ,δεξιά της η Μαρία ολόκληρη δεσποινίδα 17 χρονών, αριστερά της ο Στέλιος, δίπλα στον Στέλιο η Βασούλα και δίπλα στην Μαρία η Γωγώ που παρά τα 13 της χρόνια έριχνε του αδελφού της ένα κεφάλι. Αφού η μάνα είπε την προσευχή, όλοι έπεσαν με όρεξη πάνω στα πιάτα τους και μόλις η Βασούλα ετοιμαζόταν πεινασμένη να βάλει μια τεράστια κουταλιά φασολάδα στο στόμα της άκουσε την τσιρίδα της μάνας της να της τρυπάει το τύμπανο.

"Βασούλα τι λεκές είναι αυτός!!!! Μα καθόλου δεν με σκέφτεστε που έχω λιώσει τα χέρια μου στην σκάφη; Σήμερα στο έβαλα παιδί μου το φόρεμα, καθαρό! Θα με πεθάνετε εσείς, πάει τελείωσε!" ούρλιαζε από την άλλη άκρη του τραπεζίου η κυρα Θοδώρα και η Βασούλα παίζοντας αμήχανα με τις κοτσίδες της ακούμπησε και πάλι το κουτάλι άθικτο στο πιάτο της και δάκρυσε μέσα στην φασολάδα. Γιατί ήταν οκτώ χρονών και ακόμα πίστευε πως ένας λεκές πράγματι θα μπορούσε να σκοτώσει την μάνα της....


Η Θοδώρα τα αγαπούσε τα παιδιά και όταν 17 χρονών έμεινε έγκυος από τον Γιάννη της, καθόλου δεν λυπήθηκε! Τι κι αν ο Γιάννης ήταν και αυτός σχεδόν αμούστακο αγόρι, ούτε οι πρώτοι ούτε οι τελευταίοι θα ήταν στο χωρίο που θα μικροπαντρευόντουσαν. Με συνοπτικές διαδικασίες μέσα σε ένα μήνα έγινε νυφούλα. 'Ένας θείος του Γιάννη του βρήκε δουλειά  σε ένα εργοστάσιο και άνοιξαν το σπιτικό τους γεμάτοι χαρά. Και όσο φούσκωνε η κοιλιά της Θεοδώρας τόσο φούσκωνε και εκείνη από ευτυχία που ο Θεός είχε φανεί τόσο καλός μαζί της. Η Μαρία γεννήθηκε ανήμερα του 15 Αύγουστου και όσο και αν επέμενε η πεθερά της πως το παιδί θα έπρεπε να πάρει το όνομα της, ο Γιάννης που δεν μπορούσε να αρνηθεί τίποτα στην όμορφη Θοδώρα του, αποφάσισε μετά από δική της επιμονή να πουν το κορίτσι Μαρία για να τιμήσουν το όνομα της Παναγιάς που ανήμερα της γιορτής της είχε γεννηθεί. Χολή έσταζε η πεθερά όπου στεκόταν και όπου βρισκόταν για την νύφη της. Δεν άφησε άνθρωπο στο χωριό που να μην πει με μπόλικη ειρωνεία πως τα "θεία" η νύφη της τα θυμόταν όποτε την βόλευε και πως ήξερε να ανοίξει τα πόδια της πριν παντρευτεί για να τυλίξει τον χαλβά τον γιο της.  Τίποτα όμως δεν μπορούσε να χαλάσει την ευτυχία της Θοδώρας. Ακόμα και ο απόηχος από τις κακίες που έφταναν στα αυτιά της περνούσε σαν αεράκι και γλιστρούσε πέρα μακριά όταν την έσφιγγε ο Γιάννης τα βράδια αγκαλιά.

Πριν προλάβει να γίνει 5 μηνών η Μαρία, η Θοδώρα ανακάλυψε πως ήταν για δεύτερη φορά έγκυος μόνο που η δεύτερη εγκυμοσύνη ήταν πολύ πιο δύσκολη από την πρώτη. Αιμορραγίες, στενοχώριες, φόβοι μήπως χάσουν το παιδί μαύριζαν τις μέρες του ερωτευμένου ζευγαριού και η μικρούλα  Μαρία να μεγαλώνει αθόρυβα και ήσυχα. Μετά από μια δύσκολη γέννα, που λίγο έλειψε να αφήσει χήρο το Γιάννη και ορφανή την Μαρία, γεννήθηκε πρόωρα ένα αγοράκι αδύνατο και ζαρωμένο που δίπλα στην ροδαλή Μαρία έμοιαζε με γατί. Η Θοδώρα όμως ήταν αποφασισμένη. Το παιδί αυτό θα ζούσε πάση θυσία! Το έταξε έτσι στον άγιο Στυλιανό που προστατεύει τα παιδιά. Ξύπναγε δέκα φορές μες την νύχτα να τον θηλάσει και το σκέπαζε με κουβέρτες. 'Ώσπου σιγά σιγά το γατί άρχισε να μοιάζει με μωράκι .

Η πεθερά όταν έμαθε πως το παιδί θα το πουν Στυλιανό κόντεψε να μείνει στον τόπο. Που ακούστηκε ο μοναχογιός της, με δύο παιδιά και κανένα από αυτά να έχει πάρει το όνομα των γονιών του. Θυμωμένη απείλησε τον Γιάννη πως θα γράψει όλη την περιουσία του συχωρεμένου του πατέρα του στην αδελφή του. Ο Γιάννη όμως απτόητος! Για μερικά ψωροχώραφα και ένα σπιτάκι δεν θα πίκραινε την γυναίκα του που λίγο κόντεψε να την χάσει. Γιατί ο Γιάννης την αγαπούσε τη Θοδώρα, την αγαπούσε περισσότερο και από τη ζωή του! Έτσι η πεθερά χολωμένη και πικραμένη έκανε την απειλή της πραγματικότητα. Αποκλήρωσε τον άσωτο τον γιο της και μέχρι το τέλος της ζωής της δεν σταμάτησε να κακολογεί την νύφη της.

Το ζευγάρι όμως ήταν ευτυχισμένο. Είχαν δύο παιδάκια, ένα σπιτάκι μικρό, αλλά πεντακάθαρο,
μια δουλειά να τους εξασφαλίζει το φαγητό στο τραπέζι τους και πάνω απ όλα είχαν τον έρωτα τους.  Σχεδόν τρία χρόνια πέρασαν μέχρι να ξαναμείνει έγκυος η Θοδώρα. Τόσο χρειάστηκε το σώμα της να ξεχάσει την περιπετειώδη τελευταία εγκυμοσύνη της. Και γεννήθηκε το δεύτερο κοριτσάκι που από μωρό παρά ήταν ψηλό για την ηλικία του. Από πείσμα αυτή τη φορά η Θεοδώρα για να τιμωρήσει τη πεθερά της που είχε φερθεί με αυτό τον τρόπο στον Γιάννη  έβγαλε το παιδί Γεωργία το όνομα της μάνας της και αυτό η καρδιά της πεθεράς δεν το άντεξε. Μάιο βάφτισαν την Γωγώ, Ιούνιο πέθανε η κυρά Βασούλα και παρά τις διαφωνίες που είχαν ο Γιάννης έριξε μαύρο δάκρυ για την μάνα του. Και η Θοδώρα λύγισε βλέποντας τον σε αυτή την κατάσταση και αποφάσισε να συμφιλιωθεί με την κουνιάδα της ώστε τα δύο αδέλφια να έχουν τουλάχιστον το ένα το άλλο. Η κουνιάδα της άλλωστε η Χαρά, ήταν καλός άνθρωπος. Άσχετα αν η κυρά Βασούλα της είχε απαγορέψει να έχει επαφές με τον αδελφό της. Μια τραγική φιγούρα ήταν η ταλαίπωρη η Χαρά, που η μόνη χαρά που είχε γνωρίσει ήταν το όνομα της. Ανδρείκελο στα χέρια της μάνας της, την είχαν παντρέψει με το ζόρι από τα 20 με έναν άντρα εντελώς νωχελικό και αδιάφορο, που μέσα στα χρόνια αποδείχτηκε και στείρος... Μαράζωνε λοιπόν η Χαρά στον καημό ενός παιδιού  και η επανένωση με τον αδελφό της την έκανε τόσο ευτυχισμένη που το χαμόγελο της μόλις πήρε την μικρούλα Γωγώ αγκαλιά ανήμερα της κηδείας ,χαρακτηρίστηκε από τις κουτσομπόλες απρεπώς προκλητικό!

Και ενώ όλα έμοιαζαν να μπαίνουν στη θέση τους, το εργοστάσιο που δούλευε ο Γιάννης έκλεισε και έμειναν 5 στόματα χωρίς κανένα εισόδημα. Η Χαρά βοηθούσε όσο μπορούσε με τρόφιμα τον αδελφό της και τα ανίψια της, αλλά η Θοδώρα ήταν πολύ περήφανη για να αντέξει αυτή την κατάσταση. Και όσο περνούσε ο καιρός και ζόριζαν τα πράγματα τόσο μαράζωνε η Θοδώρα από την στεναχώρια και δίπλα σε αυτή μαράζωνε και ο Γιάννης που όλη μέρα έψαχνε δεξιά και αριστερά να κάνει σε κάνα χωράφι κάνα μεροκάματο, να ταΐσει την οικογένεια του. Όταν λοιπόν ήρθε η τέταρτη εγκυμοσύνη μόνο χαρά δεν έφερε στο ταλαίπωρο ζευγάρι. Για κάμποσες νύχτες το ζευγάρι συζητούσε τι θα έκανε και όταν αποφάσισαν από κοινού να ρίξουν το παιδί και το ανακοίνωσαν στην Χαρά εκείνη κόντεψε να τους φάει ζωντανούς.  Για μέρες παρακάλαγε την νύφη της να μην κάνει τέτοια αμαρτία, και επειδή και η Θοδώρα το ξερε πως θα έπαιρνε μεγάλη αμαρτία στην πλάτη της, αφού το συζήτησε με το Γιάννη, πρότειναν στη Χαρά και τον άντρα της να τους δώσουν το παιδί που θα γεννιόταν και να μεγάλωνε σαν δικό τους. Η Χαρά με δάκρυα στα μάτια έπεσε και φίλησε τα πόδια της νύφης της και η Θοδώρα αν και πονούσε που θα έδινε το παιδί της ήξερε πως αυτό ήταν το σοφότερο.. Πέντε μήνες έμειναν νύφη και κουνιάδα στην Αθήνα σε ένα σπίτι του άντρα της Χαράς και όταν επέστρεψαν στο χωριό η Χαρά είχε αποκτήσει ένα όμορφο κοριτσάκι που προς έκπληξη όλων η Χαρά το έβγαλε Ελπίδα, κάνοντας τα κόκαλα της συγχωρεμένης μάνας της να τρίζουν. Για να ανταποδώσει στον αδελφό της η Χαρά το καλό που της είχαν κάνει, μεταβίβασε παρά τις αντιδράσεις του άντρα της την μισή γονική περιουσία στον Γιάννη, που ένα χρόνο μετά την γέννηση της Ελπίδας ξαναβρήκε επιτέλους δουλειά. Δώρο Θεού όπως άρεσε να λέει η Θοδώρα για την καλή πράξη που είχαν κάνει.

Η γέννηση της Βασούλας λίγο καιρό αργότερα το μόνο επεισοδιακό που είχε ήταν το όνομα της. Κανένας δεν περίμενε πως θα ακουγόταν το όνομα της πεθεράς πια. Η Θοδώρα όμως είχε ορκιστεί μετά την κηδεία πως αν έκανε άλλο κορίτσι θα το έβγαζε Βασούλα και έκανε την υπόσχεση της πραγματικότητα! Ο Γιάννης που ακόμα δυσκολευόταν να βλέπει την Ελπίδα να μεγαλώνει σαν ανιψιά του είδε την Βασούλα σαν μια ευκαιρία να επανορθώσει για το χαμένο του παιδί και λίγο οι τύψεις που ένοιωθε απέναντι στην μάνα του, λίγο οι αμφιβολίες του για το αν έπραξαν σωστά με την Ελπίδα, τον έκαναν να ρίξει όλη του την αγάπη και αδυναμία στην Βασούλα που μεγάλωνε σαν το παραχαϊδεμένο παιδί του πατέρα της.

Ακόμα και η γέννηση του μικρούλη Λευτέρη  δεν ήταν αρκετή για να ξεκολλήσει τον κυρ Γιάννη από την αγαπημένη του Βασούλα. Αυτό το τελευταίο παιδί δεν το περίμεναν καν η κυρα Θοδώρα και ο κυρ Γιάννης. Μετά την γέννηση της Βασούλας το ζευγάρι είχε αποφασίσει πως τέσσερα παιδιά ήταν αρκετά και μετά από μια επίσκεψη σε ένα γιατρό στην Αθήνα ήταν σχεδόν σίγουροι πως δεν θα προέκυπτε καινούρια εγκυμοσύνη.  Έξι χρόνια μετά όμως  η κυρα Θοδώρα δεν πίστευε στα αυτιά της όταν ένας άλλος  γιατρός της ανακοίνωνε πως ήταν και πάλι έγκυος . Αφού αυτό το παιδί "φύτρωσε" παρά τις δεμένες τις σάλπιγγες αν μη τι άλλο ήταν θαύμα! Έτσι σαν θαύμα γεννήθηκε ο Λευτέρης και η κυρά Θοδώρα πριν μπει να γεννήσει με καισαρική, παρακάλεσε τον καινούριο γιατρό να κάνει τις σάλπιγγες της γαλλικό φιόγκο, γιατί ειλικρινά άλλο παιδί δεν θα άντεχε. Και εκείνος γέλασε με την καρδία του και την διαβεβαίωσε πως ο μικρούλης θα ήταν και το στερνοπαίδι της!

Σαν εξαδέλφες μεγάλωναν λοιπόν η Ελπίδα και η Βασούλα, που λες και το κοινό τους αίμα τις τραβούσε από πολύ νωρίς, έγιναν αυτοκόλλητες. Όσα δάκρυα λοιπόν και αν έριξε εκείνο το μεσημέρι στην φασολάδα η Βασούλα δεν μετάνιωνε για το λεκέ από την σοκοφρέτα. Γιατί με αυτή την σοκοφρέτα είχαν δώσει όρκους αιώνιας πίστης με την Ελπίδα. Να δεις πως το είχε πει η Ελπίδα....με αυτή τη σοκοφρέτα είχαν επισφραγίζει ότι θα είναι πάντα δίπλα η μία στην άλλη. Σε ένα χωριό λοιπόν, με ένα σοκολατένιο λεκέ πάνω σε ένα καρό φορεματάκι, με ένα πιάτο φασολάδα λίγο πιο αλμυρό από το κανονικό λόγο κάποιων δακρύων και με δύο κοριτσάκια πάνω σε ένα μαντρότοιχο ξεκινάει αυτή η ιστορία....

για να ακούσετε το κεφάλαιο πατήστε εδώ 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σχόλιαστε: