Κοίταξε αφηρημένη τον νυχτερινό ουρανό και αναρωτήθηκε τι την
ενοχλούσε περισσότερο. Ότι είχε δίκιο σε όλα όσα της έλεγε ή ότι ένιωθε
σαν παιδάκι που το μαλώνουν... ? Στηρίχθηκε με τους αγκώνες τις στο καπό
του αυτοκινήτου κουρασμένη και ένιωσε μια σουβλιά πόνου στο σημείο που
το είχε σπάσει στο παρελθόν. Αντανακλαστικά τραβήχτηκε και μορφάζοντας
από τον πόνο άνοιξε την πόρτα και κάθισε στο κάθισμα του συνοδηγού
παίρνοντας βαθιές ανάσες. Με τα πόδια της έξω από το αυτοκίνητο
προσπάθησε να θυμηθεί τι έχει διαβάσει κάποτε για τις κρίσεις πανικού.
"Προσπαθήστε να βάλετε το κεφάλι σας ανάμεσα στα πόδια σας και πάρτε
βαθιές εισπνοές" άκουσε μέσα της μια φωνή και το προσπάθησε. Πόσο ανόητη
θα έμοιαζε σε αυτή την στάση... Και όσο προσπαθούσε να συνέλθει τα
λόγια του εκεί να επιστρέφουν και να παίζουν στο μυαλό της σε επανάληψη
-Το
υποσχέθηκες! Πόσο ηλίθια είσαι τελικά? Θα σε σκοτώσει στο τέλος..αυτό
θες? της είπε με πικρία βγάζοντας την από το ξενοδοχείο.
-Σταμάτα
να με τραβολογάς. Ρεζίλι γίναμε έτσι όπως μπήκες και με άρπαξες...Όλοι
ίδιοι είστε τελικά! ούρλιαξε η Βασούλα και εκείνος αυτόματα απομάκρυνε
τα χέρια του
-Δεν μπορεί να πιστεύεις πως θα σου έκανα
εγώ ποτέ κακό... Πως μπορείς να μας βάζεις στον ίδιο παρανομαστή? Εγώ
δεν έχω σηκώσει ποτέ μου χέρι σε γυναίκα και ούτε και σκοπεύω να το κάνω
τώρα... πόσο μάλλον σε σένα! Αν σε έβγαλα έξω ήταν γιατί έπρεπε να
μιλήσουμε και δεν ερχόσουν από μόνη σου..
-Τι θες ρε Νίκο? Αφήστε με όλοι σας....Αφήστε με επιτέλους... είπε εκείνη έτοιμη να καταρρεύσει.
-Μπες μέσα στο αυτοκίνητο και πάμε κάπου να μιλήσουμε ήρεμα ρε Βασούλα, την παρακάλεσε και ξεκλείδωσε το αμάξι
-Δεν πάω πουθενά μαζί σου. Σπίτι μου θα πάω!
-Γιατί
το κάνεις αυτό? Πες μου μόνο γιατί! Και μην μου πεις αυτά που μου είπες
και τότε! Κανένας έρωτας δεν δικαιολογεί αυτό που σου κάνει! Πες μου
τουλάχιστον πως το καταλαβαίνεις..!
-Ξαναρωτάω. Τι θες Νίκο?
-Θέλω να τηρήσεις την υπόσχεση που μου έδωσες!!!
-Εσύ δεν τήρησες τη δική σου, γιατί να το κάνω εγώ?
-Και
όμως την τήρησα... Να την αγαπάω και να την προσέχω δεν σου υποσχέθηκα?
Να μην της το πω ποτέ δεν σου υποσχέθηκα? Όλα τα έκανα Βασούλα! Όλα!
Και αν έβλεπες την κατάσταση που ήταν τα τελευταία δύο χρόνια θα
καταλάβαινες γιατί την χώρισα... Πλέον της έκανα περισσότερο κακό με το
να είμαι μαζί της. Γιατί εσύ θεώρησες πως αν μέναμε με το ζόρι μαζί
εκείνη θα ήταν ευτυχισμένη, αλλά έκανες λάθος! Και σου είχα υποσχεθεί να
την προσέχω και γιαυτό την άφησα. Δεν είμαστε όμως το θέμα εγώ και η
Ελπίδα και μην αλλάζεις κουβέντα! Εσύ είσαι το θέμα! Εσύ και αυτός! Και
αφού εσύ δεν τήρησες την συμφωνίας μας θα σταματήσω να την τηρώ και εγώ
Βασούλα. Αύριο κιόλας θα ενημερώσω την Ελπίδα για αυτό που συμβαίνει!
-Μην τολμήσεις!
-Από
εμένα βοήθεια δεν δέχεσαι και προφανώς είμαι ο μόνος που το ξέρει! Αργά
ή γρήγορα θα ξεφύγει η κατάσταση και εγώ τύψεις για την ζωή σου δεν
μπορώ να κουβαλάω. Μην μου ζητάς να κουβαλήσω και αυτό... Μου φτάνουν
όλα τα υπόλοιπα που κουβαλάω...
-Νίκο αν ένιωσες ποτέ έστω και το παραμικρό για μένα δεν θα πεις κουβέντα σε κανένα!
-Πόσο
διαστρεβλώμενα τα βλέπεις όλα!!!! Είναι δυνατόν να ζητάς στο όνομα
αυτών που νιώθω να μην μιλήσω???? Πως μπορείς και ζητάς κάτι τέτοιο! Όχι
Βασούλα, όχι! Ακριβώς επειδή νιώθω για σένα πολλά πράγματα που δεν
δέχτηκες ποτέ να ακούσεις κιόλας, γιαυτό ακριβώς το λόγο εγώ συνένοχος
δεν γίνομαι! Και μην τολμήσεις στιγμή να πιστέψεις πως το κάνω σαν
εκδίκηση επειδή δεν νιώθεις για μένα το ίδιο! Ποτέ, με ακούς? είπε και
θυμωμένος απομακρύνθηκε από το αυτοκίνητο.
Πως
θα τον έπειθε να μην μιλήσει? Και εκείνη ένα τέρας είχε γίνει... και
προσπαθούσε να κάνει και εκείνον τέρας...το καταλάβαινε, το έβλεπε το
παράλογο της απαίτησης της και όμως το μυαλό της δεν μπορούσε να
σταματήσει να σκέφτεται τρόπους να τον πείσει. Και αυτός ο πανικός ότι
όλοι θα το μάθαιναν να μην την αφήνει να αναπνεύσει, να μην την αφήνει
να σκεφτεί καθαρά. Και ξαφνικά η πασμίνα γλιστρούσε απαλά από πάνω της.
Και ένα χέρι χάιδευε τους ώμους της. Και ύστερα δύο χείλια
ακουμπούσαν με ευλάβεια τα μελανιασμένα σημεία και δάκρυα πλέον έτρεχαν
από τα μάτια της ανεξέλεγκτα. Και με τα χείλια του ήρεμα να σβήνει τον
πόνο από τα σημάδια, τον πόνο από την ψυχή, την απελπισία από το μυαλό.
Και σήκωσε το κεφάλι της και είδε εκείνα τα ήρεμα μάτια του να την
κοιτάζουν με πόνο. Και χώθηκε στην αγκαλιά του βρέχοντας με τα δάκρυα
της το πουκάμισο που φορούσε. Και εκείνος να την κρατάει και να την
χαϊδεύει σαν μωρό.
-Δεν σου ζητάω να με αγαπήσεις. Δεν
σου ζητάω καν να σταματήσεις να αγαπάς εκείνον...Να αγαπήσεις λιγάκι τον
εαυτό σου σου ζητάω..., της ψιθύρισε όταν εκείνη σταμάτησε να κλαίει
-Θα το κάνω... Δώσε μου έξι μήνες και θα το κάνω..είπε εκείνη προσπαθώντας να κερδίσει χρόνο
-Βασούλα ποιόν προσπαθείς να κοροϊδέψεις τώρα? Εμένα ή εσένα?
-Κανέναν Νίκο...
-Δεν μπορώ και το ξέρεις. Μέσα σε έξι μήνες πολλά μπορεί να συμβούν. Πάμε τώρα μαζί στην αστυνομία...σε παρακαλώ...
-Όχι,
άσε με να το κάνω με το δικό μου τρόπο. Έχε μου εμπιστοσύνη... Και αν
θες μπορούμε να βρισκόμαστε μια φορά την εβδομάδα να πίνουμε έναν καφέ
και να βλέπεις πως είμαι αρτιμελής..Τι λες? είπε και ξεκόλλησε από πάνω
του.
-Και τώρα εκμεταλεύεσαι αυτά που νιώθω για σένα ... Δεν είμαι χαζός...ερωτευμένος είμαι...
-Δεν
σου ανοίγω πόρτα στο κρεβάτι μου Νίκο...Σε αυτό νομίζω ήμουν ξεκάθαρη
εξαρχής και δεν αλλάζει κάτι. Για μένα όσα διαζύγια και να πάρετε θα
είσαι πάντα ο άντρας της Ελπίδας. Πόρτα σου ανοίγω σαν φίλο.. Και
ξέρεις πόση ανάγκη έχω έναν άνθρωπο αυτή τη στιγμή που να μην χρειάζεται
να κρύβομαι... Αν θες λοιπόν να με βοηθήσεις πες ότι θα δεχτείς αυτό
που ζητάω.
-Ας γίνει ακόμα μια φορά το θέλημα σου...
Αλλά έξι μήνες Βασούλα! Στους έξι μήνες αν δεν τον έχεις πετάξει έξω από
τη ζωή σου θα κάνω ότι χρειαστεί για να τον πετάξω εγώ και δεν κάνω
πλάκα!
-Ωραία , είπε εκείνη και άναψε ένα τσιγάρο.
-Και
κάθε Παρασκευή από εδώ και στο εξής στις οχτώ το βράδυ ραντεβού εδώ. Θα
πίνουμε έναν καφέ και θα φεύγεις... Μια φορά αν δεν έρθεις, την επόμενη
στιγμή θα έχω ενημερώσει την Ελπίδα.
-Σύμφωνοι.
-Να σε πάω τώρα σπίτι?
-Όχι, δεν χρειάζεται... Θέλω να περπατήσω λίγο , είπε, πέταξε το τσιγάρο, μάζεψε την πασμίνα από τον δρόμο και τον καληνύχτισε.
Έξι
μήνες ήταν πολύς χρόνος. Σε έξι μήνες θα έβρισκε τον τρόπο. Σε λίγο θα
ήταν η Ελπίδα στην Ελλάδα και με εκείνη ξανά στη ζωή της θα τα
κατάφερνε. Εντάξει θα έπρεπε να της κρύψει τις συναντήσεις που θα είχε
με τον Νίκο , αλλά εδώ τις έκρυβε άλλα πιο σημαντικά. Και στην τελική
δεν θα έκανε κάτι κακό. Έναν καφέ θα έπιναν μια φορά την εβδομάδα. Ναι
με ψυχραιμία θα έβρισκε μια λύση για όλο αυτό το μπάχαλο. Με τη βοήθεια
της Ελπίδας και του Νίκου θα κατάφερνε να τον βγάλει από τη ζωή της
οριστικά, κατέληξε αποφασιστικά όσο απομακρυνόταν από το ξενοδοχείο. Και
ούτε μια φορά δεν γύρισε πίσω να κοιτάξει τον Νίκο που την κοιτούσε
ανήσυχος να χάνεται στον ορίζοντα.
..................................................................................................................................................................
Νευριασμένη
τράβηξε την κορδέλα σχίζοντας και το περιτύλιγμα. Καλά να πάθει που
ήθελε φέτος να τυλίξει τα δώρα μόνη της. Πήρε μερικές βαθιές ανάσες και
ξαναπροσπάθησε. Στην τρίτη απόπειρα το πακέτο έμοιαζε κάπως με δώρο.
Αυτά τα χέρια της καθόλου δεν συνεργάζονταν όταν το χρειαζόταν. Απο
παιδί παράπονο το είχε που δεν μπορούσε να ζωγραφίσει μέσα στο
περίγραμμα. "Δεν είναι κακό Βασούλα μου να μην μένεις μέσα στο
περίγραμμα, δείχνει χαρακτήρα" της έλεγε ο μπαμπάς της και εκέινη
χαμογελούσε. Μα πως τις είχε καρφωθεί η ιδέα να τυλίξει τόσα πακέτα μόνη
της? Ποια ανάγκη την είχε σπρώξει σε αυτό το βασανιστήριο? Σίγουρα
εκείνο το χαρτί με τους διάφανους αγγέλους έφταιγε! Εκείνο είχε δεί και
το είχε ερωτευτεί από το πρώτο λεπτό. Και ορίστε τώρα πάλευε πάνω από
μια ώρα και είχε τυλίξει ούτε τα μισά από τα Χριστουγεννιάτικα δώρα της.
Και οι δόλιοι οι άγγελοι τσαλακωμένοι από τις προσπάθειες δεν έμοιαζαν
καθόλου μα καθόλου γοητευτικοί και άσπιλοι όπως της είχαν φανεί
αρχικά...
-Ακόμα τα δώρα τυλίγεις?
-Δεν βάζεις ένα χεράκι μπας και δούμε φως? Εσένα τα χέρια σου είναι συνηθισμένα σε λεπτές κινήσεις..
-Αυτά
τα δύο χέρια όπως έχεις καταλάβει με δύο πράγματα έχουν εμμονή
μόνο....Και μοιάζουν τόσο στο σχήμα αυτές οι δύο εμμονές μου που μπορείς
να της πεις και μια...Θα τα στείλεις με το ταχυδρομείο τα δώρα?
-Όχι θα τα πάει η Ελπίδα...
-Εκεί θα κάνει γιορτές?
-Ναι , αύριο φεύγει. Προσπαθεί να αποφύγει τον Αργύρη που την πιέζει να πάνε κάπου μαζί.
-Και αυτή ήμαρτον πια τόσο καιρό τον έχει στο περίμενε . Μια χαρά άνθρωπος είναι.
-Μάνο με το ζόρι δεν γίνεται τίποτα. Αν δεν νιώθει έτοιμη, γιατί να τον παιδεύει?
-Και εσύ μωρό μου μόνη σου θα περάσεις το βράδυ των Χριστουγέννων? Γιατί δεν πας και εσύ στο χωριό?
-Σου είπα γιατί δεν πάω.... Χριστούγεννα εκεί χωρίς τον πατέρα μου δεν πρόκειται να ξανακάνω....
-Έλα τότε μαζί μου!
-Και
αυτό νομίζω το ξανασυζητήσαμε...εσύ θα είσαι συνέχεια στο τρέξιμο και
εγώ σε μια επαρχιακή πόλη τι να κάνω ανάμεσα σε αγνώστους? Θα κάτσω
εδώ... Θα κατεβάσω πέντε ταινίες , θα φτιάξω έναν κουβά ποπ κόρν και θα
περάσω καταπλητκικά μέσα στις πυτζάμες μου. Γιατί με κοιτάς έτσι?
-Ρε Βασούλα τρείς μήνες τώρα έχεις αλλάξει...
-Και δεν χαίρεσαι? Τρεις μήνες και δεν έχουμε ρίξει ούτε μισό καβγά...
-Ναι
το ξέρω και δεν λέω... αλλά σαν να μην είσαι ο εαυτός σου. Πολύ εύκολα
λες ναι σε ότι προτείνω. Δεν βγαίνεις σχεδόν ποτέ από το σπίτι. Και
ακόμα και όταν κάνουμε έρωτα είσαι διαφορετική...
-Και σε ξαναρωτάω δεν χαίρεσαι? Αυτό νόμιζα πως ήθελες...Δεν σου αρέσει?
-Φυσικά
και μου αρέσει.. Ηρέμησα και εγώ μαζί σου... Μπορώ και γράφω τραγούδια
πάλι.. Και τα χέρια μου περιορίζονται στις λεπτές κινήσεις που ανέφερες
πριν και όχι σε εκείνες που με έκαναν μετά να ντρέπομαι για τον εαυτό
μου.... Αλλά κάτι με ενοχλεί... και δεν ξέρω τι... σαν να μην είναι
αληθινό όλο αυτό...
-Πάντως αν επιμένεις να έρθω μαζί, σου είπα πως θα έρθω και πως θα κάτσω στο ξενοδοχείο να δώ τις ταινίες μου...
-Όχι
ρε μωρό μου. Έχεις δίκιο τι να σε τραβάω και εσένα...Σε δύο μέρες
άλλωστε θα επιστρέψω και θα κάνουμε κάτι μαζί.., είπε ο Μάνος και πήγε
στο διπλανό δωμάτιο που ήταν η κιθάρα του αφήνοντας την μόνη να
συνεχίσει την μάχη της με το σελοτέιπ και τις κορδέλες.
Και
όσο η Βασούλα προσπαθούσε να φτιάξει ένα μεγάλο φιόγκο χαμογέλασε
σχεδόν δαιμονικά. Αυτο που είχε σκεφτεί δούλευε ρολόι. Θέμα χρόνου ήταν
να βαρεθεί...Θέμα χρόνου ήταν να φύγει από μόνος του. Αυτό δεν έκαναν
άλλωστε οι κατακτητές? Λεηλατούσαν και κατέστρεφαν μέχρι να μην έχει
απομείνει τίποτα. Και όταν βεβαιωνόντουσαν πως κατέστρεψαν τα πάντα
ξεκινούσαν για νέους τόπους. Αυτό λοιπόν του προσέφερε επιτέλους η
Βασούλα, γιαυτό και είχε ηρεμήσει... γιατί πλέον έμοιαζε και εκείνη με
καμμένη γη....
Το βράδυ εκείνο μετά την τυχαία συνάντηση
της με τον Νίκο το είχε σκεφτεί πολύ. Αν τον άφηνε και έφευγε εκείνος
δεν θα το επέτρεπε έτσι απλά... Να ζητήσει τη βοήθεια της αστυνομίας από
την άλλη της φαινόταν αδιανοήτο. Ακόμα τον αγαπούσε άλλωστε και όσο και
αν καταλάβαινε το παράλογο του συναισθήματος της δεν μπορούσε να το
αποβάλει.. Το είχε δοκιμάσει και στο παρελθόν χωρίς επιτυχία. Πως λοιπόν
θα ξέφευγε οριστικά από αυτό τον φαύλο κύκλο που είχε μπλέξει? Μόνο αν
αυτό ήταν δική του επιλογή. Και για να γίνει δική του επιλογή θα έπρεπε
να του παραδώσει και το τελευταίο οχυρό. Αυτό που τόσα χρόνια πάλευε να
ρίξει. Ριψοκίνδυνο το ήξερε αλλά δεν είχε άλλη λύση... Αν ήθελε να
ελευθερωθεί από το μαρτύριο , εκείνος θα έπρεπε να την ελευθερώσει.
Και για να το κάνει αυτό έπρεπε να πιστέψει πως δεν είχε απομείνει
τίποτε άλλο από εκείνη να πάρει.
Σταμάτησε έτσι να τον
πολεμάει. Δεν της ήταν καθόλου εύκολο στην αρχή. Την πονούσε περισσότερο
και από τη βία που της ασκούσε. Να παραδίδει το σώμα της ήταν το εύκολο
κομμάτι να παραδίδει την ψυχή της όμως... Γιατί τόσο διεστραβλωμένα τα
έβλεπε όλα η Βασούλα μέσα από το πρίσμα του έρωτα. Θεωρούσε πως μέσα σε
αυτή την λαίλαπα είχε καταφέρει να κρατήσει ένα κομμάτι της καθαρό και
ζωντανό, ίσως εκείνο που είχε και τη μεγαλύτερη αξία για την ίδια . Ναι
ήταν απελπισμένη, ναι ένιωθε αδύναμη και ανήμπορη , ναι η θέληση της την
είχε εγκαταλείψει οριστικά αλλά ένα μικρό κομματάκι μέσα της γυάλιζε
ακόμα και αυτό το μικρό κομματάκι της ήταν εκείνο που την είχε κρατήσει
στην διαύγεια τα τελευταία χρόνια. Με κόπο λοιπόν του το προσέφερε στο
πιάτο... Και εκείνος φυσικά το κατασπάραζε.
Με μόνες
σανίδες σωτηρίας πλέον την Ελπίδα και τον Νίκο του τα παραχώρησε όλα.
Και έγινε το απόλυτο υποχείριο στα χέρια του χωρίς άποψη για τίποτα.
Πήδα έλεγε ο Μάνος....πήδαγε η Βασούλα... Άσπρο έλεγε ο Μάνος το μαύρο,
άσπρο συμφωνούσε εκείνη... Και αν δεν ήταν εκείνοι οι καφέδες κάθε
Παρασκευή θα είχε πέσει στα χάπια... Γιατί μπορεί να μην συζητούσαν το
θέμα με το Νίκο αλλά εκείνος ήξερε και αυτό την έκανε να ελπίζει πως
ίσως μετά μαζί με την Ελπίδα οι δύο τους θα μπορούσαν να της θυμίσουν
και εκείνης ποια ήταν... και ενώ στην αρχή έκανε υπερπροσπάθεια να
μπορεί να αποδέχεται τα πάντα στην πορεία διαπίστωσε πως της έβγαινε
πλέον αβίαστα...
Μόνο που όσο εκείνη του παραχωρούσε
και τα τελευταία της αποθέματα όλα πλέον άλλαζαν οπτική...Ναι πρέπει να
πιάσεις εντελώς πάτο για να αρχίσεις κάποτε να ανεβαίνεις. Εκεί από τον
πάτο τα χέρια του πλέον δεν την καθόριζαν με κανέναν τρόπο... Για να
δώσεις πρέπει να πάρεις, νόμος του εμπορίου... Και εκείνη χωρίς να έχει
τίποτα άλλο να δώσει να μην μπορεί να πάρει πίσω τίποτα απολύτως...
Έπαψαν έτσι τα χέρια του και να την βλάπτουν αλλά και να την
ανασταίνουν...Το νεκρό άλλωστε πως να αναστηθεί? Και εκείνος τρεις μήνες
μετά το καταλάβαινε...το διαισθανόταν πως πλέον εκείνη έρημος ήταν και
πως δεν είχε τίποτα να του προσφέρει και είχε αρχίσει να
βαριέται...επιτέλους είχε αρχίσει να χάνει το ενδιαφέρον του...
-Χρόνια Πολλά Βασούλα
-Χρόνια Πολλά Νίκο
-Πως πέρασες τις γιορτές?
-Ήσυχα...
-Όλα καλά?
-Ναι...
-Βασούλα
το ξέρω πως τόσους μήνες δεν συζητάμε για το θέμα αλλά έχουν περάσει
σχεδόν τέσσερις μήνες... Πως πάει θες να μου πεις?
-Δεν βλέπεις πως πάει το θέμα? Αρτιμελής δεν είμαι?
-Ναι...
αλλά δεν είσαι καλά ρε Βασούλα...μην σου πω πως είσαι σε χειρότερη
κατάσταση από αυτή που σε βρήκα... Απορώ η Ελπίδα δεν το βλέπει?
-Η Ελπίδα φυσικά και το βλέπει και πιστεύει πως επιτέλους ωρίμασα... Ίσως να έχει και δίκιο...
-Ωριμότητα το λέτε εσείς αυτό που βλέπω?
-Δεν ξέρω τι βλέπεις...
-Βλέπω έναν άνθρωπο διαφορετικό..αλλαγμένο...παραδομένο....
-Και σύντομα και παντρεμένο...
-Δεν μπορεί να μιλάς σοβαρά! είπε και πετάχτηκε όρθιος από την καρέκλα του
-Κάτσε
κάτω Νίκο και άκουσε με... Να σταματήσει να με χτυπάει δεν απαίτησες? Ε
αυτό συμβαίνει....και για να συνεχίσει να συμβαίνει δέχτηκα να
παντρευτούμε...
-Πώς??? Εγώ νόμιζα πως θα χωρίζατε οριστικά και εσύ μου λες πως θα παντρευτείτε τώρα???
-Ναι...
Θα τον παντρευτώ και εσύ δεν θα κάνεις κάτι να το αλλάξεις...Σου θυμίζω
την συμφωνία μας... Να μην ξανασηκώσει χέρι πάνω μου ζήτησες...
-Είναι αδιανόητο....Τον αγαπάς? πες μου μόνο αυτό....Σε κάνει ευτυχισμένη?
-Πλέον
τίποτα δεν αγαπάω και τίποτα δεν με κάνει ευτυχισμένη... τελείωσε η
ιστορία Νίκο. Αποδέξου το όπως το αποδέχτηκα και εγώ...
-Γιατί το κάνεις? Γιατί???
-Τελείωσε σου λέω... εσύ απλά τήρησε το δικό σου σκέλος της συμφωνίας μας...Όσο είμαι αρτιμελής δεν ανοίγεις το στόμα σου...
-Το ξέρεις πως ανά πάσα στιγμή , με την πρώτη αφορμή, θα το ξανακάνει...Πες μου ότι το ξέρεις!
-Δεν
θα το ξανακάνει, γιατί πολύ απλά δεν θα ξαναυπάρξει αφορμή...Τελείωσε
γιατί εγώ τελείωσα..., είπε και σηκώθηκε από την καρέκλα της.
-Σε παρακαλώ Βασούλα μην το κάνεις....
-Και πάλι χρόνια πολλά Νίκο, είπε και απομακρύνθηκε από το τραπέζι που καθόντουσαν...