Τρίτη 10 Απριλίου 2018

ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ: κεφάλαιο πρώτο





Το ρύζι έβραζε μέσα στην κατσαρόλα αχνίζοντας και εκείνη με την κουτάλα της το ανακάτευε να μην κολλήσει στον πάτο. Ακόμα θυμόταν  πόση ώρα είχε χρειαστεί την προηγούμενη φορά να βγάλει  τα καμένα υπολείμματα με το σύρμα και δεν θα άντεχε να το ξαναπεράσει.  Τότε μάλιστα απελπισμένη είχε σκεφτεί να τρίψει τον πάτο με το μεταπτυχιακό της μπας και βοηθούσε κάπου επιτέλους και αυτό , αλλά για καλή της τύχη δεν το είχε μαζί της. Αυτό το είχε κορνιζαρισμένο στο σαλόνι η μάνα της, δίπλα στο πτυχίο της.  Πέντε χρόνια στις κορνίζες να πιάνουν σκόνη τα όνειρα της.  

«Στην κοτόσουπα να χυλώνεις καλά το ρυζάκι. Να το αφήνεις να μελώνει. Αυτό μαζί με το αυγολέμονο θα πήξουν τη σούπα και θα την κάνουν νόστιμη. Έτσι την τρώει το στραβάδι, κόρη μου. Πηχτή. Αν είναι αραιή μπορεί και να σε λούσει με δαύτη» , της είχε πει η κυρία Ερασμία και εκείνη ανακάτευε μέχρι να χυλώσει το ρύζι μηχανικά, ενώ ο ήχος της τηλεόρασης από το σαλόνι, την προειδοποιούσε πως η εκπομπή που έβλεπαν σε λίγο θα τελείωνε.  
Πέντε μήνες σε αυτό το σπίτι είχε μάθει  πως την ώρα εκεί μέσα δεν την καθόριζε το παλιό ρολόι τοίχου με τον εκνευριστικό κούκο, αλλά οι εκπομπές στην τηλεόραση. Απέξω είχε μάθει το εβδομαδιαίο πρόγραμμα εκείνη που ποτέ της δεν έβλεπε τηλεόραση. Και να καθόριζε μόνο την ώρα το χαζοκούτι. Επηρέαζε και τη διάθεση του ηλικιωμένου ζευγαριού, δυστυχώς.

«Ξέρετε να μαγειρεύετε;»
«Λίγα πράγματα…»
«Καπνίζετε;»
«Δυστυχώς ναι.»
«Στο σπίτι απαγορεύεται το κάπνισμα, ο πατέρας μου πάσχει από ΧΑΠ. Θα μπορείτε τόσες ώρες χωρίς τσιγάρο;»
«Θα μπορώ. Έχω μεγάλη ανάγκη αυτή τη δουλειά.»
«Έχετε προϋπηρεσία σε ανάλογη θέση; Έχετε αναλάβει ποτέ στο παρελθόν ηλικιωμένους;»
«Όχι.»
«Μάλιστα. Οικογενειακή κατάσταση;»
«Διαζευγμένη χωρίς παιδιά.»
«Ηλικία;»
«29 ετών»
«Κυρία… θυμίστε μου το όνομα σας;»
«Ευσταθίου. Εριφύλη Ευσταθίου.»
«Κυρία Ευσταθίου λοιπόν, η θέση της αγγελίας είναι ιδιαίτερα απαιτητική. Μιλάμε για δύο ηλικιωμένους ανθρώπους με πολλά προβλήματα υγείας. Μέχρι στιγμής έχω αλλάξει τρία άτομα με πολύ περισσότερη εμπειρία από εσάς και κανένα δεν κατάφερε να ανταπεξέλθει επαρκώς. Η αδυναμία μου να αναλάβω ο ίδιος την περίθαλψη των γονιών μου, με καθιστά υπεύθυνο να εξασφαλίσω τουλάχιστον ό,τι καλύτερο είναι δυνατό. Ήδη έχουν κουραστεί από τις συνεχείς αλλαγές προσώπων. Δεν είναι κακοί άνθρωποι οι γονείς μου, αλλά όσο μεγαλώνουν γίνονται όλο και πιο παράξενοι. Καταλαβαίνετε επομένως πως…»
«Συγνώμη που σας διακόπτω. Έχω πραγματικά μεγάλη ανάγκη αυτή τη δουλειά. Το ξέρω πως υστερώ σε προσόντα, αλλά πιστέψτε με το κίνητρό μου είναι τόσο ισχυρό που θα αποδειχτώ το κατάλληλο άτομο  για αυτή τη δουλειά. Τι σας ενδιαφέρει περισσότερο, ένας άνθρωπος με μαγειρικές και ιατρικές γνώσεις ή μήπως ένας άνθρωπος πρόθυμος να κάνει ότι χρειαστεί για να είναι οι γονείς σας καλά;»
«Ωραία τα λέτε θεωρητικά, στην πράξη όμως θα δείτε πως υπάρχει τεράστια διαφορά… Και σας εξηγώ πως δεν μπορώ να τους το κάνω αυτό πάλι. Δεν μπορώ να τους υποβάλλω ξανά και ξανά στην ίδια διαδικασία ευχόμενος να υλοποιήσετε αυτά που ελπίζετε, απλά επειδή έχετε ανάγκη τη δουλειά. Μεγάλοι άνθρωποι χρειάζονται σταθερότητα.»
«Τους υποτιμάτε. Πάτε εμμονικά βάσει λογικής και ας βλέπετε πως αυτό δεν σας έβγαλε πουθενά μέχρι στιγμής. Σας ευχαριστώ για το χρόνο σας» , είχε πει και είχε κλείσει απογοητευμένη τότε το τηλέφωνο. Ό,τι και αν έλεγε μάταιο έμοιαζε. Η ψυχρή φωνή στην  άλλη άκρη του ακουστικού δεν άφηνε κανένα περιθώριο. Το ήξερε και η ίδια πως δεν είχε εξαρχής καμία ελπίδα να πάρει τη δουλειά, αλλά η απελπισία της την είχε κάνει πλέον να παίρνει τηλέφωνο σε όλες τις αγγελίες , χωρίς να εξετάζει αν ήταν σχετικές με το δικό της αντικείμενο.

Νευριασμένη είχε  ανάψει ένα τσιγάρο και είχε βρίσει από μέσα της τον μαλάκα γιό που νόμιζε πως μπορούσε «να αγοράσει» το κενό που ο ίδιος άφηνε. Αναλογιζόταν άραγε μήπως αυτό έφταιγε που κανένας δεν είχε καταφέρει να ριζώσει στη θέση;  Τα δόλια γεροντάκια δεν είχαν μάλλον ανάγκη μια νοσοκόμα/μαγείρισσα. Το παιδί τους είχαν ανάγκη. Αυτό έπρεπε να του είχε πει του παπάρα, αφού ούτως ή άλλως δεν θα της έδινε τη δουλειά.  Γιατί γαμώτο τις καλύτερες απαντήσεις πάντα τις σκεφτόταν ετεροχρονισμένα;  

Ευτυχώς όμως που δεν το είχε κάνει τότε. Για πρώτη φορά η σωστή ατάκα καλώς και δεν είχε ειπωθεί. Για λόγους που μέχρι και σήμερα αγνοούσε, δυο μέρες μετά, είχε λάβει  ένα δεύτερο τηλεφώνημα που την ενημέρωνε πως θα μπορούσε να ξεκινήσει, αφού έστελνε με κούριερ μια πληθώρα χαρτιών σε μια διεύθυνση στη Μαδρίτη. Μια ληξιαρχική πράξη γέννησης της, ένα πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης, ένα αντίγραφο ποινικού μητρώου, μια βεβαίωση με το IBAN του άδειου τραπεζικού λογαριασμού της και μια σειρά από ιατρικές εξετάσεις που εκείνος θα κάλυπτε οικονομικά μπήκαν σε ένα χοντρό καφέ φάκελο, χωρίς να σκεφτεί καν πόσο καταπατούσε τα προσωπικά δεδομένα της με αυτή του την απαίτηση. Όταν εκείνη έλεγε πως θα έκανε τα πάντα για μια δουλειά, το εννοούσε!

Μια εβδομάδα μετά ο λογαριασμό της είχε πιστωθεί ένα ποσό προκαταβολικά. Και με ένα email είχε λάβει τη διεύθυνση του σπιτιού μαζί με την εξής μια οδηγία, «Στο σπίτι θα σας περιμένει την ερχόμενη Κυριακή η κυρία Άννα, που έχει αναλάβει την καθαριότητα. Εκείνη θα σας κατατοπίσει για τα περεταίρω. Εύχομαι να αποδειχθείτε άξια των προσδοκιών μου».    

Νοέμβριος ήταν όταν βρεγμένη σαν το παπί είχε σταθεί στο πλατύσκαλο της παλιάς μονοκατοικίας στην Φιλοθέη. Έτρεμε από το κρύο, αλλά όχι από το φόβο για το τι θα έπρεπε να αντιμετωπίσει. Για έναν περίεργο λόγο τίποτα πλέον δεν μπορούσε να την φοβίσει. Όταν έχεις χάσει τα πάντα δεν φοβάσαι τίποτα, είχε σκεφτεί και είχε χτυπήσει θαρεττά το κουδούνι.  Και άνοιξε η βαριά δρύινη πόρτα και μαζί της είχε ανοίξει και η πόρτα σε μια ιστορία που θα άλλαζε τις ζωές τόσων ανθρώπων.

για τη συνέχεια πατήστε εδώ         

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σχόλιαστε: