Σε γενικές γραμμές την έλεγες καλόβολο πλάσμα. Οι παραξενίες της δεν ήταν αριθμητικά, ούτε περισσότερες, ούτε λιγότερες από αυτές ενός μέσου ανθρώπου. Και η αλήθεια ήταν πως πάντα πάλευε να τις διορθώσει, άλλοτε με επιτυχία, άλλοτε πάλι όχι. Μια μόνο εμμονή /συνήθεια δεν πάλεψε ποτέ να αλλάξει και αυτή αφορούσε το πρωτόκολλο του ύπνου...
Για να κοιμηθεί έπρεπε απαραίτητα στο κρεβάτι να υπάρχουν τρία μαξιλάρια και όταν λέμε τρία μαξιλάρια, εννοούμε τρία μαξιλάρια μόνο για εκείνη. Όσες φορές και αν προσπάθησε να θυμηθεί ποτέ απέκτησε αυτό το παράδοξο χούι, απέτυχε οικτρά...Όσο θυμόταν τον εαυτό της πάντα με τρία μαξιλάρια κοιμόταν.
Κάποιοι το θεωρούσαν μια μορφή διαστροφής, εκείνη από την άλλη το θεωρούσε απλή ιδιοτροπία. Άλλωστε καθημερινά γνώριζε ανθρώπους με διαφορά "φετίχ" ύπνου. Ένας φίλος της δεν μπορουσε να κοιμηθεί αν υπήρχε ρολόι μέσα στο δωμάτιο. Λες και το τικ τακ των δευτερολέπτων τρυπούσε τον εγκέφαλο του. Μια άλλη γνωστή της πάλι ήθελε απόλυτο σκοτάδι, λες και ήταν νυχτερίδα. Ακόμα και μια αχτίδα φωτός να περνούσε από τις γρύλιες, το μάτι της άνοιγε αυτόματα. Μια ξαδέλφη της για να κοιμηθεί έπρεπε να τρίβει τη γωνία μιας μαξιλαροθήκης. Στα χρόνια οι τρύπιες μαξιλαροθήκες γέμιζαν μπαούλο. Και η λίστα δεν είχε τελειωμό. Άλλοι θέλανε σκληρό στρώμα, άλλοι μαλακό, άλλοι απόλυτη ησυχία, άλλοι μουσική, άλλοι κάποιον άλλο άνθρωπο δίπλα τους και άλλοι αδυνατούσαν να κοιμηθούν παρουσία άλλου. Λίγο πολύ λοιπόν όλοι είχαν μια μικρή προϋπόθεση ύπνου. Γιατί η δική της να είναι η πλέον παράλογη? Όχι μια χαρά νορμάλ παράνοια ήταν γιαυτό και δεν προσπάθησε ποτέ να την αλλάξει. Και όταν κάποιος την ρωτούσε έκπληκτος, γιατί τρία και όχι δύο ή τέσσερα? Εκείνη απαντούσε με φυσικότητα, πως τα μονά νούμερα πάντα έκρυβαν μεγαλύτερη μαγεία και πως το το ένα ήταν λίγο και το πέντε πολύ...
Γιατί είχε και αυτή την εμμονή με τους μονούς αριθμούς. Για έναν επίσης περίεργο λόγο τους θεωρούσε ανώτερους των ζυγών. Έφτασε έτσι στα εξήντα τρία με μονό αριθμό κυκλοφορίας αυτοκινήτου, μονό τηλεφωνικό αριθμό, μονό αριθμό παιδιών και φυσικά σταθερά τρία μαξιλάρια από τη δική της μεριά του κρεβατιού.
"Ρε γυναίκα κάθε βράδυ εδώ και τριάντα χρόνια τα τακτοποιείς τριγύρω σου και κάθε πρωί ξυπνάς με μονό το ένα... Απορώ δεν βαρέθηκες ???" την ρώτησε ένα βραδυ ο άντρας της και εκείνη τον στραβοκοίταξε ενοχλημένη.
"Όχι δεν βαρέθηκα! Λες και με γνώρισες χτες κάνεις..." του είπε και ξάπλωσε σβήνοντας το πορτατίφ στο κομοδίνο της.
"Μα να έλεγα πως μένουν και τα τρία τη νύχτα στο κρεβάτι να το αποδεχτώ. Χτες το βράδυ το ένα το είχες πετάξει πάνω στο κεφάλι μου. Ασφυξία θα πάθω καμία ώρα..." συνέχισε εκείνος την κρεβατομουρμούρα.
"Τι θες καλέ μου άνθρωπε νυχτιάτικα ???? Τόσα χρόνια μετά, τώρα στα γεράματα βρήκες να ενοχληθείς???" είπε αναστενάζοντας εκείνη.
"Πάντα μου την έσπαγε που για να σε φτάσω έπρεπε να διασχίσω τις συμπληγάδες πέτρες από πούπουλα που σε περιτριγύριζαν. Όλες οι προσωπικές μας στιγμές περιλαμβάνουν εικόνες με μαξιλάρια που φύτρωναν εκεί που δεν τα έσπερναν. Αλλά όπως λες συνήθισα. Αυτό ρε γυναίκα που δεν συνηθίζεται όμως με τίποτα, είναι το μόνιμο άγχος μην μου έρθει κάνα μαξιλάρι κατακέφαλα, όπως τα εκσφενδονίζεις καμία φορά προς όλες τις κατευθύνσεις στον ύπνο σου. Και λογικό βρε μάτια μου, τρία μαξιλάρια για έναν άνθρωπο είναι πολλά... Σιγά μην μείνουν στη θέση τους." παραπονέθηκε εκείνος πιο γλυκά αυτή τη φορά.
"Θες να πάω στο παιδικό να κοιμάμαι ??? Δεν έχω πρόβλημα!" πρότεινε εκείνη και αυτός την κοίταξε σαν δαρμένο σκυλί.
"Από τότε που παντρευτήκαμε δεν κοιμηθήκαμε ένα βράδυ χωριά...και τώρα μου λες ότι βάζεις τα μαξιλάρια πάνω από μένα ??? Εξήγησε μου τουλάχιστον τον λόγο να καταλάβω..."
"Αχ μεγαλόχαρη, άυπνοι θα μείνουμε απόψε με τη μύγα που τον τσίμπησε...Δεν υπάρχει λόγος συγκεκριμένος. Απλα έτσι είμαι, έχω αυτή την παραξενιά και δεν στο έκρυψα από την αρχή. Πως εσύ για να πας τουαλέτα το πρωί διαβάζεις τις ετικέτες των απορυπαντικών, έτσι και εγώ για να με πάρει ο ύπνος χρειάζομαι τρία μαξιλάρια που κατά τη διάρκεια της νύχτας καταλήγουν όπου βρουν. Απλά τα πράγματα!"ούρλιαξε απελπισμένη από την απροειδοποίητη συζυγική απόπειρα προπαγάνδας.
"Καλά βρε κορίτσι μου, μην φωνάζεις. Ορίστε κλείνω και εγώ το φως να κοιμηθούμε " είπε και γύρισε πλευρό. Εκείνης όμως η νύστα είχε κάνει φτερά... Πάντα έτσι ήταν ορθολογιστής. Και πάντα αυτό την εκνεύριζε περισσότερο. Το αποτέλεσμα έπρεπε πάντα να έχει μια αιτία για εκείνον ...Αν δεν έβρισκε την αιτία μπορούσε να πέσει μέχρι και σε κατάθλιψη.
"Κοιμάσαι ???"
"Γιατί έχεις όρεξη για τίποτα πονηρό??"
"Θα την φας την μαξιλαριά και εκούσια!! Άλλο θέλω να σου πω.."
"Για πες..."
"Ξέρεις γιατί θέλω τρία μαξιλάρια?? Γιατί κάθε βράδυ δεν πέφτω μόνη μου για ύπνο."
"Για νέο μου το λες? Μαζί μου πέφτεις. Αλλά εγώ έχω το δικό μου μαξιλάρι όπως βλέπεις"
"Σώπα και άκου! Κάθε βράδυ πέφτω για ύπνο μαζί με τους φόβους και τις ελπίδες μου. Για να κοιμηθώ λοιπόν πρέπει να κοιμηθούν και αυτά. Στο ένα μαξιλάρι ξαπλώνω εγώ και στα άλλα δύο κοιμίζω φόβους και ελπίδες για να μην με κρατάνε ξάγρυπνη. Όταν εγώ πλέον κοιμηθώ φυσικά και κάνουν ότι γουστάρουν αλλά δεν με νοιάζει μιας και πλέον κοιμάμαι... Και φυσικά δεν μπορείς να βάλεις φόβους και ελπίδες μαζί στο ίδιο μαξιλάρι.. .θα αλληλοσκοτωθούν. Και εγώ δεν θέλω να τα ξεπαστρέψω. Ανόητη δεν είμαι, ξέρω πως τα χρειάζομαι και τα δύο για να συνεχίσω να ζω. Λίγο να με αφήνουν ήσυχη θέλω για να αποκοιμηθώ. Κατάλαβες τώρα???" είπε μέσα στο σκοτάδι και εκείνος ένιωσε συγκίνηση και αγάπη για τη σοφή γυναίκα του. Ναι ακόμα και η παραξενιά της ήταν όμορφη όπως την εξηγούσε, κατέληξε και άπλωσε το χέρι του να πιάσει το δικό της. Αλλά αντί για το χέρι της έπιασε ένα μαξιλάρι και αμέσως μετά άκουσε την ήρεμη ανάσα της που πρόδιδε πως είχε αποκοιμηθεί. Ωραία όλα αυτά τα ποιητικά αλλά πάλι με το μαξιλάρι στο χέρι είχε μείνει!, σκέφτηκε και χολωμένος ξαναγύρισε πλευρό._
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλιαστε: